Ο «πατέρας» του Ζορμπά και της Στέλλας δεν είναι πια εδώ

«Γέννησε» τον αγροίκο, τον τσαπατσούλη, τον πολυλογά και τον χορευταρά Αλέξη Ζορμπά και τη μοιραία Στέλλα. Μετέφερε στον κινηματογράφο Ευριπίδη και Καζαντζάκη. Κέρδισε τρία Οσκαρ, αλλά δεν πάτησε στο κόκκινο χαλί για να τα παραλάβει, γιατί -πολύ απλά- τα βραβεία δεν ήταν αυτοσκοπός. Στη 45χρονη κινηματογραφική του πορεία, άλλωστε, ο Μιχάλης Κακογιάννης ήταν ένας από τους λίγους Ελληνες σκηνοθέτες που κατάφερε να βγάλει τον ελληνικό κινηματογράφο από το καβούκι του. Ηδη από την πρώτη του ταινία, το «Κυριακάτικο ξύπνημα» (1954), «έδειξε τα δόντια» του στη βιομηχανία του θεάματος. Αλλωστε, ο ίδιος δεν δίσταζε να δηλώσει ότι «στον κινηματογράφο πρέπει να είσαι δικτάτορας. Διοικείς πλήθος ανθρώπων, γίνεσαι θεός κατά κάποιον τρόπο, αφού πλάθεις ζωή…»

Χθες τα ξημερώματα, ο γεννημένος Κύπριος, αλλά πάνω από όλα φιλέλληνας σκηνοθέτης άφησε την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός. Το Σάββατο εισήχθη εσπευσμένα στη Μονάδα Αυξημένης Φροντίδας με λοίμωξη αναπνευστικού και επιβάρυνση της καρδιακής του λειτουργίας. Δεν άντεξε. «Εσβησε» στα 90 του χρόνια.

Γεννημένος στη Λεμεσό της Κύπρου στις 11 Ιουνίου 1921, ο γιος του Παναγιώτη και της Αγγελικής Κακογιάννη σπούδασε Νομική, Δραματικές Τέχνες και Σκηνοθεσία στην καρδιά της βρετανικής πρωτεύουσας. Το διάστημα όπου βρισκόταν στο Λονδίνο, εργάστηκε στην ελληνική υπηρεσία του BBC, ως μεταφραστής και εκφωνητής, και αργότερα, μόλις 22 χρόνων, ανέλαβε τη διεύθυνση της «Κυπριακής Ωρας». Η προσπάθειά του να ασχοληθεί με την ηθοποιία δεν προχώρησε, αφού η σκηνοθεσία τον κέρδισε.

Η συνεργασία που ξεκίνησε με την Ελλη Λαμπέτη στο «Κυριακάτικο Ξύπνημα» θα συνεχιστεί και σε ακόμη τρεις ταινίες «Το κορίτσι με τα μαύρα» (1956), «Το τελευταίο ψέμα» (1958) και το «Ετσι έσβησε η αγάπη μας» («Il relitto», 1961), που πέρυσι προβλήθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, έχοντας αποκατασταθεί από το Ιδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης».

Σε αυτόν οφείλεται και η πρώτη εμφάνιση στο σελιλόιντ της Μελίνας Μερκούρη στη θρυλική ταινία του «Στέλλα», ένα φιλμ που παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ Κανών το 1955.

Αναμφίβολα η μεγαλύτερη επιτυχία του ήταν η ταινία του 1964 «Αλέξης Ζορμπάς», ένα φιλμ βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη που έσκισε στα βραβεία της αμερικανικής ακαδημίας Οσκαρ. Από τις συνολικά επτά υποψηφιότητες -μεταξύ άλλων και Οσκαρ καλύτερης ταινίας-, το φιλμ απέσπασε τρία βραβεία, εκείνο του Β’ γυναικείου ρόλου (Λίλα Κέντροβα), ασπρόμαυρης φωτογραφίας και σκηνογραφίας. Στην τελετή ο Κακογιάννης απουσίαζε, δείχνοντας έτσι ότι τα βραβεία και οι διακρίσεις δεν υπήρξαν ποτέ για εκείνον αυτοσκοπός.

Η τολμηρή του απόφαση να μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη τις τραγωδίες του Ευριπίδη αποδείχθηκε επιτυχημένη. Η πρώτη από αυτήν την τριλογία, η «Ηλέκτρα» (1962), σάρωσε τα βραβεία στα κινηματογραφικά φεστιβάλ, ήταν υποψήφια για Οσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας, ενώ έφερε στο προσκήνιο την Ειρήνη Παππά, για την οποία είχε δηλώσει ο σκηνοθέτης ότι είναι ικανή για μεγάλους ρόλους. Για τη δεύτερη ταινία της τριλογίας, τις «Τρωάδες», επιστράτευσε τις Κάθριν Χέμπορν και Βανέσα Ρεντγκρέιβ, ενώ με την «Ιφιγένεια» απέσπασε μια ακόμη υποψηφιότητα Οσκαρ καλύτερης ταινίας (1977).

Το φιλμ, ωστόσο, για το οποίο ο ίδιος έχει δηλώσει πολλάκις ότι είναι υπερήφανος είναι το ντοκιμαντέρ «Αττίλας ’74», μια μοναδική καταγραφή των γεγονότων που ακολούθησαν μετά την εισβολή των Τούρκων. «Πήγα χωρίς να έχω σκεφτεί τίποτε, χωρίς προκατασκευασμένες ιδέες. Τον Αττίλα τον σκηνοθέτησε η ιστορία, όχι εγώ» είπε έναν χρόνο μετά την ολοκλήρωση του ντοκιμαντέρ. Η τελευταία του ταινία ο «Βυσσινόκηπος» του 1999 ήταν για εκείνον το κύκνειο άσμα μιας πλούσιας κινηματογραφικής αλλά και θεατρικής καριέρας.

Το τελευταίο αντίο στο Ιδρυμα της ζωής του

Ο Μιχάλης Κακογιάννης, ο οποίος δεν απέκτησε ποτέ οικογένεια, ήταν αφοσιωμένος πλήρως στην καλλιτεχνική του δημιουργία. Για την προσφορά και το έργο του έχει τιμηθεί με τον Ταξιάρχη των Γραμμάτων και των Τεχνών στη Γαλλία, ενώ έχει βραβευτεί και από την Ακαδημία Αθηνών. Δικό του έργο και ο νυχτερινός φωτισμός της Ακρόπολης, τον οποίο πρώτος εκείνος οραματίστηκε και χρηματοδότησε, ιδρύοντας τον σύλλογο Οι φίλοι της Αθήνας. Η τελευταία του… σκηνοθετική πράξη γράφτηκε το 2004, με τη δημιουργία του Ιδρύματος που έχει ταχθεί στην προώθηση των τεχνών και έφερε το όνομά του. «Τώρα σκηνοθετώ με το Ιδρυμά μου τον επίλογο» είχε πει παλιότερα. Eκει στον περίβολο του αγαπημένου του πολιτιστικού φορέα θα ταφεί την Πέμπτη 28 Ιουλίου, καθώς αυτή ήταν η τελευταία του επιθυμία. Η νεκρώσιμη ακολουθία θα ψαλεί στον ιερό ναό Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτου.

Γιώτα Βαζούρα

{{-PCOUNT-}}12{{-PCOUNT-}}

Η εφημερίδα δημοκρατία δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Κορυφαίες Ειδήσεις

Προτεινόμενα