Αυτή η ακρίβεια της ζωής έχει καπελώσει τις ζωές όλων μας, μας έχει ζώσει σαν σκιά, σαν γκρίζο σύννεφο και είναι σαν ασθένεια που δεν αντιμετωπίζεται
Το «ENJOY» της «κυριακάτικης δημοκρατίας» συνάντησε τον μάχιμο δημοσιογράφο Γιάννη Κολοκυθά της επιτυχημένης εκπομπής «Ωρα Ελλάδος» στο πλατό και συζήτησε μαζί του για όλα όσα απασχολούν την ελληνική κοινωνία.
- Από τη Μαρία Ανδρέου
Γιάννη, είσαι η σταθερή δύναμη στην εκπομπή «Ωρα Ελλάδος». Μένεις ακλόνητος στο Open, στην πρωινή ζώνη και δίνεις, όπως πάντα, τα μέγιστα. Επεισοδιακό το φετινό καλοκαίρι. Αποχώρησε από την εκπομπή και το κανάλι ο Παναγιώτης Στάθης, ενώ ένας εξίσου καλός συνάδελφος, ο Μάνος Νιφλής, κάθισε στο πλευρό σου. Πώς βλέπεις τη νέα σύνθεση στην εκπομπή;
Ευπρόσδεκτη, και είμαι πολύ χαρούμενος για την είσοδο του Μάνου Νιφλή στην εκπομπή. Για εμένα είναι μια νέα πρόκληση αυτή η συγκεκριμένη σύνθεση. Είναι ένας διαφορετικός δημοσιογράφος, σαφώς, από το προφίλ του Παναγιώτη Στάθη, με τον δικό του χαρακτήρα, αλλά όλο αυτό έχει πολύ ενδιαφέρον. Αυτό που παραμένει σταθερό ως μοτίβο είναι η ίδια η εκπομπή και ο ίδιος αγώνας που κάνουμε από αυτό εδώ το μετερίζι για αληθινή και ανθρώπινη ενημέρωση. Ξέρετε, είναι πολύ σημαντικό να μπαίνεις στο σπίτι του άλλου κάθε πρωί. Ο κόσμος μάς ανοίγει τα σπίτια του και πρέπει να το σεβόμαστε. Πρέπει να του κρατάμε ωραία παρέα το πρωί, να μην τον αγχώνουμε, και να σχολιάζουμε με επιχειρήματα και άποψη την επικαιρότητα. Πάνω από την τηλεθέαση και τα νούμερα τηλεθέασης είναι ο ίδιος ο πολίτης και η ψυχολογία του. Οσον αφορά τον Παναγιώτη Στάθη, του εύχομαι ό,τι καλύτερο στον ΑΝΤ1, είναι ένας άξιος συνάδελφος, αγωνιστής χρόνια.
Πώς σου φαίνεται η τηλεοπτική σεζόν χωρίς τον Γιώργο Παπαδάκη στην πρωινή ζώνη;
Τώρα τι να πω… Ο Γιώργος Παπαδάκης είναι η ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης και χάρη σ’ αυτόν υπάρχει αυτό που ονομάζουμε πρωινή ενημερωτική ζώνη. Ολοι εμείς οι νεότεροι δημοσιογράφοι έχουμε βρει δουλειές σ’ αυτή τη ζώνη από τον αγώνα του Γιώργου. Και εμείς από τη μεριά μας, όμως, φτιάχνουμε με μεράκι εκπομπές το πρωί για την ενημέρωση των πολιτών. Ο Γιώργος Παπαδάκης, για εμένα προσωπικά, δεν έφυγε από την τηλεόραση και όσο ζει και υπάρχει, θα είναι μέρος της. Δεν φεύγει έτσι ο Γιώργος Παπαδάκης από την τηλεόραση.
