Οι προσδοκίες για τα αποτελέσματα που μπορεί να έχει ο ψηφιακός συνεργάτης είναι πολύ μεγάλες – Όμως ακόμη μένουν σε επίπεδο ανεκπλήρωτης υπόσχεσης
Η Τεχνητή Νοημοσύνη (Τ.Ν.) έχει δημιουργήσει τεράστιες προσδοκίες, τέτοιες που θυμίζουν -και σε πολλές περιπτώσεις υπερβαίνουν- εκείνες των πρώτων ετών εξάπλωσης του διαδικτύου. Ομως, αν και οι μελέτες μιλούν για άνοδο της παραγωγικότητας και της ανάπτυξης, τα μακροοικονομικά στοιχεία ακόμη δεν έχουν καταγράψει την πολυπόθητη «έκρηξη».
Στο κέντρο αυτής της αντίφασης βρίσκεται, λοιπόν, μια απλή ερώτηση: Πόσο πραγματικά μπορεί η Τ.Ν. να αυξήσει το ΑΕΠ, κάνοντας πιο παραγωγικές τις επιχειρήσεις και την οικονομία; Η PwC, στη μελέτη «Sizing the prize», υπολογίζει ότι η αξιοποίηση της Τ.Ν. (Artificial Intelligece – A.I.) μπορεί να αυξήσει το παγκόσμιο ΑΕΠ έως και κατά 14% μέχρι το 2030, δηλαδή περίπου 15,7 τρισ. δολ. επιπλέον σε σχέση με ένα σενάριο χωρίς την «παρουσία» της Τεχνητής Νοημοσύνης.
Πρόκειται για τη μεγαλύτερη «μονοσήμαντη» τεχνολογική υπόσχεση που έχει διατυπωθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Από την πλευρά της, η McKinsey, σε μια πιο συντηρητική αλλά εξίσου φιλόδοξη προσέγγιση, εκτιμά ότι ο συνδυασμός αυτοματοποίησης και Τ.Ν. μπορεί να προσθέσει από 0,2 έως και 3,3 ποσοστιαίες μονάδες τον χρόνο στον ρυθμό αύξησης της παραγωγικότητας.
Την ίδια στιγμή σειρά μακροοικονομικών μελετών από επενδυτικές τράπεζες χρησιμοποιούν παραδοχές πρόσθετης αύξησης της παραγωγικότητας περίπου κατά 1,5 ποσοστιαία μονάδα τον χρόνο για την επόμενη δεκαετία λόγω Τ.Ν. Αν και είναι για τεχνικές υποθέσεις, δίνουν ένα μέτρο μεγέθους των προσδοκιών που δημιουργούνται γύρω από την τεχνολογία. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) στην ειδική ανάλυση για την Ευρώπη κάνει λόγο για σωρευτική άνοδο της παραγωγικότητας της τάξης του 0,8% έως 1,1% στο βασικό σενάριο χρήσης της Τ.Ν. σε ορίζοντα μεσοπρόθεσμο (ένα σημαντικό όφελος μεν, αλλά πολύ μακριά από τις τεράστιες προσδοκίες δε).
Ανάμεσα σε αυτά τα δύο άκρα (τις εκρηκτικές υποσχέσεις και τα μετριοπαθή σενάρια) κινείται σήμερα η δημόσια συζήτηση, τόσο διεθνώς όσο και εντός των ελληνικών συνόρων. Η Τ.Ν. τροφοδοτεί ήδη τις κεφαλαιαγορές και τις αποτιμήσεις των τεχνολογικών κολοσσών. Ωστόσο, το κατά πόσο θα υπάρξει πράγματι ένα νέο «άλμα παραγωγικότητας» ή απλώς μια σειρά βελτιώσεων θα κριθεί από δύο βασικούς παράγοντες: α) πόσο γρήγορα θα περάσει η Τ.Ν. από τα powerpoints στα πραγματικά έργα και αν τα κέρδη θα διαχυθούν στην οικονομία ή θα μείνουν κλειδωμένα σε λίγους παίκτες και β) ποιος θα κρατάει τα ηνία της.
