Τον προσεχή Μάρτιο συμπληρώνονται τέσσερα χρόνια από το ξέσπασμα της «εξέγερσης» στη Συρία, που είχε ως στόχο την ανατροπή του Ασαντ και την εγκαθίδρυση ενός καθεστώτος μετριοπαθούς Ισλάμ, κατά τα πρότυπα της Τουρκίας, την οποία ορισμένοι (αν)εγκέφαλοι στην Ουάσινγκτον θεωρούσαν μοντέλο διακυβέρνησης για όλες τις μουσουλμανικές χώρες. Στη λογική αυτή έκανε και τη μεγάλη στροφή -ανακυβίστηση είναι ο όρος του συρμού στην Ελλάδα- η τουρκική κυβέρνηση και ο ίδιος ο Ερντογάν, ο οποίος μέχρι μερικές εβδομάδες πριν από την «εξέγερση», εκτός του ότι φιλοξενούσε σχεδόν κάθε εβδομάδα το ζεύγος Ασαντ στην Κωνσταντινούπολη, έκανε σχέδια για τις Ενωμένες Δημοκρατίες της Μέσης Ανατολής, κατά τα πρότυπα της Ε.Ε., με βασικό πυλώνα φυσικά την ίδια την Τουρκία.
Οταν του παρουσίασαν οι εκείθεν του Ατλαντικού φίλοι του το νέο σχέδιο, στο οποίο η Συρία του μετριοπαθούς Ισλάμ θα ήταν προτεκτοράτο της Τουρκίας, τότε άρχισαν να ανοίγουν οι ορέξεις για ναμάζια στα τζαμιά της Δαμασκού και του Χαλεπίου, πάντα σε νεοοθωμανικό φόντο. Γι’ αυτό η Τουρκία «πούλησε» στην κυριολεξία εν μία νυκτί τον Ασαντ και έγινε χώρα-πυλώνας για την υποστήριξη της λεγόμενης συριακής αντιπολίτευσης και κέντρο εκπαίδευσης του Ελευθέρου Συριακού Στρατού.
Στη συνέχεια, όταν οι ΗΠΑ διαπίστωσαν ότι οι ριζοσπαστικές ισλαμιστικές οργανώσεις απειλούν την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην περιοχή και έπαψαν πια να επιδιώκουν την ανατροπή του Ασαντ, η Τουρκία μετατράπηκε σε φανερό υποστηρικτή της ισλαμικής τρομοκρατίας, δηλαδή της Αλ Κάιντα και του λεγόμενου Ισλαμικού Κράτους. Ο στόχος της Αγκυρας ήταν να επικρατήσουν οι σουνίτες στη Συρία, για να γίνει στη συνέχεια το πρώτο ίσως προτεκτοράτο της υπό ανασύσταση Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η στάση αυτή της Τουρκίας αποτελεί ένα από τα σημεία τριβής ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και στην Αγκυρα, που αργά ή γρήγορα θα αναδειχθεί στις πραγματικές της διαστάσεις.
Ενώ, όμως, συμβαίνουν όλα αυτά και ενώ η Τουρκία προσπαθεί να πείσει με κάθε τρόπο τις ΗΠΑ να θέσουν ως πρωτεύοντα στόχο την ανατροπή του Ασαντ, έρχεται μια εξέλιξη να χαλάσει τα σχέδια της Αγκυρας.
Σε σύσκεψη που έγινε στη Γενεύη, τον Ιούνιο του 2012, για το ζήτημα της Συρίας, η Ουάσινγκτον και η Μόσχα είχαν συμφωνήσει στην εξεύρεση λύσης, μέρος της οποίας ήταν και η απομάκρυνση του Ασαντ. Τώρα, έπειτα από δυόμισι χρόνια, η διεθνής κοινότητα υπό την ηγεσία των Ηνωμένων Εθνών φαίνεται ότι αποδέχεται πως μια λύση στο ζήτημα της Συρίας, χωρίς τον Ασαντ, θα δημιουργούσε τέτοιο χάος στην περιοχή, που δεν θα μπορούσε να το αντιμετωπίσει καμία δύναμη.
Συναγερμός για το θέμα σήμανε στην Αγκυρα από τη δήλωση του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζον Κέρι, ο οποίος μετά τη συνάντησή του με τον διαμεσολαβητή των Η.Ε. για τη Συρία Μιστούρα εξέφρασε την ελπίδα οι προσπάθειες της Ρωσίας για εξεύρεση λύσης να έχουν θετική κατάληξη. Να σημειώσουμε ότι τις επόμενες ημέρες πρόκειται να γίνει στη Μόσχα σύνοδος για το θέμα της Συρίας, με τη συμμετοχή και εκπροσώπων της συριακής αντιπολίτευσης.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, η Ουάσινγκτον έχει υιοθετήσει την άποψη ότι χωρίς τον Ασαντ είναι εξαιρετικά δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να αντιμετωπιστεί το Ι.Κ., εκτιμήσεις που στηρίζονται και στο γεγονός ότι η πολεμική αεροπορία των ΗΠΑ και των συμμάχων συνεργάζεται με την αντίστοιχη της Συρίας στους βομβαρδισμούς εναντίον θέσεων και στόχων του Ι.Κ.
Σε ένα τέτοιο γεωπολιτικό περιβάλλον, με τη θέση της Ρωσίας να ενισχύεται στην περιοχή, η Κύπρος καλείται να διαχειριστεί μια εξαιρετικά δυσάρεστη εξέλιξη, ενδεχομένως με σοβαρότατες γεωπολιτικές συνέπειες. Η απόφαση της γαλλικής TOTAL να μην προχωρήσει σε γεωτρήσεις στα Οικόπεδα 10 και 11 της κυπριακής ΑΟΖ, που είχε κερδίσει με διεθνή διαγωνισμό, ασχέτως αν αυτή οφείλεται στις εξελίξεις που σχετίζονται με την πτώση στις τιμές των ενεργειακών πρώτων υλών, συμπίπτει με τον κεντρικό στρατηγικό στόχο της Αγκυρας, που είναι η αποχώρηση των ξένων εταιριών από την ΑΟΖ της Κύπρου.
Δεν είναι ακόμη σαφές αν η απόφαση της TOTAL σχετίζεται με την πρόθεση της Τουρκίας να αναθέσει την κατασκευή των συστημάτων αεράμυνας υψηλών υψών στη Eurosam, όπου οι γαλλικές εταιρίες έχουν τη μερίδα του λέοντος.
Πάντως, η Κύπρος φροντίζει να εξισορροπήσει το κενό της γεωπολιτικής στήριξης με την υπογραφή συμφωνίας παραχώρησης υποστηρίξεων και άδειας χρήσεως του αεροδρομίου «Ανδρέας Παπανδρέου» στις ένοπλες δυνάμεις της Ρωσίας.
Σοβαρές εξελίξεις και σοβαρότατες κινήσεις, που ενέχουν κινδύνους και πρέπει να εντάσσονται σε ενιαίο εθνικό σχεδιασμό Λευκωσίας και Αθήνας.
Υπάρχει, άραγε, κάτι τέτοιο;
Σάββας Καλεντερίδης


