Εφυγε από τη ζωή ο βραβευμένος με Νόμπελ Αμερικανός επιστήμονας που οδήγησε στην κατανόηση των ρετροϊών και των ιών, συμπεριλαμβανομένου του HIV
Ηταν μόλις 37 ετών όταν έκανε μια ανακάλυψη που αμφισβήτησε τις υπάρχουσες αρχές της βιολογίας και οδήγησε στην κατανόηση των ρετροϊών και των ιών, συμπεριλαμβανομένου του HIV.
- Από τον Βασίλη Γαλούπη
Ο Ντέιβιντ Μπάλτιμορ, μοριακός βιολόγος που το 1975 κέρδισε το βραβείο Νόμπελ για μια εκπληκτική ανακάλυψη που φάνηκε να κλονίζει τα θεμέλια του νεοσύστατου τομέα της μοριακής βιολογίας, πέθανε το Σάββατο σε ηλικία 87 ετών, στο σπίτι του, στη Μασαχουσέτη. Η αιτία ήταν επιπλοκές από διάφορους τύπους καρκίνων, όπως δήλωσε η σύζυγός του.
Ο δρ Μπάλτιμορ κατάφερε με την ανακάλυψή του να ανατρέψει αυτό που έως τότε ονομαζόταν «κεντρικό δόγμα», το οποίο θεωρούσε ότι οι πληροφορίες στα κύτταρα ρέουν μόνο προς μία κατεύθυνση, δηλαδή από το DNA στο RNA και στη σύνθεση πρωτεϊνών. Ο επιστήμονας έδειξε ότι οι πληροφορίες μπορούν επίσης να ρέουν προς την αντίστροφη κατεύθυνση, από το RNA στο DNA. Το κλειδί ήταν η εύρεση ενός ιικού ενζύμου, της μεταγραφάσης, που ανέτρεψε τη διαδικασία. Η ανακάλυψη οδήγησε στην κατανόηση όσων ρετροϊών και ιών, συμπεριλαμβανομένου του HIV, που χρησιμοποιούν αυτό το ένζυμο.
Σήμερα, οι γονιδιακές θεραπείες με απενεργοποιημένους ρετροϊούς χρησιμοποιούνται για την εισαγωγή καλών γονιδίων στο DNA των ασθενών με σκοπό τη διόρθωση γενετικών ασθενειών. Ο Μπάλτιμορ συχνά αμφισβητήθηκε, αλλά πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στο προσκήνιο της επιστήμης. Ηταν μια επιβλητική προσωπικότητα της σύγχρονης βιολογίας. Υπήρξε πρόεδρος δύο κορυφαίων πανεπιστημίων και ένας από τους πρώτους υποστηρικτές της έρευνας για το AIDS. Γεννήθηκε στις 7 Μαρτίου 1938 στο Μανχάταν. Από παιδί ήταν ο σταρ στις σχολικές αίθουσες. Κάποιες φορές γινόταν υπεροπτικός, όπως στο λύκειο, όταν κάποτε παρέδωσε μόνο τις απαντήσεις για την εργασία του στα Μαθηματικά, γραμμένες στις πάνω γωνίες κομματιών χαρτιού, επειδή μπορούσε να λύσει τα πάντα στο μυαλό του.
«Απλώς κατέγραψα όλες τις απαντήσεις, χωρίς να χρειαστεί να κάνω υπολογισμούς» είπε σε μια συνέντευξη για το Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Καλιφόρνιας, όπου ήταν πρόεδρος για πολλά χρόνια: «Ολα μου ήρθαν πολύ εύκολα». Το πάθος του για την επιστήμη ενισχύθηκε προς το τέλος του λυκείου. Αποφάσισε ότι «αυτή θα είναι η ζωή μου, με τη βιολογία μέσα σε ένα εργαστήριο». Οταν τελείωσε το λύκειο, είχε την επιλογή να σπουδάσει ανάμεσα σε κολέγια και διάλεξε το Σουόρθμορ. Ηταν η αυγή της εποχής της μοριακής βιολογίας και ήθελε να μπει σε αυτήν: «Συνειδητοποίησα ότι ζούσα μια επανάσταση στην οποία θα μπορούσα να γίνω μέρος» έχει πει. Οι ερευνητές εκείνη την εποχή ανακάλυπταν τον γενετικό κώδικα και πώς τα γονίδια παρέχουν τις «οδηγίες» για την παραγωγή πρωτεϊνών.
Εντάχθηκε στο διδακτορικό πρόγραμμα του πανεπιστημίου Ροκφέλερ, όπου το έργο του προσέλκυσε αμέσως την προσοχή. Η διδακτορική του διατριβή το 1964 θεωρήθηκε σημαντική ανακάλυψη, καθώς καθιέρωσε τρόπους μελέτης ιών σε ζωικά κύτταρα. Εναν χρόνο αργότερα εντάχθηκε στο Ινστιτούτο Βιολογικών Σπουδών Salk στο Σαν Ντιέγκο για να συνεχίσει την έρευνά του. Εκείνη τη χρονιά η δρ Χουάνγκ, η οποία είχε πάρει το διδακτορικό της στο Johns Hopkins, πήγε στο Salk ως μεταδιδακτορική υπότροφος. Παντρεύτηκαν τρία χρόνια αργότερα. Η κόρη τους γεννήθηκε το 1975. Εκτός από τη σύζυγό του και την κόρη του άφησε πίσω του μια εγγονή.
