Γνωμοδότηση βόμβα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους
Χιλιάδες συνταξιούχοι που εργάστηκαν μετά τη συνταξιοδότησή τους σε δημόσιους φορείς βρίσκονται πλέον σε ένα πρωτοφανές αδιέξοδο μετά τη γνωμοδότηση «βόμβα» του ΝΣΚ.
- Από τον Σπύρο Φρενμεντιτη *
Το ΣΤ’ Τμήμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους με τη γνωμοδότηση 80/2025, απαντώντας σε κρίσιμο ερώτημα του e-ΕΦΚΑ, έκρινε ότι ο χρόνος απασχόλησης συνταξιούχων στο Δημόσιο δεν μπορεί να αναγνωριστεί ως συντάξιμος αν δεν έχει προηγηθεί παραίτηση από τη σύνταξη.
Η απόφαση αυτή, που έρχεται σε μια περίοδο αναταράξεων στο ασφαλιστικό σύστημα, φέρνει πολλούς πολίτες αντιμέτωπους με μια απρόσμενη και δυσάρεστη πραγματικότητα: Η εργασία τους, παρότι πραγματική, δεν «μετράει».
Η διαδρομή
Ο ασφαλισμένος Σ.Μ., που αποτέλεσε την αφορμή για την έκδοση της γνωμοδότησης, συνταξιοδοτήθηκε το 2011 από το τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ για υπηρεσία στο Νοσοκομείο «Αγιος Σάββας» με προσαύξηση 50% λόγω τυφλότητας. Παρέμεινε ωστόσο ενεργός ως καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, λαμβάνοντας και μισθό και -μειωμένη κατά 70%– σύνταξη, πιστεύοντας ότι ο χρόνος αυτός, εφόσον ήταν νόμιμη απασχόληση, θα μπορούσε κάποτε να αξιοποιηθεί για συνταξιοδοτικά δικαιώματα.
Ετσι, μετά την αποχώρησή του από το πανεπιστήμιο το 2023, λόγω ορίου ηλικίας, ζήτησε από τον e-ΕΦΚΑ να υπολογιστούν στη νέα του σύνταξη και τα χρόνια εργασίας του ως απασχολούμενου συνταξιούχου. Το ΕΦΚΑ έθεσε ερώτημα στο ΝΣΚ και εκείνο έκρινε μόλις πριν από λίγες ημέρες ότι κάτι τέτοιο δεν είναι νομικά δυνατό, εφόσον ο ενδιαφερόμενος δεν είχε ζητήσει αναστολή της σύνταξής του όταν συνέχισε να εργάζεται, ούτε επέστρεψε τα ποσά σύνταξης που έλαβε ενόσω εργαζόταν.
Ο Σ.Μ. δεν παραιτήθηκε γιατί απλούστατα δεν γνώριζε ότι έπρεπε. Κανείς δεν τον είχε ενημερώσει ότι η απασχόληση συνταξιούχου στον δημόσιο τομέα δεν λειτουργεί όπως στον ιδιωτικό. Ενώ εκεί προβλέπονται εισφορές και επανυπολογισμός με προσαύξηση στη σύνταξη του απασχολούμενου συνταξιούχου, στο Δημόσιο ισχύουν ειδικές διατάξεις που απαιτούν παραίτηση από τη σύνταξη πριν από την ανάληψη της θέσης.
Η «ταφόπλακα» του ΝΣΚ
Στη γνωμοδότηση 80/2025 το ΝΣΚ υπενθυμίζει ότι το νομοθετικό πλαίσιο για τις απασχολήσεις συνταξιούχων στο Δημόσιο είναι απολύτως συγκεκριμένο: σύμφωνα με το άρθρο 27 του ν. 1902/1990 και το άρθρο 20 του ν. 2084/1992 ο συνταξιούχος που επαναπροσλαμβάνεται ή εξακολουθεί να εργάζεται σε φορείς του Δημοσίου πρέπει να παραιτηθεί από τη σύνταξη.
Αναφέρει ότι «ο χρόνος απασχόλησης του συνταξιούχου σε φορείς του Δημοσίου μετά τη συνταξιοδότηση δεν προσμετράται ως συντάξιμος αν δεν παραιτηθεί από τη σύνταξή του». Η παραίτηση αυτή δεν αποτελεί τυπική διαδικασία, αλλά ουσιώδη προϋπόθεση ώστε να αναγνωριστεί ο χρόνος της νέας εργασίας. Το ΝΣΚ σημειώνει χαρακτηριστικά ότι η απασχόληση χωρίς παραίτηση δεν «γεννά συντάξιμο χρόνο», ούτε μπορεί να αξιοποιηθεί εκ των υστέρων, ακόμη και αν ο συνταξιούχος επιθυμεί να επιστρέψει τα ποσά που έλαβε.
