Σε σύγχρονο γόρδιο δεσμό εξελίσσεται ο σχηματισμός της νέας κυβέρνησης, καθώς συνεχίζεται η κατάρρευση της Ν.Δ. Οι συσχετισμοί και τα σενάρια που εξετάζονται στο παρασκήνιο
Ως μια πολύ δύσκολη εξίσωση -εάν όχι ως σύγχρονος γόρδιος δεσμός-, που εκτός από μαθηματικά απαιτεί άριστη γνώση και της πολιτικής τέχνης, αντιμετωπίζεται ήδη ο σχηματισμός κυβέρνησης από τη Βουλή των επόμενων εκλογών, για τις οποίες όλοι βρίσκονται με το όπλο παρά πόδα, παρά τις συνεχείς δηλώσεις Μητσοτάκη για την άνοιξη του 2027.
- Από τον Ανδρέα Καψαμπέλη
Η επικείμενη δημιουργία κομμάτων από τον Αντώνη Σαμαρά και τον Αλέξη Τσίπρα κάνει ακόμα πιο ρευστό το σκηνικό, αυξάνει τα εναλλακτικά σενάρια -ακόμα και τα πιο προωθημένα-, ενώ το πλέον χαρακτηριστικό στοιχείο αυτής της δυσκολίας είναι ότι, εν μέσω πρωτοφανούς αβεβαιότητας στο εκλογικό σώμα, 5.000 ψήφοι θεωρούνται αρκετοί, ανάλογα με το πού θα στραφούν, για να φέρουν κυριολεκτικά τα πάνω κάτω την ώρα που θα ανοίγουν οι κάλπες.
Ολα δείχνουν καταρχάς ότι ο «μαγικός αριθμός» θα είναι το 25%, καθώς αποτελεί το όριο για να πάρει το μπόνους -από 20 έως 50 έδρες- το πρώτο κόμμα, στοιχείο που είναι και η ελάχιστη προϋπόθεση για να έχει ελπίδες πολιτικής επιβίωσης ο κ. Μητσοτάκης. Ηδη στην πρόθεση ψήφου η Ν.Δ., παρά τις συνεχείς επικοινωνιακές ενέσεις, σε όλες τις δημοσκοπήσεις κινείται σταθερά κάτω από αυτό το ποσοστό, και το «κόμμα Σαμαρά» αναμένεται να επισφραγίσει αυτή την τάση. Αυτό σημαίνει ότι το εκλογικό σύστημα μετατρέπεται αυτομάτως σε απλή αναλογική και το ζήτημα των συνεργασιών καθίσταται πολύ πιο σύνθετο.
Με 24,9%, το πρώτο κόμμα θα εκλέξει το πολύ 80 βουλευτές. Αν υποχωρήσει περαιτέρω, π.χ. στα επίπεδα του 22%-23%, οι έδρες θα πέσουν γύρω στις 70. Αντίθετα, αν φτάσει το 25% (δηλαδή μόλις 0,1% πάνω από το κρίσιμο όριο), οι έδρες θα κυμανθούν γύρω στις 95-100. Αυτομάτως η διαφορά είναι περίπου 15-20 έδρες, που αποκτούν τεράστια σημασία. Ο ακριβής αριθμός εξαρτάται και από το πόσα κόμματα θα μείνουν εκτός Βουλής· στις εκλογές του 2023 η αθροιστική δύναμή τους είχε φτάσει στο 6,1%. Από εκεί και πάνω, για κάθε 0,5% προβλέπεται μπόνους από μία έδρα, έως τις σαράντα που αποτελούν -με ποσοστό 40%- το ταβάνι. Η Ν.Δ., ακόμα και με το 30% που της δίνουν σήμερα οι ευνοϊκότερες γι’ αυτή δημοσκοπήσεις στην εκτίμηση αποτελέσματος, απέχει πολύ από το 37%-37,5% που είναι ο πήχης για τις 151 έδρες της αυτοδυναμίας.
Κάτω από το 25%
Εάν επιβεβαιωθούν οι υπάρχουσες τάσεις και η Ν.Δ. μείνει κάτω από το 25%, οι παρενέργειες προβλέπονται καταλυτικές σε όλα τα επίπεδα. Πρώτα απ’ όλα αναμένεται να ανακύψει άμεσα το -υποβόσκον σήμερα- θέμα αλλαγής ηγεσίας, ενώ η σχεδιαζόμενη από τον κ. Μητσοτάκη διλημματική προσφυγή σε δεύτερες εκλογές θα είναι άνευ πρακτικού αντικρίσματος για την επίτευξη αυτοδυναμίας και θα φρεναριστεί. Επίσης, με 70-80 έδρες στο πρώτο κόμμα, κάθε σενάριο σχηματισμού κυβέρνησης παραμένει κυριολεκτικά ανοικτό, ακόμα και χωρίς τη συμμετοχή της Ν.Δ.
Για να μπορέσει η Ν.Δ. να διατηρηθεί στην εξουσία, με τους σημερινούς συσχετισμούς, δεν θα αρκεί ένας μόνο εταίρος· θα χρειαστούν τουλάχιστον ακόμα δύο κόμματα άνω του 12% (και άνω των 35 εδρών το καθένα), ώστε να επιτευχθεί οριακά το 151 στη νέα Βουλή. Ωστόσο, είτε σε κεντροαριστερή είτε σε κεντροδεξιά κατεύθυνση, ένα τέτοιο σενάριο δεν δείχνει ιδιαίτερα ρεαλιστικό.