Γιάννη, ποιο είναι το πρώτο θέμα που απασχολεί τους τηλεθεατές της εκπομπής σας, μια διαδραστική εκπομπή κατά βάση, γι’ αυτό και επιτυχημένη…
Αναμφισβήτητα το πρώτο θέμα που τους απασχολεί είναι η ακρίβεια σε όλα και ότι δεν φτάνει πλέον ο μισθός για να βγάλουν τον μήνα. Τελειώνει, όπως μας λένε, μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο. Η τελευταία σκέψη του Ελληνα πριν κοιμηθεί είναι τα οικονομικά του και η πρώτη σκέψη του όταν ξυπνήσει. Αυτή η ακρίβεια της ζωής έχει καπελώσει τις ζωές όλων μας, μας έχει ζώσει σαν σκιά, σαν γκρίζο σύννεφο και είναι σαν ασθένεια που δεν αντιμετωπίζεται. Ακόμα και στη γρίπη λες «θα πάρω ντεπόν, ασπιρίνη», εδώ δεν έχει βρεθεί το φάρμακο. Πέρασαν Μνημόνια, πανδημία και συνεχίζουμε να είμαστε ως χώρα σε ύφεση και οικονομική κρίση. Για να πέσουν οι τιμές θα πρέπει το κράτος να έρθει σε ρήξη με παραγωγούς, σούπερ μάρκετ, μονοπώλια, οι καταναλωτές να έρθουν σε ρήξη με τα σούπερ μάρκετ για να σταματήσουν την αύξηση στις τιμές. Χρειάζεται αγώνας και αντίδραση. Οι τηλεθεατές μάς λένε ότι δεν αντέχουν άλλο. Ο Ελληνας έχασε το χαμόγελο από τα χείλη του. Σε μια αμφίδρομη εκπομπή αμέσως πιάνεις τον παλμό της κοινωνίας που φυλλορροεί. Είναι χρήσιμο να θέτεις ερωτήσεις στο τηλεοπτικό κοινό και να λαμβάνεις τις απαντήσεις του. Είναι χρήσιμο και να λαμβάνεις τις απορίες του κοινού και να απαντάς στα ερωτήματά του. Για εμένα βασικά αυτή είναι και η λογική και ο σκοπός μιας ενημερωτικής πρωινής εκπομπής, να απαντά στα ερωτήματα και στους προβληματισμούς του κόσμου.
Ο κόσμος έχει τους δημοσιογράφους στην μπούκα του τουφεκιού. Τους δικαιολογείς;
Για κάποιους είναι άδικο, για κάποιους δίκαιο και στο τέλος όλους μαζί μας παίρνει η μπάλα. Αλλά δεν είναι έτσι. Υπάρχουν και εξαιρέσεις και νομίζω σε ένα μεγάλο ποσοστό ο δημοσιογραφικός κόσμος είναι έντιμος, αγωνιστής, του μόχθου άνθρωποι. Κάπως πήγαμε να χάσουμε την καλή μας φήμη την περίοδο των Μνημονίων, αλλά διασωθήκαμε. Ο δημοσιογράφος δεν πρέπει να ξεχνά ποτέ ότι είναι η φωνή του κόσμου απέναντι στην εξουσία, την οποιαδήποτε εξουσία. Τα Μνημόνια και η πανδημία δίχασαν και τους ίδιους τους δημοσιογράφους. Πλέον δεν υπάρχει δημοσιογράφος που να μην κάνει τον δικό του αγώνα απέναντι στην ακρίβεια που έχει σαρώσει όλα τα ελληνικά νοικοκυριά. Πάντως, από ό,τι θυμάμαι, καθ’ όλη τη δημοσιογραφική μου καριέρα έλεγα με σθένος την άποψή μου και για τα Μνημόνια και για την πανδημία και για τα Τέμπη. Λέω πάντα την άποψή μου, το κοινό άλλοτε με συμπαθεί, άλλοτε όχι. Αλλά το θέμα δεν είναι η συμπάθεια. Είναι να βάζεις ένα πετραδάκι στον διάλογο.
Πώς τα βλέπεις τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης;
Είμαστε διχασμένοι και σε αυτά. Ο διχασμός είναι το εθνικό μας σπορ. Πλέον διαβάζω διάφορα σχόλια στο Χ. Και εκεί πάλι εκνευρίζομαι. Είμαι χρόνια δημοσιογράφος, σε εφημερίδες, ραδιόφωνο, τηλεόραση, περιοδικά, και πραγματικά εκνευρίζομαι με όσα γράφονται στο διαδίκτυο τα οποία δεν είναι επώνυμα αλλά με υπογραφές του τύπου… το σπασμένο φτερό, ο πράσινος, ο κόκκινος, ο άσχημος. Πραγματικά, τι είναι αυτό; Θες να έχεις άποψη; Την υπογραφή σου από κάτω. Θες να κάνεις κριτική; Ενυπόγραφα. Αλλιώς, αυτό που κάνεις είναι στοχευμένο. Πολύ απλά, θες να διχάσεις και να δημιουργήσεις κλίμα μίσους.
