Η εισηγητική πρότασης της Ντόρας Μπακογιάννη υπέρ της ένταξης του κρατικού μορφώματος του Κοσσυφοπεδίου στο Συμβούλιο της Ευρώπης δείχνει τον βαθμό του προβλήματος που αντιμετωπίζει η χώρα μας στην εξωτερική πολιτική της.
Η αδελφή του πρωθυπουργού δεν λειτούργησε τυπικά ως στέλεχος της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά ως εισηγήτρια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την ένταξη του Κοσσυφοπεδίου στο Συμβούλιο της Ευρώπης. Αυτό, όμως, είναι ο τύπος και όχι η ουσία των πραγμάτων∙ και η ουσία αυτή περιγράφεται από τον δεσμό αίματος της κυρίας Μπακογιάννη με τον πρωθυπουργό της Ελλάδας και την παγιωμένη, επί κυβερνήσεως Κυριάκου Μητσοτάκη, εξωτερική πολιτική της Ελλάδας, που πλειοδοτεί, χωρίς κανένα αντάλλαγμα για την πατρίδα μας, σε όλες τις αμερικανικές θέσεις και επιδιώξεις.
Οπως έγραψε χαρακτηριστικά η «δημοκρατία» σε ρεπορτάζ της για το θέμα, «σε οδοστρωτήρα των πάγιων θέσεων της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής εξελίσσεται η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Μετά τη ρήξη με τη Ρωσία και το πολεμικό κλίμα που έχει δημιουργήσει με τη Μόσχα, αυτή τη φορά η κυβέρνηση επιχείρησε να βάλει βόμβα και στις σχέσεις μας με τη Σερβία».
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ο πρόεδρος της Σερβίας Αλεξάνταρ Βούτσιτς, αναφερόμενος στην πρόταση της Ντόρας Μπακογιάννη υπέρ του Κοσυφοπεδίου, της απηύθυνε το ιστορικό, πλέον, «ντροπή σου».
Η οικογένεια Μητσοτάκη συμπεριφέρεται λες και έχει βαλθεί να απομονώσει την Ελλάδα από τους παραδοσιακούς και φυσικούς συμμάχους της στα Βαλκάνια, όπως είναι η ομόδοξη Σερβία, να θέσει ως στρατηγικό εχθρό απέναντί της την επίσης ομόδοξη Ρωσία και να ασκήσει πολιτική υπέρ μορφωμάτων που κατασκεύασαν οι Αμερικανοί, όπως το Κόσοβο.
Από τη μια μεριά η Ελλάδα ξεμένει από συμμάχους, που θα μπορούσαν να της σταθούν σε μια κρίση με τον προαιώνιο εχθρό, κι από την άλλη οι Τούρκοι συνεχίζουν να σφίγγουν τον κλοιό γύρω από τη χώρα μας, επηρεάζοντας ή καθορίζοντας την πολιτική βαλκανικών χωρών, όπως η Αλβανία και τα Σκόπια.
Η κατάσταση στην Ελλάδα διαρκώς επιδεινώνεται…