Αλκιβιάδης: Ο Αθηναίος με τις αναμφίβολες πολιτικές και στρατιωτικές αρετές, τις οποίες παρεμπόδιζε να αναδειχτούν η υπερφίαλη προσωπικότητά του
Ο Αλκιβιάδης ήταν Αθηναίος πολιτικός και στρατηγός που γεννήθηκε γύρω στο 450 και πέθανε το 404 π.Χ. Γιος του Κλεινίου, που πήρε έπαθλο ανδρείας στο Αρτεμίσιο και σκοτώθηκε στη Μάχη της Χαιρώνειας και της Δεινομάχης, που ανήκε στον οίκο των Αλκμεωνίδων.
- Γράφει ο Χρήστος Η. Χαλαζιάς
Είχε από τα πέντε του χρόνια κηδεμόνες τον Περικλή και τον αδελφό του Αρίφρονα, συγγενείς της μητέρας του, που ανέθεσαν την αγωγή του στον Θράκα δούλο Ζώανδρο. Υπήρξε άνδρας πολύ ωραίος και κάτοχος μεγάλης περιουσίας, την οποία κατασπατάλησε σε κάθε είδους διασκεδάσεις και εκκεντρικότητες, ιδίως στη συντήρηση ενός στάβλου από θαυμάσια άλογα.
Παρ’ όλη τη λαμπρή εκπαίδευσή του, είχε αντιφατικό χαρακτήρα, οίηση και αλαζονεία, ματαιοδοξία και φιλοπρωτία, επιδειξιμανία αλλά και γενναιοφροσύνη. Ηθελε τόσο πολύ να γίνεται λόγος γι’ αυτόν, ώστε έκοψε την ουρά του σκύλου του για να προκαλεί τα σχόλια του κόσμου. Ηταν όμως γενναίος πολεμιστής και θαύμαζε τον Σωκράτη που του έσωσε τη ζωή στη Μάχη της Ποτίδαιας (432 π.Χ.), πράξη που ο Αλκιβιάδης τού ανταπέδωσε στο Δήλιο (424 π.Χ.).
Ο Νικίας
Το 421 π.Χ. ο Αλκιβιάδης εμφανίστηκε στην πολιτική ως αντίπαλος του Νικίου και του κόμματος της ειρήνης, και οργάνωσε μια συμμαχία εναντίον της Σπάρτης, μεταξύ των Αθηνών και των πόλεων του Αργους, της Μαντίνειας και της Ηλιδας. Η Σπάρτη βρέθηκε έτσι σε δύσκολη θέση. Η πολιτική αυτή θα πετύχαινε ίσως, αν οι Αθηναίοι παραμέριζαν την αντιπολίτευση του Νικίου και την υποστήριζαν θερμά. Ομως το 418 ο Αλκιβιάδης δεν επανεξελέγη στρατηγός και η Σπάρτη κατόρθωσε να διαλύσει την ομοσπονδία με τη συντριπτική νίκη της στη Μαντίνεια. Οι πιο άσπονδοι εχθροί του Αλκιβιάδη ήταν οι αδιάλλακτοι δημοκρατικοί που κληρονόμησαν την πολιτική του Κλέωνα και φοβούνταν τη δημοτικότητα του Αλκιβιάδη. Αυτή η εχθρότητά τους μεγάλωσε όταν απροσδόκητα ο Αλκιβιάδης συνεννοήθηκε με τον Νικία και αποφάσισαν μαζί οι δυο τους τον εξοστρακισμό του αδιάλλακτου δημοκρατικού Υπερβόλου, το 417.
Οταν ο Νικίας ηττήθηκε στη Θράκη, το 418-417, ο Αλκιβιάδης έγινε υπέρμαχος της εκστρατείας στη Σικελία, εν μέρει για πολιτικούς λόγους και εν μέρει από προσωπική φιλοδοξία, και ορίστηκε αρχηγός της, μαζί με τον Νικία και τον Λάμαχο. Λίγο όμως πριν αρχίσει η εκστρατεία, το 415 π.Χ., βρέθηκαν σπασμένες οι κεφαλές των Ερμών, μικρών πέτρινων αγαλμάτων που κοσμούσαν την πόλη των Αθηνών και αποτελούσαν την απόδειξη της ευσέβειας των πολιτών. Ο Αλκιβιάδης κατηγορήθηκε ως ο αυτουργός της ιεροσυλίας, καθώς και ως συλητής των Ελευσίνιων Μυστηρίων. Ο ίδιος τότε ζήτησε να δικαστεί αμέσως για να αποδείξει το ασύστατο των κατηγοριών, αλλά η δίκη του αναβλήθηκε. Οταν έφτασε στη Σικελία, οι αντίπαλοί του, με επικεφαλής τον Ανδροκλή, έστειλαν το ιερό πλοίο των Αθηνών «Σαλαμινία» στην Κατάνη, με την εντολή να φέρει πίσω τους Ερμοκοπίδες για να δικαστούν.
