Ο προϊστάμενος του Ι. Ν. Αγ. Παντελεήμονος, π. Σπυρίδων, μιλά για το ιστορικό μνημείο στις όχθες του Ιλισού, τμήμα του οποίου αγιογραφήθηκε από συνεργάτες του Φ. Κόντογλου. Εκδηλώσεις για την ανάδειξη της διαδρομής του στον χρόνο
Στην καρδιά της Αθήνας, στις όχθες του Ιλισού, στέκει ένας ναός που κουβαλά πάνω του έναν αιώνα ιστορίας, πίστης και τέχνης. Εκεί, στα τέλη του 19ου αιώνα, διακόνησε με ταπείνωση ο Οσιος Νικόλαος Πλανάς, αφήνοντας ανεξίτηλο το πνευματικό του αποτύπωμα.
- Από τον Απόστολο Σπύρου
Δεκαετίες αργότερα, οι τοιχογραφίες του ναού θα λάμψουν μέσα από το χέρι και το ύφος των συνεργατών του μεγάλου Φώτη Κόντογλου, προσδίδοντας στο εσωτερικό του μνημείου μια σπάνια καλλιτεχνική ακτινοβολία.
Καθώς συμπληρώνονται φέτος 100 χρόνια από την ανέγερσή του (1925-2025), ο ιστορικός ναός τιμά το παρελθόν του και ετοιμάζεται να γιορτάσει με λατρευτικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις, αναδεικνύοντας την πλούσια διαδρομή του μέσα στον χρόνο.
«Στην ανατολική όχθη του ποταμού Ιλισού, κάτω από τον λόφο Κυνοσάργους, οι περιηγητές του 19ου αιώνα πιστοποιούν ότι στη θέση του ναού υπήρχε ναός αφιερωμένος στη Θεοτόκο ή την Αγία Μαρίνα» τονίζει στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» ο προϊστάμενος του Ιερού Ναού Αγίου Παντελεήμονος, πρωτοπρεσβύτερος π. Σπυρίδων Λόντος, και αναφέρει: «Το σίγουρο είναι ότι μπροστά και νότια του σημερινού ναού βρισκόταν ο παλαιός μικρός μονόχωρος ναός του Αγίου Παντελεήμονος, στον οποίο ήταν εφημέριος από το 1884 μέχρι το 1891 ο Οσιος ιερεύς Νικόλαος Πλανάς. Κηρύχθηκε ενοριακός τον Φεβρουάριο του 1885, επί δημαρχίας Δημ. Σούτσου, και εγκαινιάσθηκε στις 21 Ιουλίου του ιδίου έτους. Με την πάροδο του χρόνου, όταν στην περιοχή άρχισαν να εγκαθίστανται περισσότεροι κάτοικοι, ήταν προφανής η ανάγκη για την ανοικοδόμηση ενός μεγαλύτερου και ευρύχωρου ναού».
Ο π. Σπυρίδων υπογραμμίζει την αναγκαιότητα ανέγερσης του νέου ναού και σημειώνει ότι «το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Αθηναίων εγκρίνει τα πρώτα σχέδια του σημερινού ναού τον Ιούνιο του 1891 και την ανέγερσή του στις 2 Δεκεμβρίου 1902. Η ανέγερση του νέου ναού θα γινόταν άνευ δημοπρασίας, με βάση τα εκπονηθέντα σχέδια της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου και η πρόοδος των εργασιών ανάλογα με τα έσοδα των ερανικών επιτροπών.

