Η Υπέρμαχος Στρατηγός με τα μάτια ξένων διπλωματών, στρατιωτών και ποιητών

Πλήθος μαρτυριών έχει καταγραφεί για τον πρωταγωνιστικό ρόλο της «οδηγού» του νικηφόρου στρατού της Ελλάδας κατά τη διάρκεια πολεμικών επιχειρήσεων του ’40. Οι συχνές εμφανίσεις Της στο Μέτωπο

Ο Αγγλος πρεσβευτής στην Ελλάδα το 1940, όταν ξέσπασε ο Ελληνοϊταλικός Πόλεμος κι ενώ είχε προηγηθεί το άγος του τορπιλισμού της «Ελλης» μέσα στο λιμάνι της Τήνου, ανήμερα την εορτή της Κοιμήσεως, είχε γράψει προς την κυβέρνηση της χώρας του οιονεί προφητικά: «Οι Ιταλοί θα χάσουν αυτό τον πόλεμο. Διότι πλήγωσαν το πιο ευαίσθητο κομμάτι της καρδιάς του ελληνικού λαού».

  • Από τον Γιαννη Ζαννη

Η Ιστορία δικαίωσε την πρόβλεψή του. Αναμφισβήτητα, η ίδια η εποποιία του 1940 είναι ένα από τα μεγαλύτερα θαύματα στην Ιστορία μας. Ενα θαύμα που οφείλεται ασφαλώς και στην ανδρεία και τη φιλοπατρία του ελληνικού λαού, αλλά πρωτίστως στην άνωθεν επέμβαση της Υπερμάχου Στρατηγού του, στην οποία απέδωσε και πάλι τα νικητήρια.

Ελληνες πολεμιστές

Μετά την εποποιία του 1940 και τη νίκη κατά των φασιστικών στρατευμάτων του Μουσολίνι, σε ένδειξη ευχαριστίας και ευγνωμοσύνης του ελληνικού έθνους στην Υπέρμαχο Στρατηγό του, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος αποφάσισε η εορτή της Αγίας Σκέπης να εορτάζεται την 28η Οκτωβρίου. Πλήθος μαρτυριών έχει καταγραφεί κατά τη διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων. Εδώ θα εστιάσουμε μόνο σε λίγες. Θα δούμε με μια σύντομη ματιά, εντελώς ενδεικτικά, πώς είδαν τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Κυρίας Θεοτόκου ως Υπερμάχου Στρατηγού του αγωνιζόμενου ελληνικού έθνους οι ξένοι διπλωμάτες, οι πολεμιστές στη γραμμή του μετώπου και κάποιοι ποιητές.

Το πρώτο ίσως θαύμα συνέβη κατά τον τορπιλισμό της «Ελλης», καθώς το καταδρομικό δεν ήταν ο μόνος στόχος των Ιταλών. Κοντά στην «Ελλη» βρίσκονταν δύο επιβατικά πλοία, η «Ελση» και ο «Εσπερος», που υπήρξαν επίσης στόχοι τους. Ωστόσο οι τορπίλες που εξαπολύθηκαν εναντίον τους αστόχησαν, καθώς η μία πέρασε δίπλα από την πλώρη του «Εσπερου» και η άλλη κάτω από τα ύφαλα της «Ελσης». Τα δύο επιβατικά ήταν γεμάτα με πλήθος προσκυνητών, οι οποίοι, μετά τον πρώτο αιφνιδιασμό που προκλήθηκε από τον τορπιλισμό της «Ελλης», που την έβλεπαν να φλέγεται έχοντας ταυτόχρονα πάρει και κλίση, έβλεπαν τώρα έντρομοι τις δύο νέες τορπίλες να κατευθύνονται καταπάνω τους.