Στον γυρισμό ο Αλκιβιάδης απέδρασε στην Πελοπόννησο και επειδή η φυγή του θεωρήθηκε ομολογία της ενοχής του, καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο. Τότε συντάχθηκε φανερά με τους Σπαρτιάτες και τους έπεισε να στείλουν τον Γύλιππο να βοηθήσει τους Συρακουσίους και να οχυρώσουν τη Δεκέλεια στην Αττική, πράγμα που έκαναν το 413 π.Χ. και αποδείχτηκε η καταστροφή των Αθηνών. Πήγε κατόπιν στη Μικρά Ασία, παρακίνησε πολλούς από τους Ιωνες συμμάχους των Αθηνών να εξεγερθούν και εξασφάλισε για τη Σπάρτη τη συμμαχία του Πέρση σατράπη Τισσαφέρνη. Αλλά σε λίγους μήνες έχασε την εμπιστοσύνη των Σπαρτιατών και ο βασιλιάς Αγις έγινε εχθρός του, γιατί είχε αποπλανήσει τη γυναίκα του. Αποσύρθηκε λοιπόν στην αυλή του Τισσαφέρνη το 412 και ελπίζοντας να συμφιλιωθεί με την Αθήνα, συμβούλεψε τον σατράπη να αποσύρει την υποστήριξή του προς τη Σπάρτη.
Εξέγερση
Ταυτόχρονα συνωμοτούσε με το ολιγαρχικό κόμμα των Αθηνών, που προκάλεσε μια εξέγερση το 411, με σκοπό την επάνοδο του Αλκιβιάδη στην Αθήνα έναντι της περσικής υποστήριξης. Ο Ανδροκλής και ο Υπέρβολος δολοφονήθηκαν, αλλά τελικά ο Αλκιβιάδης δεν ανακλήθηκε από τους Τετρακόσιους που διαπραγματεύονταν ειρήνη με τους Σπαρτιάτες. Τελικά τον ανακάλεσε ο Θρασύβουλος, αλλά ο Αλκιβιάδης δεν γύρισε αμέσως. Διορίστηκε στρατηγός στην περιοχή του Ελλησπόντου, νίκησε τον σπαρτιατικό στόλο στην Αβυδο (411) και στην Κύζικο (410) και ανέκτησε τη Χαλκηδόνα και το Βυζάντιο (408). Αυτές οι επιτυχίες τον ενθάρρυναν να επιστρέψει στην Αθήνα, όπου έγινε δεκτός με ενθουσιασμό (427). Η διαδικασία που είχε κινηθεί εναντίον του σταμάτησε και διορίστηκε στρατηγός με πλήρεις εξουσίες. Οταν όμως ο αθηναϊκός στόλος νικήθηκε στο Νότιο, επίνειο της Κολοφώνας, ο Κλεοφών ζήτησε την απομάκρυνσή του Αλκιβιάδη, παρόλο που ο ίδιος έλειπε κατά τη διάρκεια της ναυμαχίας (είχε πάει στην Καρία για να βρει χρήματα).
Ο Αλκιβιάδης φοβήθηκε να γυρίσει στην Αθήνα και κατέφυγε στη θρακική χερσόνησο. Μετά την τελική ήττα των Αθηναίων στους Αιγός Ποταμούς, εξορίστηκε και πήγε στη Φρυγία με τον Φαρνάβαζο. Ομως, ο αδελφός και ο θείος του Φαρνάβαζου, σε συνεννόηση με τον Λύσανδρο και τους Τριάκοντα, κύκλωσαν και πυρπόλησαν την αγροικία στην πόλη Μέλισσα της Φρυγίας, όπου ζούσε με την εταίρα Τιμάνδρα, μητέρα της Λαΐδος. Ο Αλκιβιάδης μπόρεσε να βγει, αλλά τον σκότωσαν με τόξα και ακόντια.
Το ατομικό συμφέρον του και η σχέση με τον Σωκράτη
Ο Αλκιβιάδης είχε μεγάλη γοητεία και λαμπρές πολιτικές και στρατιωτικές αρετές, αλλά ήταν ολωσδιόλου αδίστακτος. Οι συμβουλές του προς τους Αθηναίους ή τους Σπαρτιάτες, προς ολιγαρχικούς ή δημοκρατικούς, υπαγορεύονταν πάντα από το ατομικό του συμφέρον. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το παράδειγμα του Αλκιβιάδη ενίσχυσε τις κατηγορίες κατά του Σωκράτη (399) για διαφθορά της νεολαίας, παρόλο που ο φιλόσοφος είχε προσπαθήσει (βλέπε: Συμπόσιον Πλάτωνα) να του διδάξει την αυτογνωσία και τη μετριοφροσύνη, πράγματα εντελώς αντίθετα από τον δρόμο που πήρε ο διεφθαρμένος από καιρό Αλκιβιάδης.
Από τη σύζυγό του Ιππαρέτη ο Αλκιβιάδης απέκτησε έναν γιο, που ονομαζόταν επίσης Αλκιβιάδης και τον ξεπέρασε σε σπατάλη ζωή. Υπάρχουν μάλιστα δύο λόγοι του Λυσίου εναντίον του και ένα λόγος του Ισοκράτους που τον υπερασπίζεται. Ο Θουκυδίδης επαινεί τον Αλκιβιάδη για τη στρατηγική του ικανότητα (βλέπε: Πελοποννησιακός Πόλεμος). Στον πλατωνικό διάλογο Αλκιβιάδης Α’, με αφορμή την πρόθεση του Αλκιβιάδη να εμφανιστεί στην Εκκλησία του Δήμου ως σύμβουλος των Αθηναίων, ο Σωκράτης αρχίζει μαζί του έναν διάλογο που έχει θέμα τη σχέση πολιτικής και παιδείας. Η πολιτική πρέπει να στηριχθεί στην παιδεία και η παιδεία στην αυτογνωσία (το γνώθι σαυτόν) και την ανάταση της ψυχής προς το θείο. Ο διάλογος πρέπει να γράφτηκε μεταξύ 399 και 371 π.Χ.