Η επόμενη θέση του ήταν ως καθηγητή στο MIT. Εκεί διέψευσε το «κεντρικό δόγμα» και, το 1982, ήταν ένας από τους ιδρυτές του Ινστιτούτου Whitehead, ενός σημαντικού ερευνητικού κέντρου για τη μοριακή βιολογία και τη γενετική. Αλλά τρία χρόνια αργότερα, και μία δεκαετία μετά το βραβείο Νόμπελ, ο δρ Μπάλτιμορ βρέθηκε παγιδευμένος σε σκάνδαλο που δοκίμασε την αποφασιστικότητα και την ανθεκτικότητά του. Η υπόθεση ξεκίνησε όταν μεταδιδακτορική ερευνήτρια κατηγόρησε άλλη ερευνήτρια ότι παρουσίασε λανθασμένα δεδομένα από μια εργασία που δημοσιεύτηκε σε επιστημονικό περιοδικό. Συγγραφέας αυτής της εργασίας ήταν ο Μπάλτιμορ. Η υπόθεση κλιμακώθηκε, με έρευνες από τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας. Ως βραβευμένος με Νόμπελ, ο επιστήμονας έγινε το επίκεντρο του σκανδάλου. Εφτασε και να παραιτηθεί, αλλά, όταν αποδείχθηκε η σκευωρία το 1996, το MIT τον κάλεσε αμέσως.
«Δεν θα μπορέσω ποτέ να το ξεχάσω» είχε πει σε μια συνέντευξή του εκείνη την εποχή. Αποκάλυψε ότι είχε κρατήσει στο υπόγειό του, αδιάβαστα, όλα τα πρωτοσέλιδα άρθρα των «New York Times» με τις κατηγορίες. Ελπίζοντας, όταν κάποια μέρα θα έχει αθωωθεί, να βρει το «στομάχι» για να τα διαβάσει. Αργότερα είπε ότι τελικά διάβασε μόνο ένα άρθρο στους «Times», αυτό που τον δικαίωσε: «Το άρθρο αυτό θα είναι πάντα ένα από τα πράγματα που θα θυμάμαι με τη μεγαλύτερη αγάπη από εκείνη την εφιαλτική περίοδο της ζωής μου». Το 1997 διορίστηκε πρόεδρος του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Καλιφόρνιας. Παραιτήθηκε το 2006, αλλά παρέμεινε στο ινστιτούτο ως καθηγητής. Δεν σταμάτησε ουσιαστικά ποτέ την έρευνά του για το AIDS, την οποία άρχισε το 1986, ενώ ήταν επικεφαλής της σχετικής εθνικής επιτροπής. Ανακάλυψε, τέλος, το γονίδιο που προκαλεί τη χρόνια μυελογενή λευχαιμία και έτσι δημιουργήθηκε το αντίστοιχο φάρμακο.
ΝΤΕΪΒΙΝΤ ΜΠΑΛΤΙΜΟΡ
Αμερικανός μοριακός βιολόγος, νομπελίστας Ιατρικής
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Γεννήθηκε στις 7 Μαρτίου 1938 στο Μανχάταν και πέθανε το Σάββατο στα 87 του. Οι γονείς του μετακόμισαν στη Νέα Υόρκη, όταν αυτός ήταν στη β’ δημοτικού, για να εκπαιδευτεί σε καλύτερα σχολεία. Ο πατέρας του, ο οποίος εργαζόταν στη βιομηχανία ενδυμάτων πουλώντας γυναικεία ρούχα, δεν πήγε ποτέ στο πανεπιστήμιο. Σπούδασε Βιολογία και το 1975 βραβεύτηκε με το Νόμπελ Ιατρικής. Ηταν καθηγητής στο ΜΙΤ και θεωρείται σπουδαία μορφή της μοριακής βιολογίας. Κέρδισε το Νόμπελ για τις έρευνές του για τους ρετροϊούς, όπως ο HIV, και κυρίως για την ανακάλυψη ενός ιικού ενζύμου που εξηγούσε πώς γίνεται η αντιγραφή της γενετικής πληροφορίας στα κύτταρα. Η ανακάλυψη αυτή υπήρξε καθοριστικής σημασίας για την ανάπτυξη των γονιδιακών θεραπειών. Εκτός από το βραβείο Νόμπελ έλαβε μια σειρά από άλλα βραβεία και τιμητικές διακρίσεις, συμπεριλαμβανομένου του Εθνικού Μεταλλίου Επιστημών. Ηταν μέλος της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών, μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Τεχνών και Επιστημών και πρόεδρος της Αμερικανικής Ενωσης για την Προώθηση της Επιστήμης. Δημοσίευσε περισσότερες από 600 επιστημονικές εργασίες.