Αρχίζουν οι εργασίες της συντήρησης του Επισκοπικού Ναού Σισανίου στην Κοζάνη. «Τον Αύγουστο του 2020 επαναλειτούργησε για πρώτη φορά έπειτα από 500 χρόνια» λέει η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων
Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος βρίσκεται αυτή την περίοδο ο Επισκοπικός Ναός Σισανίου, στην Κοζάνη, ένα από τα ιστορικότερα βυζαντινά μνημεία ολόκληρης της Ελλάδας, αφού το προσεχές διάστημα αναμένεται να αρχίσουν σε αυτό εργασίες αποκατάστασης, με σκοπό να αναδειχθεί ακόμα περισσότερο αυτό:
- Από τον Σωτήρη Λέτσιο
«Με ευθύνη του υπουργείου Πολιτισμού θα συνταχθεί μελέτη για την αποκατάσταση και στερέωση όλου του ξύλινου στεγάστρου, που έχει τοποθετηθεί πάνω από το μνημείο, ενώ συγχρόνως θα αρχίζουν και οι ενέργειες για τη συντήρησή του» τονίζει μιλώντας στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» η Αρετή Χονδρογιάννη – Μετόκη, προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κοζάνης, η οποία επίσης αναφέρει και τις εξής πληροφορίες:
«Εκτός από το στέγαστρο, είναι απαραίτητο να γίνουν και εργασίες για να αντιμετωπιστούν κάποιες ρωγμές που έχουν αρχίσει να εμφανίζονται στους τοίχους και πιθανόν να οφείλονται σε σεισμούς. Επίσης θα εξετάσουμε εάν έχουν αποκολληθεί τμήματα από τις αγιογραφίες. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν σοβαρά και εμφανή προβλήματα. Πρέπει, όμως, λόγω της σημασίας του μνημείου να προχωρήσουμε σε καινούργιο έλεγχο, επειδή έχουν περάσει 25 χρόνια από την τελευταία φορά που έγιναν σε αυτό εργασίες συντήρησης».

Το γεγονός ότι το 2023 είχε διαπιστωθεί πως ένα τμήμα του στεγάστρου είχε αρχίσει να υποχωρεί στάθηκε η αφορμή για να απευθυνθεί η Εφορεία Αρχαιοτήτων Κοζάνης στις αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού. Το πρόβλημα αντιμετωπίστηκε προσωρινά με την υποστύλωση του στεγάστρου τον Οκτώβριο του 2024, ενώ για δύο χρόνια το μνημείο παρέμενε κλειστό για λόγους ασφάλειας. Ωστόσο, από τις αρχές του 2025 ο χώρος είναι και πάλι επισκέψιμος σε όλους, ενώ τις επόμενες ημέρες αναμένεται να επισκεφτεί το μνημείο κλιμάκιο από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, έτσι ώστε να γίνει από κοινού με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κοζάνης αυτοψία στον χώρο του μνημείου:
«Τον Αύγουστο του 2020 επαναλειτούργησε ο ναός για πρώτη φορά έπειτα από 500 χρόνια και τελέστηκε εκεί παράκληση από τον Μητροπολίτη Σισανίου και Σιατίστης κ. Αθανάσιο με την παρουσία μεγάλου αριθμού πιστών» σημειώνει η κυρία Χονδρογιάννη – Μετόκη και καταλήγει: «Από τότε τελείται μία φορά τον χρόνο παράκληση με πρωτοβουλία της εν λόγω Μητρόπολης. Είναι πιθανόν κάποια στιγμή μελλοντικά σε συνεργασία με το ΑΠΘ να ξεκινήσει ένα ερευνητικό ανασκαφικό πρόγραμμα έξω από τον ναό, προκειμένου να εξακριβωθεί εάν υπήρχαν εκεί κελιά ή άλλα κτίσματα. Πάντως, εντός του ναού όποιες αγιογραφίες υπήρχαν στους τοίχους έχουν αποκαλυφθεί. Από την πλευρά μας ενδιαφερόμαστε τόσο την Επισκοπή Σισανίου όπως και άλλα παρόμοια βυζαντινά μνημεία στην περιοχή να τα προβάλλουμε και να τα κάνουμε γνωστά σε περισσότερο κόσμο».

