Μιλώντας στο υπουργικό ο Μητσοτάκης εμφανίστηκε αμετακίνητος, απορρίπτοντας κάθε ενδεχόμενο ουσιαστικής ικανοποίησης των αιτημάτων
Η κυβερνητική αδιαλλαξία απέναντι στις αγροτικές κινητοποιήσεις όχι μόνο συνεχίζεται, αλλά πλέον έχει πάρει χαρακτηριστικά μιας συνειδητής πολιτικής επιλογής πόλωσης, με τον ίδιο τον πρωθυπουργό να δίνει τον παλμό της πρόκλησης, ρίχνοντας λάδι στη φωτιά της αγανάκτησης.
Την ώρα που οι αγρότες παραμένουν στα μπλόκα, φροντίζοντας -όπως οι ίδιοι επισημαίνουν- να διευκολύνουν τη διέλευση των εκδρομέων και να αποφεύγεται η γενικευμένη ταλαιπωρία, το Μέγαρο Μαξίμου παραμένει προσηλωμένο στη «χρεοκοπημένη» συνταγή του κοινωνικού αυτοματισμού και της στοχοποίησης, πετώντας το μπαλάκι της ευθύνης στην Τροχαία.
Στη χθεσινή εισήγησή του στο υπουργικό συμβούλιο ο Κυριάκος Μητσοτάκης εμφανίστηκε αμετακίνητος, αναμασώντας τις ίδιες απόψεις και απορρίπτοντας εκ των προτέρων κάθε ενδεχόμενο ουσιαστικής ικανοποίησης των αιτημάτων των αγροτών. «Αυτή η κυβέρνηση δεν υποκύπτει σε εκβιασμούς» δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Μητσοτάκης, προσθέτοντας με κυνισμό ότι «σε όσους προτιμούν ένα παράδοξο, να διεκδικούν αλλά να μη συζητούν και να μιλούν την ώρα που τους καλούμε σε διάλογο, θα το ξαναπώ, αυτή η κυβέρνηση δεν πρόκειται να υποκύψει», υιοθετώντας πλήρως τη λογική μιας μετωπικής σύγκρουσης, με ανυπολόγιστες συνέπειες.
Σε άλλο σημείο της εισήγησής του ο κ. Μητσοτάκης ξεκαθάρισε ότι «το πλαίσιο των δυνατοτήτων της κυβέρνησης έχει οριοθετηθεί με απόλυτη σαφήνεια», ενώ έσπευσε να προσθέσει «δεν πρόκειται να μεροληπτήσουμε υπέρ μιας κοινωνικής ομάδας εις βάρος των υπολοίπων», σε μια γνωστή τακτική που επαναλαμβάνεται κάθε φορά που η κυβέρνηση αρνείται να δώσει ουσιαστικές λύσεις, μεταθέτοντας τη συζήτηση από τα πραγματικά προβλήματα και καλλιεργώντας μια τεχνητή αντιπαράθεση κοινωνικών ομάδων.
Οι πληρωμές
Ο πρωθυπουργός, θέλοντας να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, επανέλαβε επίσης ότι «μέσα στην επόμενη εβδομάδα θα έχουν ολοκληρωθεί όλες οι πληρωμές, ύψους συνολικά 3,8 δισ. ευρώ», αναγνωρίζοντας ωστόσο «καθυστερήσεις» τις οποίες «βολικά» απέδωσε στη «σύνθετη διαδικασία» της μεταφοράς του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ, αποφεύγοντας να αναφερθεί στο πολύκροτο σκάνδαλο και στις βαριές κυβερνητικές ευθύνες. Αντιθέτως, επιχειρώντας για πολλοστή φορά να υποβαθμίσει τη δυναμική των κινητοποιήσεων, υποστήριξε ότι «από τα 27 αιτήματα του κλάδου, τα 20 έχουν ήδη λυθεί ή μπορούν να συζητηθούν», μια εκτίμηση όμως που έχει διαψευστεί κατηγορηματικά από τους παραγωγούς, οι οποίοι κάνουν λόγο για «ψίχουλα» και προσχηματικό διάλογο.
Ο πρωθυπουργός επέμεινε στο τρομολαγνικό αφήγημα των «κλειστών δρόμων», παρά το γεγονός ότι στα περισσότερα μπλόκα εφαρμόζεται ελεγχόμενη διέλευση των οχημάτων, τονίζοντας πως «οι δρόμοι πρέπει να είναι ελεύθεροι, για να μην ταλαιπωρούνται οι εκδρομείς και να μη ρισκάρουν τροχαία ατυχήματα σε επικίνδυνες παρακαμπτήριες οδούς», ενώ έδειξε ξεκάθαρα προς την Τροχαία, επισημαίνοντας ότι «τον πρώτο λόγο για την απελευθέρωση των δρόμων τον έχει η Αστυνομία», στέλνοντας ακόμα ένα σαφές μήνυμα κλιμάκωσης αντί αποκλιμάκωσης.
Ο κ. Μητσοτάκης εξέφρασε ακόμα μία φορά την «κούφια» ελπίδα ότι οι κινητοποιήσεις θα εκτονωθούν, σαν να είναι κάποιο φυσικό φαινόμενο, προσθέτοντας ότι «οι αγρότες έχουν στείλει τα δικά τους μηνύματα, αλλά και η Πολιτεία απάντησε με βάση τις αντοχές της οικονομίας και τις δεσμεύσεις απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ενωση». Η πραγματικότητα στα μπλόκα δείχνει πάντως το αντίθετο, με την ένταση να κλιμακώνεται και την απόσταση κυβέρνησης – αγροτών καθημερινά να μεγαλώνει. Είναι προφανές ότι το Μέγαρο Μαξίμου έχει επιλέξει τη σύγκρουση με άγνωστη κατάληξη, μετατρέποντας ένα υπαρκτό κοινωνικό πρόβλημα σε πολιτικό αδιέξοδο.