Γιάννης Τσαρούχης με την Παναγία της ΝΙΚΗΣ

Εν τούτοις η Κυρά της Τήνου και του Αρχιπελάγους δεν το επέτρεψε. Οι τορπίλες ξέφυγαν από τον στόχο τους και εξερράγησαν στον λιμενοβραχίονα. Οπως περιγράφεται στην εφημερίδα της εποχής «Ασύρματος», στις 16 Αυγούστου 1940 η έκρηξη ήταν τέτοιας έντασης, ώστε το νερό και οι πέτρες στον λιμενοβραχίονα σηκώθηκαν σε ύψος 40 μέτρων, ενώ το τσιμέντο στη γεμάτη προσκυνητές προβλήτα έτρεμε σαν να γινόταν σεισμός. Αυτονόητα επρόκειτο για θαυματουργική επέμβαση της Θεοτόκου, που έσωσε τον ευσεβή της λαό.

Καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου οδηγός του νικηφόρου στρατού της Ελλάδας ήταν η Παναγία και οι στρατιώτες την έβλεπαν συχνά να τους εμψυχώνει και να τους σκεπάζει. Ενας εκ των πολεμιστών συνήθιζε μέχρι το τέλος της ζωής του να αφηγείται ένα θαυμαστό σημείο: Ενώ οι στρατιώτες πολεμούσαν υπό τις αντίξοες συνθήκες του δριμύτατου χειμώνα, αίφνης η Παναγία εμφανίστηκε μπροστά τους, τους σκέπασε προστατευτικά «ὡς ὄρνις τὰ νοσσία ἑαυτῆς» με το μαφόριό της και τους οδήγησε στη νίκη εναντίον του εισβολέα. Ενα διαρκές θαύμα, που το επιβεβαίωσαν πολλοί στρατιώτες που πολέμησαν στα βουνά της Πίνδου και της Βορείου Ηπείρου: Σε όλο το μήκος του μετώπου έβλεπαν το ίδιο όραμα, μια ψηλόλιγνη γυναικεία μορφή να βαδίζει, με την καλύπτρα από το κεφάλι στους ώμους. Ηταν η Προστάτις και Υπέρμαχος Στρατηγός, η Θεία Σκέπη των Ελλήνων.

Ο Τάσος Ρηγόπουλος, ένας από τους πολεμιστές του ’40, γράφει από το μέτωπο της Μόροβας ότι λίγες μέρες πριν επιτεθούν στα οχυρώματα των Ιταλών είδαν σε απόσταση περίπου δεκατριών μέτρων μια ψηλή, μαυροφορεμένη γυναίκα που έστεκε ακίνητη. Στο κάλεσμα του σκοπού («Τις ει;») δεν απάντησε. Σαν να είχε φτερά αετού, όρμησε μπροστά.  «Και μεις από πίσω Της» γράφει ο Τάσος Ρηγόπουλος. Και συνεχίζει: «Συνεχώς αισθανόμασταν να μας μεταγγίζει αντρειοσύνη. Ολόκληρη εβδομάδα παλέψαμε σκληρά για να καταλάβουμε τα οχυρά Ιβάν – Μόροβας. […] Εκείνη ορμούσε πάντα μπροστά. Και όταν πια νικητές ροβολούσαμε προς την ανυπεράσπιστη Κορυτσά, τότε η Υπερμάχος έγινε ατμός, νέφος απαλό και απλά χάθηκε».

Στην Υμνογραφία της Εκκλησίας μας

Στην υμνογραφία της Εκκλησίας μας ο όσιος γέροντας Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, ο κορυφαίος αυτός υμνογράφος, θα γράψει στα στιχηρά προσόμοια του Εσπερινού της Ακολουθίας της Αγίας Σκέπης:

Σκέπη τῇ φωταυγεῖ σου Ἁγνή, καὶ τῇ ἐλπίδι τῆς στεῤῥᾶς προστασίας σου, θαῤῥήσας ἀνενδοιάστως, ὁ εὐσεβής σου λαός, τῶν ἐχθρῶν τὸ θράσος ἐτροπώσατο διὸ χαριστήριον, ἀναμέλπει σοι αἴνεσιν, καὶ τῆς σῆς Σκέπης, ἑορτὴν τὴν ὑπέρλαμπρον, ἄγει σήμερον, καὶ θερμῶς Κόρη κράζει σοι· Σὺ μου σκέπη καὶ πρόμαχος, καὶ μέγα προπύργιον, καὶ σὲ ὑμνῶ Παναγία, τῇ χάριτί σου σῳζόμενος, ἀλλὰ καὶ μελλόντων, θλιβερῶν πειρατηρίων, ῥῦσαί με Δέσποινα.