Ο ναός αποκαλύφθηκε από την 11η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων κατά το διάστημα 1992-1996 και απέχει 2 χιλιόμετρα από την κοινότητα Σισανίου. Ανασκάφηκε από τον αείμνηστο αρχαιολόγο Σωτήρη Κίσσα, ενώ μετά τον θάνατό του, το 1994, το ανασκαφικό έργο ολοκληρώθηκε από τον Αντώνιο Πέτκο, ο οποίος υλοποίησε και το έργο της συντήρησης και ανάδειξης του μνημείου. Κατά την περίοδο 2002-2006 έγινε η πλήρης ανάδειξη του μνημείου με την τοποθέτηση ενός μεγάλου στεγάστρου από τις κεντρικές υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού.
Ο μεσοβυζαντινός ναός που αποκαλύφθηκε είχε οικοδομηθεί πάνω στα ερείπια πρωιμότερου ναού του 5ου με 6ου αιώνα. Πρόκειται για μια σταυρόσχημη, εγγεγραμμένη σε μακρόστενο ορθογώνιο τρίκλιτη καμαροσκεπή, πιθανότατα βασιλική με τρούλο και διαστάσεων 23×16,5 μ. Από τον μεσοβυζαντινό ναό διατηρούνται σήμερα σε καλή κατάσταση τα θεμέλια, που δίνουν και την κάτοψή του. Στην ανατολική πλευρά προεξείχαν τρεις κόγχες, εκ των οποίων η κεντρική ήταν πεντάπλευρη εξωτερικά και ημικυκλική εσωτερικά, ενώ οι άλλες ήταν τρίπλευρες. Δυτικά έφερε νάρθηκα και εξωνάρθηκα. Στο εσωτερικό της μεσαίας κόγχης έφερε ημικυκλικό κτιστό σύνθρονο. Από τον τοιχογραφικό διάκοσμο αυτής της φάσης διατηρείται μικρό μέρος στον χώρο του κυρίως ιερού και της πρόθεσης.
Η καταστροφή του ναού, σύμφωνα με τη μελέτη των ανασκαφικών δεδομένων, δεν οφείλεται στη σταδιακή εγκατάλειψη αλλά σε κάποιο αιφνίδιο γεγονός – πιθανότατα σε κάποιον σεισμό που έγινε κατά το πρώτο μισό του 13ου αιώνα. Στα ερείπια του κατεστραμμένου μεσοβυζαντινού ναού ακολούθησε νέα οικοδόμηση -στο δεύτερο μισό του 13ο αιώνα- με αρκετές τροποποιήσεις στη μορφή του ναού. Στην κάτοψή του αναγνωρίζεται ένας σταυρόσχημος εσωτερικά εγγεγραμμένος ναός, ενώ πολλά από τα σωζόμενα τμήματα και διακοσμητικά θέματα του ναού ανήκουν σε αυτή τη φάση.
Η νέα ιδιαίτερα εκτεταμένη τοιχογράφηση άφησε άθικτες τις παραστάσεις του ιερού βήματος, ενώ καλύπτει όλες σχεδόν τις επιφάνειες του ναού. Εχουν διασωθεί αγιογραφίες στους τοίχους με δύο θεματικές ζώνες – γεωμετρικά θέματα όπως και ολόσωμοι Αγιοι και Ιεράρχες. Πάνω στο δάπεδο του ναού διαπιστώθηκαν έντονα ίχνη φωτιάς, τα οποία μαρτυρούν την καταστροφή του από πυρκαγιά στις αρχές του 15ου αιώνα. Το βυζαντινό όνομα του ναού που αποκαλύφθηκε παραμένει έως και σήμερα άγνωστο.