Κουβαλούσε πάντα στον τσοπανόσακό του ένα μικρό βιβλίο με βίους Αγίων και το διάβαζε με κατάνυξη
Μια ιστορική και συγκινητική σελίδα για την Ορθόδοξη Εκκλησία γράφτηκε την Τετάρτη 9 Ιουλίου, ημέρα κατά την οποία η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου ανακοίνωσε την επίσημη αγιοκατάταξη του πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Γκαγκαστάθη, του απλού και φωτισμένου παπά από τον Πλάτανο Τρικάλων, ο οποίος έγινε για τον λαό του «παπα-Δημήτρης».
- Από τον Απόστολο Σπύρου
Η απόφαση ελήφθη κατόπιν θετικής εισήγησης της αρμόδιας Συνοδικής Επιτροπής της Εκκλησίας της Ελλάδος, που εξέτασε τον σχετικό φάκελο έπειτα από αίτημα του Μητροπολίτη Τρίκκης, Γαρδικίου και Πύλης κ. Χρυστοστόμου. Ετσι, ο ταπεινός ιερέας των Τρικάλων καταγράφεται πλέον επίσημα στις Αγιολογικές Δέλτους του Οικουμενικού Θρόνου, αναγνωρισμένος ως άγιος της Εκκλησίας.
Ο παπα-Δημήτρης υπήρξε μορφή βαθιάς προσευχής και καρδιακής ταπείνωσης. Δεν κατείχε πανεπιστημιακούς τίτλους, ούτε μεγάλες θέσεις. Κατείχε όμως κάτι πολύ πιο σπάνιο: καθαρή καρδιά και αδιάκοπη σχέση με τον Θεό, διακονώντας αθόρυβα το ποίμνιο για 42 ολόκληρα χρόνια. Εζησε με απλότητα, λειτούργησε με κατάνυξη, δίδαξε χωρίς λόγια και εκοιμήθη το 1975, αφήνοντας πίσω του μια πνευματική παρακαταθήκη, που όχι μόνο δεν ξεχάστηκε, αλλά γιγαντώθηκε με το πέρασμα του χρόνου.
Η φήμη της αγιότητάς του ποτέ δεν έσβησε. Αντίθετα, οι πιστοί τον επικαλούνταν στις προσευχές τους, κατέφευγαν στη μεσιτεία του και μαρτυρούσαν την παρουσία του στις ζωές τους. Με αυτή τη συγκινητική απόφαση, η Εκκλησία επιβεβαιώνει και επισφραγίζει αυτό που ο απλός λαός γνώριζε χρόνια τώρα: ο παπα-Δημήτρης ήταν και είναι Αγιος.
Παράδειγμα ζωής
Γεννήθηκε στις αρχές του 20ού αιώνα, συγκεκριμένα το 1902, στο μικρό χωριό Πλάτανος. Εκεί, στην πατρίδα του, έμελλε να περάσει και τη μεγαλύτερη μερίδα της ζωής του. Ηταν ένας ποιμένας απλός και φωτισμένος, ένας άνθρωπος της προσευχής, της σιωπής και της ταπείνωσης. Εκοιμήθη ήσυχα, ειρηνικά, στις 29 Ιανουαρίου του 1975, έχοντας αφήσει πίσω του ένα παράδειγμα ζωής που ακτινοβολούσε πίστη, καθαρότητα και αγάπη. Δεν ήταν μοναχός, έζησε μέσα στον κόσμο ως έγγαμος ιερέας, αλλά η καθημερινότητά του ήταν γεμάτη από την παρουσία του Θεού. Δεν έκανε θόρυβο, δεν επιδίωξε τη φήμη, όμως όσοι τον γνώρισαν κάνουν λόγο για έναν άνθρωπο χαριτωμένο, με ήσυχη δύναμη, με καρδιά γεμάτη φως και αγκαλιά ανοιχτή για όλους. Ηταν ένας από εκείνους τους παλιούς κληρικούς, που περνούσαν σχεδόν απαρατήρητοι και όμως στήριζαν τόσες ψυχές. Η πίστη του ήταν αθόρυβη, αλλά βαθιά. Η συνείδησή του καθαρή. Η αγάπη του για τον Θεό και τον πλησίον, απλή και απόλυτη. Και αυτή η απλότητα, τελικά, είναι που τον κάνει να ξεχωρίζει μέχρι και σήμερα.