Η φωτεινή νεφέλη με τη μορφή της Θεοτόκου και η πίστη των Ελλήνων που απολάμβαναν την προστασία της

Αλλά και στην κορυφογραμμή Ροντέντη οι στρατιώτες του 51ου τάγματος θα βίωναν άλλο ένα θαύμα της Σκέπης του Γένους. Το βαρύ πυροβολικό των εισβολέων έβαλλε εναντίον τους κάθε βράδυ, πάντα την ίδια ώρα (εννέα και είκοσι) από τις 22 Ιανουαρίου έως και τις αρχές Φεβρουαρίου. Μάταια οι ανιχνευτές προσπαθούσαν να εντοπίσουν τη θέση του εχθρικού πυροβολικού, που συνέχιζε απτόητο την καταστροφική του δράση, την ίδια ακριβώς ώρα κάθε βράδυ, προξενώντας τεράστιες απώλειες και έντονο εκνευρισμό στο τάγμα.

Ενα βράδυ του Φεβρουαρίου, μόλις άρχισαν πάλι να πέφτουν οι βολές, την ίδια πάντα ώρα, αυθόρμητα ο ταγματάρχης επικαλέστηκε τη βοήθεια της Παναγίας. Μπροστά στα έκπληκτα μάτια των Ελλήνων στρατιωτών, πρόβαλε τότε στο βάθος μια φωτεινή νεφέλη, που σιγά σιγά γινόταν σαν φωτοστέφανο, και στη μέση διέκριναν τη μορφή της Υπεραγίας Θεοτόκου. Την είδαν να γέρνει προς τη γη, στο έδαφος, ώσπου στάθηκε σε ένα φαράγγι. «Θαύμα» αναφώνησαν με μια φωνή οι στρατιώτες, κάνοντας το σημείο του σταυρού. Εχοντας εντοπίσει πια τη θέση του εχθρού, τα ελληνικά πυροβόλα ανταπέδωσαν πετυχαίνοντας με ακρίβεια τον στόχο τους. Η εχθρική πυροβολαρχία είχε εξουδετερωθεί.

Οπως αναφέρει η Μερόπη Σπυροπούλου στο έργο της «Στην εποποιία του 1940-41 με πίστη», ο Βρετανός πρεσβευτής στην Ελλάδα το 1940 Michael Palairet σε αναφορά του προς τους ανωτέρους του επισημαίνει την πίστη των Ελλήνων ότι ο στρατός τους απολάμβανε την ιδιαίτερη προστασία της Παναγίας και ότι οι νίκες του, που μπορούν να χαρακτηριστούν θαυματουργικές, οφείλονταν αναμφισβήτητα στην επέμβασή της. Υπογραμμίζει δε ότι η επίθεση εναντίον της «Ελλης» αποδείχθηκε ένα σοβαρό λάθος των Ιταλών, για το οποίο είχαν μετανοήσει πικρά, αφού, σημειώνει, η κίνηση αυτή ένωσε την Ελλάδα και τη βοήθησε εξαρχής, με την πεποίθηση ότι ο στρατός της λάμβανε την άνωθεν βοήθεια. Μια πίστη, καταλήγει ο Αγγλος πρέσβης, που έχει ανεκτίμητα αξία σε μια χώρα με βαθιές και ισχυρές θρησκευτικές παραδόσεις.

Αξίζει, τέλος, να αναφερθεί ένα θαύμα που έλαβε χώρα στη Θεσσαλονίκη και το περιγράφει ο λογοτέχνης Ντίνος Χριστιανόπουλος σε κάποιο άρθρο του, το οποίο περιλαμβάνεται στο βιβλίο «Θεσσαλονίκην, οὗ μ’ ἐθέσπισεν… – Αὐτοβιογραφικὰ κείμενα», των εκδόσεων Ιανός (Θεσσαλονίκη, 2008). Αναφέρει λοιπόν εκεί ο Ντίνος Χριστιανόπουλος ότι ξαφνικά εμφανίστηκαν σε καμιά δεκαριά σημεία στο κέντρο της Θεσσαλονίκης στα τζάμια διαφόρων καταστημάτων εικόνες με τη μορφή της Παναγίας.