Πώς βλέπεις τον πλανήτη μας σήμερα;
Με πολλές μαύρες σελίδες. Ο πλανήτης μας είναι μέσα στη μαυρίλα, παντού πολεμικές συρράξεις, πείνα, δυστυχία, διχασμός, φανατισμός. Στην Ελλάδα ευτυχώς ακόμη έχουμε ειρήνη και έχουμε την ευτυχία να ζούμε γαλήνια και ήρεμα. Γιατί έχουμε δίπλα μας και έναν δύσκολο γείτονα, όπως την Τουρκία. Πρέπει να είμαστε όλοι μαζί ενωμένοι όσον αφορά την εθνική μας στρατηγική, να έχουμε κοινή γραμμή είτε στις απειλές είτε στις διεκδικήσεις της Τουρκίας, να είμαστε σε επαγρύπνηση, εγρήγορση και να αγωνιζόμαστε για τα εθνικά μας συμφέροντα χωρίς ενδοτισμούς.
Τι σε έχει στενοχωρήσει περισσότερο στη χώρα μας, για την κοινωνία μας πρωτίστως…
Διαμορφώνεται μια κουλτούρα ατιμωρησίας. Αλλά στην υπόθεση των Τεμπών ο Ελληνας δεν ξέχασε και δεν ξεχνά και πάντα γεμίζει δρόμους και πλατείες. Οι Ελληνες σηκώθηκαν από τον καναπέ τους και βγήκαν στους δρόμους, γιατί νιάτα έχασαν τη ζωή του, γονείς έχασαν τα παιδιά τους. Στο έγκλημα των Τεμπών όλη η ελληνική κοινωνία είναι ενωμένη σαν γροθιά. Για τα θύματα, τους συγγενείς των θυμάτων, για να δουν μια μέρα δικαιοσύνη. Πρόκειται για ένα έγκλημα που απαιτεί κάθαρση. Μιλάμε για 57 νέες ψυχές. Ο καθένας γονιός από τους 57 συνανθρώπους μας που χάθηκαν σ’ αυτό το τρένο κλείνει την πόρτα του σπιτιού του κάθε νύχτα και μένει αυτός μόνος μαζί με το πένθος και τον θρήνο του. Γιατί τα κορίτσια τους και τα παλικάρια τους δεν θα τα ξαναδούν. Θα τους λείπουν, και αυτό δεν αλλάζει. Είναι θέμα ζωής, δικαίωσης, αυτοί οι άνθρωποι ανεβαίνουν έναν γολγοθά μέχρι να κλείσουν τα μάτια τους. Ολα τα άλλα που λέμε εμείς είναι λόγια συμπάθειας, δεν έχουμε το θέμα της απώλειας στο σπίτι μας.
Σήμερα τα πράγματα στην Ελλάδα είναι πιο στενάχωρα από την περίοδο των Μνημονίων;
Πιστεύω πως ναι. Γιατί ο κόσμος όσο προχωρά γίνεται όλο και πιο καπιταλιστικός και πιο υπερκαταναλωτικός. Και τον καιρό των Μνημονίων μας έλειπαν πράγματα, αλλά και τώρα μας λείπουν πιο πολύ. Ο κόσμος μπροστά στο κυνήγι της επιβίωσης έχει αποξενωθεί. Είναι μόνος του και μοιάζει αδιάφορος. Το μόνο που κάνει όλη την ημέρα είναι να δουλεύει για να πληρώνει υποχρεώσεις. Αλλά η ζωή δεν είναι μόνο δουλειά. Δεν γεννηθήκαμε και ήρθαμε σ’ αυτόν τον κόσμο μόνο για να δουλεύουμε. Χάνουμε τα καλύτερά μας χρόνια μέσα σε σκληρή δουλειά. Το θέμα αυτό είναι βαθιά φιλοσοφικό, υπαρξιακό, θα έλεγα, για το ίδιο το νόημα της ζωής και της χαράς. Εχουμε χάσει την υγεία μας και τους απλούς ρυθμούς της ζωής, τους πιο ήσυχους. Οι γονείς μας έζησαν σαφώς καλύτερες εποχές. Εγιναν σπατάλες τότε, λένε, και πήραν τα βάρη οι νεότερες γενιές. Δεν ξέρω… Πάντως έζησαν πιο ανθρωποκεντρικές εποχές. Στα συλλαλητήρια για τα Τέμπη είδα ξανά αυτόν τον ανθρωπισμό, το δίπλα δίπλα, το χέρι με χέρι.
