Θέμα εβδομάδων είναι η ρύθμιση για την εξίσωση των εργασιακών σχέσεων των τραπεζικών υπαλλήλων που εργάζονται στις κρατικές τράπεζες με όσα ισχύουν στον ιδιωτικό τομέα, με στόχο τη διευκόλυνση των απολύσεων που θα συνοδεύσουν τις πολυδιαφημισμένες συγχωνεύσεις. Στελέχη των τραπεζών εκτιμούν ότι η κυβέρνηση θα επιχειρήσει να προχωρήσει μέσα στο καλοκαίρι στη σχετική πρωτοβουλία, η οποία διευκολύνει τους τραπεζικούς γάμους. Ούτως ή άλλως, στο Μνημόνιο προβλέπεται ότι «η κυβέρνηση παρουσιάζει νομοθεσία που κατατάσσει όλους τους υπαλλήλους των τραπεζών στο ίδιο καθεστώς του ιδιωτικού τομέα, ανεξάρτητα από το ιδιοκτησιακό καθεστώς της τράπεζας».
Σε μια κίνηση χαρακτηριστική του κλίματος, η διοίκηση της Εμπορικής Τράπεζας προχώρησε προ ημερών σε καταγγελία των επιχειρησιακών συλλογικών συμβάσεων που είχαν υπογραφεί από το 1994 ως σήμερα με αποτέλεσμα να αντιδράσει έντονα η ΟΤΟΕ. Η διοίκηση της τελευταίας έχει από την αρχή του έτους προειδοποιήσει ότι θα τηρήσει σκληρή στάση στην περίπτωση που προχωρήσει η κατάταξη όλων των τραπεζοϋπαλλήλων σε καθεστώς ιδιωτικού τομέα.
Οι τραπεζίτες, από την πλευρά τους, γνωρίζουν ότι μόνον έτσι θα προχωρήσουν οι περίφημες συγχωνεύσεις, οι οποίες έρχονται πιο κοντά μετά και τη συμφωνία για το ελληνικό χρέος. «Και χωρίς συγχωνεύσεις οι περισσότερες τράπεζες διαθέτουν σήμερα πλεονάζον προσωπικό» επισημαίνουν στελέχη χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
Στο τέλος του 2010 λειτουργούσαν 4.100 υποκαταστήματα τραπεζών στην Ελλάδα. Επειδή αρκετά καταστήματα ανταγωνιστικών τραπεζών βρίσκονται δίπλα δίπλα ή στο ίδιο τετράγωνο, είναι προφανές ότι μια συγχώνευση μεγάλων ομίλων θα συνοδευτεί από κλείσιμο δεκάδων καταστημάτων. Γι’ αυτό και αρκετοί αναλυτές υποστήριζαν εδώ και χρόνια ότι συγχωνεύσεις δεν γίνονταν επειδή δεν υπήρχε κάποιος που θα σηκώσει το πολιτικό κόστος των απολύσεων.
Τώρα φαίνεται ότι δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια και η κυβέρνηση καλείται να προχωρήσει σε ανατροπές των εργασιακών σχέσεων ώστε να στηρίξει τους «αναγκαστικούς γάμους» μεταξύ των τραπεζών. Μια ρύθμιση για την εξίσωση των εργασιακών σχέσεων διευκολύνει κυρίως τις συγχωνεύσεις μεταξύ τραπεζών με κύριαρχο ρόλο του Δημοσίου, όπως η Εθνική και το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, με ιδιωτικούς ομίλους. Διευκολύνει, όμως, και ενδεχόμενες εξαγορές εγχώριων τραπεζών από διεθνείς ομίλους, μολονότι κάτι τέτοιο θεωρείται απίθανο για όσο διάστημα συντηρείται η αβεβαιότητα για την τύχη της Ελλάδας.
Το εύρος της αναδιάταξης στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα δεν είναι σαφές, καθώς θα εξαρτηθεί από τις επιπτώσεις που θα έχει στα χαρτοφυλάκια ομολόγων η συμφωνία της τελευταίας Συνόδου Κορυφής. Τα τραπεζικά στελέχη υποστηρίζουν ότι η επίπτωση ξεκινά από τα 2,5-3 δισ. ευρώ και μπορεί να αγγίξει τα 10 δισ. Δεν είναι τυχαία η διόγκωση της φημολογίας περί συζητήσεων μεταξύ κορυφαίων τραπεζών, με τα σενάρια να ξεκινούν από πιθανή συνεργασία Εθνικής – Eurobank, να προχωρούν σε πιθανό γάμο Eurobank – Alpha και να καταλήγουν σε ειδύλλια στην ουρά του κλάδου.
Φώτης Κόλλιας
ΔΝΤ: Δεν είναι βιώσιμο το ελληνικό χρέος
«Το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο» και επομένως μια σημαντική χρηματοδότηση του νέου πακέτου βοήθειας προς την Ελλάδα από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) έχει «αβέβαιες προοπτικές». Με αυτή τη δήλωση, ο Βραζιλιάνος εκπρόσωπος στο ΔΝΤ και υπουργός Οικονομικών της χώρας του, Πάουλο Νογκουέιρα Μπατίστα, εξέφρασε επιφυλάξεις για το ποσό με το οποίο θα πρέπει να συνεισφέρει το ΔΝΤ στο δεύτερο πακέτο βοήθειας της ελληνικής οικονομίας. Επιφύλαξη που αντικατοπτρίζει και το ευρύτερο κύμα αντίδρασης των αναπτυσσόμενων χωρών, αλλά και της Ρωσίας, στο ενδεχόμενο σημαντικού δανεισμού της Ελλάδας.
Ηδη, σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες, το Ταμείο προσανατολίζεται σε χρηματοδότηση εξαιρετικά χαμηλότερη από εκείνη που δόθηκε για το πρώτο πακέτο βοήθειας προς την Ελλάδα, η οποία πιθανώς θα κυμανθεί στα 5 δισ. ευρώ, αλλά πάντως δεν αναμένεται να υπερβεί τα 10 δισ. ευρώ.
Τις δηλώσεις Μπατίστα, στο περιθώριο της συνεδρίασης του διοικητικού συμβουλίου του ΔΝΤ την Πέμπτη, μεταφέρει δημοσίευμα των «Financial Times», από όπου προκύπτει πως κάθε πλευρά εκφράζει τις επιφυλάξεις της με διαφορετική επιχειρηματολογία. Η μεν Βραζιλία ανησυχεί πως «το ελληνικό πρόγραμμα είναι πολύ σκληρό» και πως «η Ελλάδα δεν θα περάσει μια εύκολη περίοδο», την ώρα που «η αναδιάρθρωση χρέους των ευρωπαϊκών τραπεζών είναι πολύ μικρή».
Από την άλλη πλευρά, ο Ινδός εκπρόσωπος του ΔΝΤ Αρβιντ Βιρμάνι διαμαρτύρεται πως το Ταμείο εμφανίζεται πολύ γενναιόδωρο σε μία ευρωπαϊκή χώρα. «Αν αυτά είχαν συμβεί σε μία αναπτυσσόμενη χώρα, οι πλούσιες χώρες θα είχαν καταψηφίσει την παροχή δανείου». Αλλωστε δεν έχει πειστεί πως «το σχέδιο αντιμετωπίζει το βασικό πρόβλημα ρευστότητας», αφήνοντας την Ελλάδα με μεγάλο απόθεμα επισφαλούς δημοσίου χρέους.
Μυρτώ Μπούτση