Αρέσει δεν αρέσει, είναι η ημέρα των ερωτευμένων. Και σ’ αυτούς αφιερώνονται κάποιες σκέψεις των μεγίστων του ελληνικού δράματος
Αισχύλος, Σοφοκλής, Ευριπίδης. Επίσημοι αντιπρόσωποι των Μουσών στη γη των θνητών. Ανέλυσαν τα ανθρώπινα και ερμήνευσαν τα θεία με τρόπο που δεν μπορεί να αντιγραφεί. Ασχολήθηκαν, φυσικά, και με τον Ερωτα. Ακολουθούν μερικά ενδεικτικά αποσπάσματα*.
Στην τραγωδία «Χοηφόροι» του Αισχύλου διαβάζουμε (στ. 594-601) για τη φοβερή ερωτική μανία του θηλυκού, όταν χάσει τον έλεγχο και φτάσει στα όρια του φόνου. Ο χορός αποφαίνεται: «Μα ποιος μπορεί να πει την τόλμη την απεριόριστη τ’ ανθρώπου και τις παράφορες αγάπες γυναικών ξεφρενιασμένων, αγάπες που πάντα φέρνουν την καταστροφή∙ των ζευγαριών την ένωση παράνομα την καταστρέφει ένας έρωτας τόσο ακράτητος, όσο σε ζώο θηλυκό».
Ο Σοφοκλής στην «Αντιγόνη» του μας έχει χαρίσει έναν από τους πιο γνωστούς και πολυακουσμένους ύμνους στον έρωτα (στ. 781-800). Ο Χορός, ως συνήθως, αναλαμβάνει τον ρόλο του υμνωδού: «Ερωτα, ανίκητε στη μάχη. Ερωτα, που σκλαβώνεις εκείνους που χτυπάς, συ που ξενυχτάς στα τρυφερά τα μάγουλα της κόρης, συ που γυρνάς στις θάλασσες και στις αγροτικές καλύβες και σένα δεν μπορεί κανείς, μήτε θεός μήτ’ άνθρωπος εφήμερος, να σε ξεφύγει, κι αυτός που σ’ έχει καταντά τρελός. Εσύ κι αυτών των δικαίων τα μυαλά τα παρασύρεις σε αδικίες για την καταστροφή τους. Εσύ κι αυτή την έχτρα έχεις ανάψει σε συγγενείς ανθρώπους∙ και νικά ο πόθος για τα μάτια της πολυπόθητης νύφης, και στέκεται κοντά στους μεγάλους νόμους του κόσμου∙ γιατί τους εμπαίζει όλους ανίκητη η θεά Αφροδίτη».
Στον «Ιππόλυτο» του Ευριπίδη διαβάζουμε (στ. 525-534): «Ερωτα, Ερωτα που μέσα από τα μάτια όσων κατά πάνω τους θα ορμήσεις στάλα – στάλα ρίχνεις τον πόθο στην ψυχή τους και γλυκειά εκεί τους μπάζεις ηδονή, ποτέ σου μη μου προβάλλεις για το κακό, μήτε κι αγριεμένος να μου ‘ρθεις. Γιατί μήτε φωτιά μήτε κι αστροπελέκι ψηλά από τον ουρανό είναι σαν τη σαϊτιά της Αφροδίτης που με τα χέρια του τινάζει ο γιος του Δία, ο Ερωτας».
*Η απόδοση στη νέα ελληνική προέρχεται από την έκδοση του Παπύρου.
Παναγιώτης Λιάκος