Δεν ήταν ζωγραφισμένες, ήταν αχειροποίητες και σχηματίζονταν μέσα στο υλικό του γυαλιού, δεν ήταν δηλαδή ούτε από την εσωτερική ούτε από την εξωτερική του πλευρά. Και ήταν χρωματισμένες οι εικόνες εκείνες, με χρώματα όμως άυλα και ανεξίτηλα. Υπήρξε και ο ίδιος ο συγγραφέας αυτόπτης μάρτυρας μιας τέτοιας εμφάνισης, στην τζαμαρία κάποιου κουρείου. Ηταν μια εικόνα της Παναγίας, πολύ καθαρή, βυζαντινή και ανεξίτηλη, τέτοια που δεν άφηνε στους σκεπτικιστές περιθώριο για αμφιβολίες.

Οπως περιγράφει ο Ντίνος Χριστιανόπουλος στο ίδιο κείμενο, «Ἔπιανες τὸ τζάμι καὶ δὲν ἔπιανες τίποτα. Ἀλλὰ ἡ εἰκόνα ὑπῆρχε. Δὲν κάλυπτε ὅλη τὴν ἐπιφάνεια τοῦ τζαμιοῦ, ἀλλὰ μόνο τὸ κέντρο του. Θὰ ἔλεγες πὼς ἦταν σὰν βιτρώ, ἀλλὰ δὲν ἦταν οὔτε βιτρώ. Τὰ χρώματα ἦταν πολὺ ἄυλα καὶ ἀχνά».*

Οι εικόνες αυτές της Παναγίας, συνεχίζει ο συγγραφέας, έμειναν περίπου έναν μήνα και κατόπιν χάθηκαν, το ίδιο ξαφνικά όπως εμφανίστηκαν, κάτι που πολλοί θεώρησαν κακό οιωνό. Πιθανόν συνέβη λίγο πριν από την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα. Στο Μέτωπο η Παναγιά είναι παρούσα.

Συντροφεύει, παρηγορεί, εμπνέει τους στρατιώτες: «…Μας βελονιάζει τα κόκκαλα η νύχτα στ’ αμπριά. Εδώ μέσα μεταφέραμε τα φιλικά πρόσωπά μας και τ’ ασπαζόμαστε, τη μυρωδιά του σπιτιού, τη θέα των λόφων, την άπλα της θάλασσας, τις πλεξούδες των κοριτσιών, μεταφέραμε την Παναγία με το γαρούφαλλο, ασίκισσα, που μας σκεπάζει τα πόδια πριν από το χιόνι, που μας διπλώνει στην μπόλια της πριν απ’ το θάνατο» έγραφε ο Νικηφόρος Βρεττάκος.

Και ο Αγγελος Σικελιανός θα γράψει, σχεδόν προσευχητικά: «Παρθένα μάννα, του στρατού σου ασπίδα, το πικρό ποτήρι ως την στερνή τόπιαμε στάλα δράμε εκεί, που τα ίδια σπλάχνα σου ξεσκίζουν. Ανοιξ’ το δρόμο, ακοίμητη, να πάμε όπου τουφέκι και λιβανιστήρι. Οι αρματωμένοι τους ναούς φροντίζουν! Στο ναό σου, όλος να μπει ο στρατός σου, κάμε!»

Και ο Τίμος Μωραϊτίνης θα γράψει: «Δεν είμ’ εγώ το άδικο, το δίκιο είμ’ εγώ δεν είμ’ εγώ κατακτητής, εγώ είμ’ η Ελλάδα κι έστησα εδώ τη λόγχη μου αλύγιστη λαμπάδα, τη Υπερμάχω Στρατηγώ».

ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
*. Πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου, «Η Υπέρμαχος Στρατηγός,» εκδόσεις Γρηγόρη, Αθήνα 2014, σ. 125.









spot_img

Ροή ειδήσεων









spot_img

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