Μία εναλλακτική διέξοδος που έχει επανέλθει στον δημόσιο διάλογο αφορά τη συγκρότηση κυβέρνησης ευρύτερων συνεργασιών: είτε “μίνι οικουμενικής” είτε “ειδικού σκοπού”, με τη συμμετοχή περισσότερων κομμάτων, για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και με σαφώς προσδιορισμένη αποστολή. Αλλη επιλογή -ανάλογα με τη δύναμη των κομμάτων- είναι η δημιουργία κυβέρνησης μειοψηφίας, χωρίς τη συμμετοχή της Ν.Δ., για την οποία, με βάση το Σύνταγμα, αρκούν 120 θετικές ψήφοι στη νέα Βουλή.
Το σκηνικό διαφοροποιείται εάν η Ν.Δ. ως πρώτο κόμμα υπερβεί το όριο του 25%. Και πάλι, όμως, οι δυσκολίες παραμένουν τεράστιες. Για να καλύψει την απόσταση μέχρι το 151, ο ενδεχόμενος κυβερνητικός εταίρος θα πρέπει να έχει υψηλές επιδόσεις και να φτάσει πάνω από 17%, ώστε να κερδίσει τουλάχιστον 50 έδρες. Ωστόσο, με βάση τις σημερινές καταγραφές, ακόμα και το ΠΑΣΟΚ -που βρίσκεται στη δεύτερη θέση- απέχει πολύ από αυτό το ποσοστό, ενώ η συνεργασία με τη Ν.Δ., ειδικά υπό την ηγεσία του κ. Μητσοτάκη, αποκηρύσσεται κατηγορηματικά από τη Χαριλάου Τρικούπη. Ούτως ή άλλως, όποιο κόμμα αναδειχθεί αξιωματική αντιπολίτευση θα επιδιώξει, στη σκιά και της καταστροφικής εμπειρίας του παρελθόντος, να αποφύγει τη φθορά της κυβερνητικής συνεργασίας· επομένως η σύμπραξη θα πρέπει να αναζητηθεί σε άλλα -και ποια;- κόμματα.
Στην περίπτωση που επιτευχθεί ο στόχος του 30% -ακόμα και κατόπιν δεύτερων εκλογών- για τη Ν.Δ., οι έδρες της στη νέα Βουλή υπολογίζονται γύρω στις 115. Επομένως θα χρειαστεί είτε έναν εταίρο με ποσοστό άνω του 12,5% και περίπου 36 έδρες είτε περισσότερα κόμματα που να φτάνουν αυτό το άθροισμα. Υπάρχει, βεβαίως, και το σενάριο διάσπασης κομμάτων ή αποσκίρτησης βουλευτών για να συμπληρωθεί ο απαιτούμενος αριθμός.
Τα υπό δημιουργία κόμματα Σαμαρά και Τσίπρα ρευστοποιούν περαιτέρω το σκηνικό
Σε αυτό το σκηνικό, το υπό δημιουργία κόμμα Σαμαρά αποτελεί μία από τις άγνωστες μεταβλητές της εξίσωσης. Ο ίδιος, στην πρόσφατη τηλεοπτική συνέντευξή του, επικαλούμενος δημοσκοπήσεις, ανέφερε ότι το νέο σχήμα μπορεί να φτάσει έως το 16%. Οσοι δηλώνουν ότι «σίγουρα» θα το ψηφίσουν ήδη ανέρχονται περίπου στο 4%, και αυτό δημιουργεί ένα μεγάλο εύρος που ξεκινά από 12-23 και φτάνει ως 48-52 έδρες στη νέα Βουλή. Ανάλογα με τις επιδόσεις του επί του πεδίου, το κόμμα του πρώην πρωθυπουργού μπορεί να αποδειχθεί ρυθμιστής του σχηματισμού βιώσιμης κυβέρνησης, με πρώτο βεβαίως ανοικτό θέμα την ανάληψη της πρωθυπουργίας από πρόσωπο άλλο εκτός του κ. Μητσοτάκη, παρά την απέλπιδα προσπάθειά του να παραμείνει γαντζωμένος μέχρι τέλους στην καρέκλα.
Τη ρευστότητα εντείνει, την ίδια ώρα, και στον χώρο της Κεντροαριστεράς η αναμονή της δημιουργίας νέου κόμματος από τον Αλέξη Τσίπρα. Αν και το σενάριο της «προοδευτικής διακυβέρνησης», που διακινείται αποσπασματικά από διάφορες πλευρές, παραμένει προς το παρόν θεωρητικό και ευχετικό, για να αποκτήσει ρεαλιστική διάσταση θα πρέπει -πέραν της καθήλωσης της Ν.Δ. κάτω από το 25%- να «βγαίνουν» και οι αριθμοί. Στην υπόθεση ότι τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και το κόμμα Τσίπρα θα αποσπάσουν από 15% και πάνω το καθένα, αυτό μεταφράζεται σε άθροισμα περίπου 100 εδρών στη νέα Βουλή.
Για να φτάσουν το απαιτούμενο όριο των 120 εδρών για κυβέρνηση μειοψηφίας, θα πρέπει να κινηθούν αμφότερα στην περιοχή του 18%, ανάλογα επίσης με το ποσοστό των εκτός Βουλής κομμάτων. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, καθοριστικής σημασίας θα είναι η στάση των άλλων κομμάτων της Κεντροαριστεράς και της Αριστεράς -όπως της Πλεύσης Ελευθερίας, του κόμματος Κασσελάκη, του ΜέΡΑ25, εφόσον είναι εντός Βουλής, ή ακόμα και του ΚΚΕ- όχι απαραίτητα για να στηρίξουν, αλλά τουλάχιστον για να παράσχουν «ανοχή» σε ένα τέτοιο κυβερνητικό σχήμα.