Ξεκίνησε, λοιπόν, μια τεράστια προσπάθεια για την ανεύρεση οικονομικών πόρων με σκοπό την ανέγερση του σημερινού ναού, η οποία εντατικοποιήθηκε στις αρχές του 1920. Τον Οκτώβριο του 1924 η εκκλησιαστική επιτροπεία του ναού υπέβαλε φάκελο μελέτης για την ολοκλήρωση της ανεγέρσεως του ναού. Τα σχετικά διαγράμματα, υποχρεώσεις και προϋπολογισμό του έργου (750.000 δρχ.) συνέταξε ο αρχιτέκτονας του υπουργείου Εκκλησιαστικών, Χρύσανθος Κανελλόπουλος. Η ανέγερση του ναού είχε ολοκληρωθεί το 1925».
Ωστόσο, την Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 1926 κατέπεσε ο τρούλος καταστρέφοντας το μεγαλύτερο μέρος του ναού, με αποτέλεσμα οι κάτοικοι να ξεκινήσουν και πάλι την προσπάθεια αποκαταστάσεως των ζημιών, έργο που κράτησε για μια δεκαετία. «Επειτα από συντονισμένες προσπάθειες το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο κατάφερε να εξασφαλίσει από την εταιρία Α.Ε. Τιτάν Χαλκίδος δωρεάν δύο τόνους τσιμέντου και έτσι το έργο ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 1936» σημειώνει ο π. Σπυρίδων και κάνει γνωστό ότι «τα εγκαίνια του ναού τελέστηκαν την Κυριακή του Θωμά, στις 16 Απριλίου 1939, από τον τότε Επίσκοπο Ταλαντίου και μετέπειτα Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης, Παντελεήμονα Α’ (Παπαγεωργίου)».
Ο ναός ανήκει στον αρχιτεκτονικό τύπο του απλού σταυροειδούς εγγεγραμμένου τετρακιόνιου ναού μετά τρούλου, του οποίου η εγκάρσια κεραία απολήγει σε ημικυκλικές κόγχες κατά το πρότυπο του αθωνικού αρχιτεκτονικού τύπου. Οι εξωτερικές διαστάσεις του οικοδομήματος είναι 23.95 μ. x 23.55 μ. και οι διαστάσεις του ιερού βήματος είναι 2.70 μ. x 14.40 μ. Ανατολικά, βόρεια και νότια ο ναός απολήγει σε ημικυκλικές κόγχες, ενώ δυτικά φέρει νάρθηκα με δίρριχτη στέγαση. Εσωτερικά στον όροφο του νάρθηκα διαμορφώνεται υπερώο – γυναικωνίτης (11 μ. x 6.22 μ.), στον οποίο η πρόσβαση γίνεται από ΒΔ με εσωτερική κυκλική κλίμακα.
«Ο ναός είναι εξ ολοκλήρου αγιογραφημένος και έχει αγιογραφηθεί σε δύο φάσεις. Η πρώτη έγινε το χρονικό διάστημα 1948-1951 από τον ζωγράφο-αγιογράφο Δημήτριο Καφή, ο οποίος εξιστόρησε την κόγχη, τη μετόπη και την αψίδα του Ιερού Βήματος. Ο ίδιος θα αγιογραφήσει υπέροχες παραστάσεις και σε άλλα σημεία του ναού. Η δεύτερη φάση αγιογραφήσεως ξεκινά το 1976, όταν επιλέχθηκε ο αγιογράφος Γεώργιος Χοχλιδάκης, συνεργάτης του Φώτη Κόντογλου, ο οποίος ιστόρησε αρχικά τα θέματα του Παντοκράτορος, των αγγελικών δυνάμεων, των προφητών, των δικαίων και των ευαγγελιστών. Τo 1978 αναλαμβάνει την αγιογράφηση της νοτίου πλευράς του ναού, τον επόμενο χρόνο τη βόρεια και τη δυτική πλευρά, και περάτωσε με την αγιογράφηση της εισόδου και του πρόναου τo 1988» σημειώνει ο π. Σπυρίδων και συμπληρώνει ότι σώζονται φορητές εικόνες, ιερά σκεύη και άλλα.

«Υπέροχες είναι οι εικόνες του Τέμπλου, οι τέσσερις λεγόμενες δεσποτικές, έργα του ζωγράφου Γεωργίου Ν. Γλιάτα, ιστορημένες το 1935. Στο βόρειο κλίτος του Τέμπλου οι εικόνες του Αγίου Στυλιανού, έργο του ζωγράφου Ιωάννη Παπαδημητρίου τo 1934 και του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, έργο του ζωγράφου Χατζή τo 1936, ενώ στο νότιο κλίτος του οι εικόνες της Αγίας Βαρβάρας και της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, έργα του ζωγράφου Αντωνίου Καραφυλλάκη, ιστορημένες το 1932.
Μεταξύ των άλλων φορητών εικόνων που διασώζονται στον ναό μνημονεύονται ενδεικτικά η μεγάλων διαστάσεων ρωσική εικόνα του Αγίου Παντελεήμονα, έργο ανώνυμου Ρώσου δυτικότροπου αγιογράφου των αρχών του 20ού αι., η εικόνα του Αναστάντος Χριστού στον ξυλόγλυπτο δεσποτικό θρόνο, έργο των Δημ. Πελεκάση και Δημ. Καφή το 1938, η εικόνα της Αγίας Παρασκευής με σκηνές του βίου της σε προσκυνητάρι της εισόδου, έργο του Παντολέοντα Ζωγράφου το 1886, και η μικρή εικόνα του Αγίου Παντελεήμονος που φέρει ασημένια επένδυση και αποτελεί αφιέρωμα του Μητροπολίτου Αθηνών Προκοπίου του Β’ (1899). Σώζονται και κάποια ιερά σκεύη των αρχών του 20ού αιώνα» τονίζει ο π. Σπυρίδων.

140 έτη συνεχούς ενοριακής ζωής
Καταλήγοντας ο προϊστάμενος του ναού επισημαίνει ότι «με τη χάρη του Θεού συμπληρώνονται φέτος 100 έτη από την ανέγερση του ιστορικού ναού μας (1925-2025) και παράλληλα 140 έτη συνεχούς ενοριακής ζωής και μαρτυρίας. Με την ευκαιρία της συμπληρώσεως 100 ετών από την ανέγερση του ναού, το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο προγραμματίζει λατρευτικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις από 19-23 Νοεμβρίου 2025».


