Η πρώην Σταρ Ελλάς και πτυχιούχος Κοινωνικής Θεολογίας μιλά στην «Ο.Α.» με αφορμή το νέο βιβλίο της. Οπως λέει: «Αρρώστια είναι το αναπάντητο ερώτημα της ύπαρξης, που μένει κενό μέσα μας. Οταν πλησιάζουμε τον Θεό, τα ερωτήματα σιωπούν και οι αρρώστιες εξατμίζονται»
Εγραψα το συγκεκριμένο βιβλίο για να αφυπνίσω – πρώτα τον εαυτό μου και έπειτα τον αναγνώστη. Οχι επειδή πιστεύω πως κατέχω την αλήθεια ή πως όσα γράφω είναι σωστά ή λάθος, αλλά επειδή η αφύπνιση γεννιέται και μέσα από την κριτική σκέψη.
- Από τον Σωτήρη Λέτσιο
Θεωρώ απαραίτητο, πέρα από την ανάγνωση και τον εμπλουτισμό της γνώσης, να καλλιεργούμε τη διάκριση και την αμφισβήτηση. Δεν γράφω για να επηρεάσω, γράφω για να προβληματίσω». Με τα λόγια αυτά -καταστάλαγμα των πνευματικών της αναζητήσεων αλλά και της θεολογικής της κατάρτισης- αναφέρεται μιλώντας στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» η Λένα Παπαρρηγοπούλου στο νέο βιβλίο της με τίτλο «Η δύναμη της αρρώστιας μου – Μια θεϊκή οπτική για την ομορφιά, τις ανθρώπινες σχέσεις και την αγάπη», που κυκλοφόρησε πριν από μερικές ημέρες.
Η κυρία Παπαρρηγοπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα και το 2002 στέφθηκε Σταρ Ελλάς. Είναι πτυχιούχος Κοινωνικής Θεολογίας και κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στη Φιλοσοφία, τη Θρησκειολογία και την Κοινωνιολογία. Ως συγγραφέας εξερευνά τη στωική φιλοσοφία, τη θρησκεία και τα υπαρξιακά ερωτήματα που απασχολούν τον σύγχρονο άνθρωπο. Δείγματα αυτού του προβληματισμού της υπάρχουν και στο πρώτο της βιβλίο «Στωική Φιλοσοφία της Θρησκείας» (2020), στο οποίο παρουσιάζονται οι βασικές αρχές του στωικισμού και η σύνδεσή τους με τη θρησκευτική εμπειρία.
Ποια είναι όμως η σημασία της «αρρώστιας» και με ποιον τρόπο προσεγγίζει η κυρία Παπαρρηγοπούλου το μείζον όσο και ιδιαίτερο αυτό θέμα; Το να σπουδάζει κάποιος και να διαθέτει υψηλό δείκτη νοημοσύνης, αλλά να μην μπορεί συγχρόνως να αναγνωρίσει ότι μέσα του υπάρχει ένας πνευματικός κόσμος, αυτό κατά την κυρία Παπαρρηγοπούλου είναι ένδειξη αρρώστιας. «Αρρώστια είναι να αρνείσαι να καλλιεργήσεις το πνεύμα σου -είτε μέσα από τη γνώση είτε μέσα από τη σιωπή- και να ζεις πάνω στη γη μόνο ως σώμα, όχι ως ψυχή» απαντά η ίδια και συνεχίζει: «Αρρώστια είναι το αναπάντητο ερώτημα της ύπαρξης που μένει κενό μέσα μας. Οταν πλησιάζουμε τον Θεό, τα ερωτήματά μας σιωπούν σιγά σιγά και οι αρρώστιες εξατμίζονται». Σε συνάρτηση με τα παραπάνω βρίσκεται και το θέμα της αγάπης.