Αν η Τ.Ν. καταλήξει να είναι ένα εργαλείο στα χέρια λίγων ομίλων, θα ενισχύσει ακόμα περισσότερο τις ανισότητες παραγωγικότητας, κερδών και μισθών. Εάν, όμως, εξελιχθεί σε ουσιαστική υποδομή και στηριχθεί με επενδύσεις στις δεξιότητες των εργαζομένων, στα δεδομένα και στις ψηφιακές υποδομές, τότε η αύξηση της παραγωγικότητας μέσω της Τ.Ν. μπορεί να γίνει πραγματικό συλλογικό κέρδος. Σε αυτό το «σταυροδρόμι» βρίσκονται σήμερα τόσο η Ευρώπη όσο και η Ελλάδα.
Οταν τα «πειράματα» δεν φέρνουν αποτελέσματα
Οι πιο καθαρές ενδείξεις, φυσικά, για την επίδραση της Τ.Ν. στην παραγωγικότητα έρχονται από όσα λαμβάνουν χώρα επί του… πεδίου. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι σε μεγάλη εταιρία λογισμικού στις ΗΠΑ η χρήση βοηθού Τ.Ν. σε call center αύξησε την παραγωγικότητα κατά περίπου 14%, με τους λιγότερο έμπειρους εργαζομένους να βελτιώνουν την απόδοσή τους πάνω από 30%.
Σε πείραμα με εκατοντάδες επαγγελματίες γραφής η χρήση εργαλείου Τεχνητής Νοημοσύνης μείωσε τον χρόνο ολοκλήρωσης των κειμένων κατά 40% και ανέβασε την ποιότητα των αποτελεσμάτων κατά 18%. Πρόσφατη μελέτη σε συμβούλους δείχνει, επίσης, ότι σε δημιουργικές εργασίες όσοι είχαν πρόσβαση στην Τ.Ν. ολοκλήρωσαν πάνω από 12% περισσότερα tasks και ήταν περίπου 25% ταχύτεροι, με αισθητά υψηλότερη ποιότητα.
Ωστόσο, πέρα από αυτά τα δεδομένα σε επίπεδο «task», η μακροοικονομική εικόνα παραμένει πιο «γκρίζα». Διεθνείς οργανισμοί επισημαίνουν ότι η χρήση Τ.Ν. δεν είναι ακόμη αρκετά διαδεδομένη, ενώ η μετάβαση απαιτεί ανασχεδιασμό διαδικασιών, σημαντικές επενδύσεις σε υποδομές και νέα οργάνωση της εργασίας.
Η ελληνική πρόκληση στην παραγωγικότητα
Η Ελλάδα μπαίνει σταδιακά στην εποχή της Τ.Ν. από δύσκολη αφετηρία. Η παραγωγικότητα εργασίας παραμένει περίπου 30% χαμηλότερη από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, γεγονός που σημαίνει ότι κάθε επιπλέον μονάδα απόδοσης έχει ιδιαίτερο βάρος για την πορεία του εισοδήματος και της ανταγωνιστικότητας.
Ταυτόχρονα, η υιοθέτηση εφαρμογών Τεχνητής Νοημοσύνης από τις επιχειρήσεις είναι ακόμη περιορισμένη. Σύμφωνα με ευρωπαϊκά στοιχεία, λιγότερο από 10% των ελληνικών επιχειρήσεων δηλώνουν ότι έχουν καθιερώσει σε καθημερινή βάση την αξιοποίηση των εργαλείων της Τ.Ν. (ποσοστό αισθητά χαμηλότερο από τον μέσο όρο της Ε.Ε.). Η εικόνα, λοιπόν, είναι αντιφατική: Από τη μία πλευρά πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα παράγουν αξιόλογη δουλειά στην Τ.Ν., από την άλλη η απόσταση ανάμεσα στην ερευνητική κοινότητα και τη μικρομεσαία επιχείρηση παραμένει μεγάλη.
Πηγή: Εφημερίδα Dealnews