Ο παπα-Δημήτρης δεν σπούδασε σε σχολεία. Το μόνο του «πανεπιστήμιο» ήταν τα βουνά και τα λιβάδια του χωριού του. Με κόπο και μόχθο τελείωσε το δημοτικό και από παιδί ήταν βοσκός. Ομως εκεί, ανάμεσα στα πρόβατα και τις πλαγιές, γεννήθηκε μέσα του μια βαθιά και αυθεντική πνευματικότητα. Οπου κι αν βρισκόταν, η σκέψη του ήταν στον Θεό. Είχε μνήμη Θεού, μνήμη θανάτου και όταν άκουγε τις καμπάνες από μακριά, έκλεινε τα ζώα στη στάνη και έτρεχε στην εκκλησία με δάκρυα στα μάτια. Κι αν καμιά φορά δεν μπορούσε να κατέβει στο χωριό, εκεί που ήταν -κάπου ανάμεσα στα βουνά και στις ρεματιές- γονάτιζε μόνος, δακρυσμένος και παρακαλούσε τον Θεό να του χαρίσει το έλεός Του επειδή βρισκόταν μακριά από τον οίκο Του. Δεν έχανε όμως ποτέ την επαφή. Στον τσοπανόσακό του κουβαλούσε πάντα ένα μικρό βιβλίο με βίους Αγίων και το διάβαζε με κατάνυξη. Δεν τους έβλεπε σαν μακρινά παραδείγματα, αλλά τους αισθανόταν κοντά του, σαν φίλους, φύλακες, παρηγορητές. Η απλότητά του, η καθαρότητα της ζωής του, τον έκαναν να ζει ανάμεσά τους. Κι έλεγε πάντα με σοφία και καθαρή καρδιά πως «η εργασία φέρνει την αξία».
Για την προσευχή έγραφε κάποτε σε επιστολή του ο Αγιος: «Η προσευχή είναι ένα τηλέφωνο, ένας ασύρματος που επικοινωνείς κατευθείαν με τον Θεό. Παίρνεις το νούμερο διά να πιάσεις με το τηλέφωνο της προσευχής τον Θεό και Εκείνος απαντά. Τον ακούς καθαρά, πολύ κοντά τον αισθάνεσαι. Οταν έχεις κάτι, να παίρνεις το τηλέφωνο και να μιλάς στον Θεό. Εκείνος, σαν πονετικός Πατέρας, θα σε ακούσει και θα γεμίσει την καρδιά σου από χαρά, ειρήνη, αγάπη».
Όταν ο Αγ. Νικόλαος του έσωσε τη ζωή
Ενα βράδυ, μέσα στην ησυχία του χωριού, ο παπα-Δημήτρης κοιμόταν στο ταπεινό, παλιό του σπιτάκι, μια κατοικία λιτή, φτωχική, μα γεμάτη πίστη. Ξαφνικά νιώθει κάποιον να τον σκουντάει απαλά. Ηταν ένας γέροντας, με σεβάσμιο πρόσωπο και ήρεμη φωνή, που του λέει:
«Σήκω, παιδί μου, γρήγορα… Το σπίτι θα πέσει». Ο παπα-Δημήτρης δεν έδωσε σημασία και ξανακοιμήθηκε. Μα ο γέροντας δεν τον άφησε. Τον ξύπνησε για δεύτερη φορά. Και πάλι εκείνος γύρισε πλευρό. Τρίτη φορά ο γέροντας τον ξύπνησε με επιμονή. Ο παπα-Δημήτρης σηκώθηκε, βγήκε από το σπίτι μαζί με τον γέροντα και μόλις πάτησε το πόδι του έξω το σπίτι κατέρρευσε. Γύρισε να ευχαριστήσει τον γέροντα κι εκείνος είχε χαθεί. Ηταν τότε που ο παπα-Δημήτρης κατάλαβε ποιος ήταν αυτός που τον έσωσε. Ηταν ο Αγιος Νικόλαος. Το χωριό είχε ναό αφιερωμένο στον Αγιο και η προστασία του ήταν πάντοτε ζωντανή στις ψυχές των ανθρώπων. Εκείνο το βράδυ, όμως, η παρουσία του έγινε θαύμα απτό. Ο Αγιος δεν τον άφησε να θαφτεί στα ερείπια. Ηρθε ο ίδιος να τον προφυλάξει σαν πατέρας, σαν φύλακας, σαν φίλος. Ο Αγιος θα τιμάται την ημέρα της κοίμησής του, την 29η Ιανουαρίου.