Για εκείνη ο πρώτος κανόνας είναι να γνωρίζεις τον εαυτό σου και έπειτα να τον αγαπήσεις, ενώ κάνει και την εξής παρατήρηση: «Σήμερα έχουμε αποπροσανατολιστεί τόσο πολύ που έχουμε χάσει το νόημα και τη “μετάφραση” της Αγάπης: Είμαστε όλοι Ενα, προερχόμενοι από τον Θεό. Αγαπώντας και τιμώντας τον εαυτό μας ως “κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση” αγαπάμε και τον εταίρο, τον συνάνθρωπό μας. Οχι δουλικά, ούτε επιτρέποντας τοξικούς ανθρώπους στη ζωή μας. Αντίθετα, αποφεύγουμε και αρνούμαστε να ερχόμαστε σε επαφή με όσους μας βλάπτουν. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν τους αγαπάμε, αλλά ότι κατανοούμε την επιλογή τους να ζουν όπως θέλουν, διακρίνοντας μέσα τους τον Θεό αλλά και την ελευθερία βούλησής τους να μην πορεύονται “θεϊκά”».
Ορίζοντες σκέψης
Πρόσωπο με βαθιά θρησκευτική συνείδηση, η κυρία Παπαρρηγοπούλου έχει επίσης κατανοήσει πως η επικοινωνία με τον Θεό ανοίγει διάπλατα τους ορίζοντες της σκέψης: «Οσο η επικοινωνία μας με τον Θεό γίνεται πιο πνευματική, και όχι τόσο επιφανειακή, τόσο η ικανότητά μας να αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο γύρω μας και να προσφέρουμε ουσιαστικά πράγματα εξελίσσεται. Οι πράξεις μας δεν υποκινούνται μόνο από τις σκέψεις ή τα συναισθήματά μας, αλλά από μια φώτιση που προέρχεται από το Θείο, από την ανώτερη δύναμη ή, αλλιώς, από την ίδια τη ζωή που μας εμπνέει. Και τα ουσιαστικά πράγματα δεν χρειάζεται πάντα να είναι υλικά. Μερικές φορές αρκεί να μεταδώσουμε φως μέσα από τη θετική μας ενέργεια» υπογραμμίζει χαρακτηριστικά.
Ως θρησκευόμενη προσωπικότητα, η κυρία Παπαρρηγοπούλου αντιλαμβάνεται τη σημασία του θαύματος στη ζωή και στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς μας. Στο ερώτημα εάν έχει βιώσει το θαύμα στη ζωή της, απαντά ως εξής: «Ομολογώ πως δεν χρειάστηκα ένα θαύμα για να έρθω σε επικοινωνία με τον Θεό. Από νωρίς βίωσα μέσα μου μια αλήθεια που δεν χρειάστηκε να αποδειχτεί, αλλά υπήρχε. Θαύμα για μένα είναι το ότι οι περισσότερες αποφάσεις μου συνοδεύτηκαν από θετική έκβαση -είτε ήταν οι σπουδές είτε ο διαγωνισμός ομορφιάς ή η επιλογή να ταξιδέψω μόνη στην Αμερική, στον νότιο Ειρηνικό ή στην Ασία, γνωρίζοντας ελάχιστους ανθρώπους. Για μένα αυτό είναι θαύμα: να κινείσαι πάνω στη γη μόνη, έχοντας πυξίδα και ασπίδα τον Χριστό, και ακόμη περισσότερο ως γυναίκα. Αυτή τη ζωή τη θεωρώ ένα θαύμα και αξίζει να συνεχίσω να τη ζω».
Δώρο Θεού αλλά και εργαλείο η ομορφιά
Η συγγραφέας αναγνωρίζει πως είναι δώρο το ότι γεννήθηκε με ομορφιά αλλά και ένα «εργαλείο» που της επέτρεψε να διακρίνει τις προθέσεις των ανθρώπων μέσα από τον τρόπο που την αντιμετωπίζουν. Ωστόσο, μέσα από αυτή την παρατήρηση απέκτησε την ικανότητα να αναγνωρίζει τις αδυναμίες τους, τονίζοντας πως η ομορφιά θα πρέπει να καλλιεργηθεί πνευματικά, ενώ σημειώνει και το εξής: «Η εξωτερική ομορφιά ενός ανθρώπου μπορεί να αναβαθμίσει την προσωπικότητα, όταν την αντιλαμβάνεται αυτός ως δώρο Θεού. Ακόμη και χωρίς πτυχία ή επιστημονική γνώση, ένας ενάρετος, αγνός, φωτεινός άνθρωπος με όμορφη εμφάνιση έχει ήδη προσωπικότητα που αρκεί, ώστε μπορεί να μεταδίδει φως στους γύρω του».