Με άλλα λόγια, το Συμβούλιο εξηγεί ότι ο νομοθέτης επέλεξε να αντιμετωπίζει διαφορετικά τους συνταξιούχους του Δημοσίου σε σχέση με όσους εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα, και ότι αυτή η διαφοροποίηση είναι νομικά ισχυρή και δεσμευτική.
Η επίκληση της άγνοιας
Παρά τον κοινωνικό χαρακτήρα του ζητήματος το ΝΣΚ δεν αφήνει ανοιχτό παράθυρο εξαίρεσης. Η επίκληση της άγνοιας -ή ακόμη και της ανεπάρκειας ενημέρωσης εκ μέρους των υπηρεσιών- δεν αναγνωρίζεται ως λόγος εξαίρεσης από τη νομοθεσία.
Η γνωμοδότηση δεν υιοθετεί την άποψη ότι επειδή οι κανόνες ήταν πολύπλοκοι ή άλλαζαν διαρκώς ο ασφαλισμένος μπορεί να τύχει διαφορετικής μεταχείρισης. Η απάντηση είναι αρνητική: ο χρόνος εργασίας δεν μπορεί να αξιοποιηθεί χωρίς επιστροφή των συντάξεων που καταβλήθηκαν.
«Το γεγονός της μη έγκαιρης ενημέρωσης του Σ.Μ. από την καθ’ ύλην αρμόδια υπηρεσία του e-ΕΦΚΑ (Γενική Διεύθυνση Συντάξεων), περί του νομοθετικού πλαισίου που διέπει τις προϋποθέσεις αξιοποίησης του χρόνου απασχόλησης των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα συνταξιούχων του Δημοσίου, δεν μπορεί να στοιχειοθετήσει τη διαφορετική αντιμετώπιση της δικής του περίπτωσης και την αναγνώριση ως συντάξιμου του χρόνου που πραγματοποίησε ως απασχολούμενος συνταξιούχος, χωρίς την προηγούμενη επιστροφή των ποσών της σύνταξης που του καταβλήθηκαν».
Χιλιάδες μένουν πλέον «εγκλωβισμένοι»
Για τους ασφαλισμένους, όμως, το ζήτημα δεν είναι μόνο νομικό – είναι βαθιά ανθρώπινο. Πολλοί συνταξιούχοι που εργάστηκαν σε θέσεις ευθύνης, σε νοσοκομεία, σχολεία, τεχνικές υπηρεσίες και άλλες δομές του κράτους, αναρωτιούνται τώρα τι θα συμβεί με τον χρόνο που προσέφεραν. Για αρκετούς η νέα απασχόληση ήταν συχνά αναγκαία για οικονομικούς λόγους. Για άλλους ήταν παρότρυνση του ίδιου του Δημοσίου, προκειμένου να καλυφθούν κενά και να παραμείνουν και μετά τη συνταξιοδότησή τους στη θέση τους.
Παρ’ όλα αυτά οι περισσότεροι δεν γνώριζαν ότι τα χρόνια που εργάζονταν μπορεί τελικά να «σβηστούν» από τον ασφαλιστικό τους φάκελο. Η αίσθηση αδικίας είναι ισχυρή, ειδικά ανάμεσα σε όσους εργάστηκαν επί μακρόν καλόπιστα και με διάθεση προσφοράς. Συνταξιουχικές οργανώσεις τονίζουν ότι «δεν είναι δυνατόν η Πολιτεία να αξιοποιεί έναν άνθρωπο επί δέκα χρόνια και στο τέλος να του λέει ότι η εργασία του δεν υπάρχει»!
«Με τη γνωμοδότηση του 80/2025 το ΝΣΚ έφερε μεγάλη ανατροπή στα μέχρι σήμερα ισχύοντα» δήλωσε στη «δημοκρατία» ο πρόεδρος της ΕΝΥΠΕΚΚ, καθ. Εργατικού Δικαίου Αλέξης Μητρόπουλος. «Καλούμε την κυβέρνηση, επειδή το πρόβλημα είναι μεγάλο, να παρέμβει νομοθετικά για να μην υποχρεωθούν χιλιάδες συνταξιούχοι να επιστρέψουν χρήματα ή να διακόψουν την εργασία μετά τη συνταξιοδότηση».
* Δικηγόρος – Δημοσιογράφος – Ειδικός για ασφαλιστικά και εργατικά θέματα