Το Open είναι ξεκάθαρα το κανάλι που βρίσκεται κοντά στον πολίτη. Το είδαμε φέτος το καλοκαίρι και με τις φωτιές. Πρώτο στην ενημέρωση…
Μα αυτός είναι και ο στόχος του ανοιχτού καναλιού, ένας σταθμός κοντά στον πολίτη. Με τον Χρήστο Παναγιωτόπουλο στη Διεύθυνση της Ενημέρωσης και των Δελτίων Ειδήσεων, στο τιμόνι της ειδησεογραφίας, δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς. Ο Χρήστος δεν είναι μόνο εξαίρετος διευθυντής αλλά και άνθρωπος. Αυτό δεν το λέω μόνο εγώ, αλλά όλοι οι συνάδελφοί μου στο κανάλι αλλά και τόσα χρόνια έξω από αυτό. Στο Open όλοι οι δημοσιογράφοι εργάζονται με κέφι και θέλουν να λένε πρώτοι την είδηση, γιατί αγαπάμε τον κόσμο και την ενημέρωση. Εχουμε πάθος με την είδηση.
Πώς βλέπεις την πρωινή ενημερωτική ζώνη στα κανάλια;
Μεγάλος ανταγωνισμός, πολλά τα κανάλια και πολλές οι εκπομπές. Το θετικό είναι για τον τηλεθεατή, που έχει πολλές επιλογές και ακούει πολλές φωνές. Για εμένα το μεγάλο λάθος των εκπομπών είναι η αυτοαναφορικότητα. Οταν νομίζουμε ότι είμαστε το κέντρο του κόσμου και κανένας δεν ασχολείται μαζί μας. Το κουτσομπολιό ανάμεσα στις εκπομπές δεν μ’ αρέσει. Να κριτικάρω τον απέναντι συνάδελφο γιατί; Σε τι ωφελούμαι; Τι είπε ο άλφα, ο βήτα, ο δέλτα, μα τι γαϊτανάκι είναι αυτό και τι τον νοιάζει τον κόσμο αν κάποιοι μας διαβάλλουν και τρώμε ώρες στον αέρα να λέμε τα δικά μας παράπονα; Μα δεν σου έδωσε τη συχνότητα η Πολιτεία για να λες τα προσωπικά σου παράπονα, αλλά να λες τα παράπονα του κόσμου. Πρέπει να σεβόμαστε τον κόσμο. Και αυτοί που κάνουμε ενημέρωση και αυτοί που κάνουμε ψυχαγωγία. Να είμαστε ένα με τον κόσμο και στο γέλιο του και στα προβλήματά του. Στον δρόμο ο κόσμος μου λέει «Γιάννη, να τα λες πιο σκληρά». Η τηλεόραση έχει ακόμη δύναμη. Τι μου λέει ο κόσμος, λοιπόν; Να τα λέω πιο σκληρά στην εξουσία και για αυτούς. Να γίνω η φωνή τους.
Πώς θα αλλάξει η χώρα;
Με τη γνώση. Η γνώση είναι δύναμη. Με τη σωστή μόρφωση και παιδεία. Η γνώση ελευθερώνει τον άνθρωπο. Οι γενιές πλέον διαφέρουν. Το έχετε παρατηρήσει και εσείς. Οι νέες γενιές αναζητούν τον σεβασμό στα πτυχία τους, στις ώρες εργασίας, για αυτό και αλλάζουν συνέχεια εργασία, αν δεν τους ικανοποιούν οι συνθήκες. Ξέρουν τι αξίζουν. Ωστόσο, οι νέες γενιές πρέπει να παραμείνουν σταθερές σε αξίες όπως η πατρίδα, η θρησκεία, η οικογένεια. Δεν μου αρέσει η απαξίωση των πάντων, γιατί αυτό δεν θα μας βγει σε καλό στο μέλλον και σε όσα έρχονται. Χρειάζονται ιδανικά στη ζωή. Βεβαίως χρειάζεται και αντίσταση στην ισοπέδωση των πάντων. Αν αντισταθούμε, θα νικήσουμε!