Από τον
Μανώλη Κοττάκη
Το πρωί της Δευτέρας βρέθηκα για λίγες ώρες στο Ηράκλειο για μια ομιλία σε νέους ανθρώπους. Δεν είχα τον χρόνο που θα ήθελα για να μιλήσω με τους καλόκαρδους Κρητικούς και να πάρω κλίμα, ωστόσο η δημοσιογραφική ματιά πάντα καταφέρνει να ανακαλύπτει πράγματα. Ο ταξιτζής που με πήρε από το αεροδρόμιο δεν είχε όρεξη για πολιτική συζήτηση. Παρατηρούσε τους μαθητές ενός σχολείου να περνούν το φανάρι πολύ πριν από τη λήξη του ωραρίου. «Τους είχαν τάξει καθηγητές από το υπουργείο, έναν τεχνολόγο, δεν ξέρω πώς διάολο τον λένε, αλλά κοντεύει Δεκέμβρης και ακόμη να έρθει.
Ολο έρχεται και όλο στον δρόμο είναι. Αυτά άλλες φορές τελειώνουν το μάθημα στη 1, άλλες στις 12 και άλλες κάνουν κατάληψη διαμαρτυρόμενα. Τι μαθήματα κάνουν, τι βαθμούς θα τους δώσουν, αφού το σχολείο υπολειτουργεί, δεν μπορώ να το καταλάβω!» σχολίαζε ο εξηντάρης οδηγός. Το μυαλό αυτού του λαϊκού ανθρώπου ήταν στην παιδεία, όχι στην αθηναϊκή ατζέντα της ημέρας. Αρχίσαμε να κάνουμε ζικ ζακ στους στενούς δρόμους του Ηρακλείου. Ασκησα την παλαιά μου συνήθεια: να χαζεύω τα συνθήματα στους τοίχους, αναρχικά τα περισσότερα. Ποτέ δεν τα υποτίμησα, ποτέ δεν τα υποτιμώ. Αν η κοινωνία είναι μία χύτρα, τα συνθήματα των άκρων είναι το σημείο βρασμού.
Τα περισσότερα συνθήματα είχαν μια απογοήτευση. Ενα ήταν ανολοκλήρωτο. Εγραφε «ο αιφνίδιος…» αλλά οι συγγραφείς του δεν είχαν προλάβει να το τελειώσουν. Αυτό που μου έκανε όμως ισχυρή εντύπωση -γιατί ήταν χαραγμένο με σφραγίδα μέσα στους δρόμους του Ηρακλείου- ήταν ένα που έγραφε «Πλησιάζει ξανά η ώρα για τον Ενοπλο Αγώνα» με ένα πιστόλι για υπογραφή. Ενδειξη κατ’ εμέ ότι το πράγμα βράζει από κάτω περισσότερο από όσο μπορούμε να υποψιαστούμε. Κατά την επιστροφή στο αεροδρόμιο διαπίστωσα ότι η εταιρία είχε ορίσει ειδικό σύνδεσμο για Κρητικούς νέους που πέταγαν για Λονδίνο μέσω Αθήνας. Τους άκουγες να κρυφομιλούν για πράγματα πεζά.
Εις έμαθε ότι τον είχε πετάξει από το σπίτι ο συγκάτοικός του, ότι του είχε βρει άλλο και ο ίδιος, μολονότι κατάλαβε ότι ήταν εσκεμμένο, είπε: «Δεν θέλω να τσακωθώ μαζί του, τους έχω ανάγκη όλους αυτούς». Προσγειώθηκα στην Αθήνα το απόγευμα. Τη βρήκα να ασχολείται με τον «μεταλαϊκισμό», με προβληματισμούς του τύπου «να διαβάσουμε το πνεύμα πίσω από το γράμμα της λαϊκιστικής ψήφου χωρίς να γίνουμε λαϊκιστές» και να εκφράζει την έκπληξή της για την «απροσδόκητη επιλογή της μεσαίας τάξης των ΗΠΑ». Μπορούν να συναντηθούν αυτές οι δύο Ελλάδες πουθενά; Αναρωτιέμαι.