Αν και μελετώ χρόνια το φαινόμενο του ελληνικού Εμφυλίου, τόσο ως θεωρητική διάσταση της Θεωρίας Πολέμου όσο και ως την έκρηξη μιας εκατέρωθεν συσσωρευμένης έντασης στο συλλογικό θυμικό που κορυφώνεται κατά τη διάρκεια της περιόδου της Κατοχής, οφείλω να εξομολογηθώ ότι θεωρούσα ατυχή συγκυρία το ότι είχαμε τους συγκεκριμένους πολιτικούς εκείνη την εποχή. Τον αστικό κόσμο που δεν μπόρεσε να οδηγήσει δωσιλόγους και μαυραγορίτες στη Δικαιοσύνη, αν και η πλειονότητα αυτού αντιστάθηκε με δυναμισμό στις δυνάμεις του Αξονα και της ηγεσίας του ΚΚΕ, που όχι μόνο αδιαφόρησε για τις διεθνοπολιτικές εξελίξεις που το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πόλεμου δημιούργησε σε συστημικό επίπεδο, αλλά και που δεν κατανόησε ότι τα συμφέροντα της χώρας και της κοινωνίας διασφαλίζονταν άριστα μέσα στο δυτικό πλαίσιο, όπως για παράδειγμα έκανε με μεγάλη επιτυχία το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Επίσης, θεωρούσα ότι οι σκοτεινές εκείνες ημέρες δεν πρόκειται να έρθουν ποτέ ξανά πίσω. Και ενώ ακόμα πιστεύω το δεύτερο, ότι δηλαδή μια εμφύλια διαμάχη δεν μπορεί να συμβεί ξανά στην Ελλάδα, δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι το σημερινό πολιτικό σύστημα είναι πιο ευέλικτο.
Αν μια ομοιότητα υφίσταται ανάμεσα στις δύο εποχές, είναι το διαχρονικό σαράκι του Ελληνισμού, ο κομματισμός, αυτή η εμφατική διάθεση περιχαράκωσης σε ιδεολογικά μοτίβα και πρότυπα αταβιστικών απολυτοτήτων, που βάζει το κάρο εμπρός από το άλογο ή, με άλλα λόγια, το όποιο κόμμα εμπρός από την πατρίδα. Το πόσο σαθρός είναι ο κομματισμός δεν χρειάζεται να είστε πολιτικοί επιστήμονες για να το διαπιστώσετε. Δείτε μέσα στην οικογένειά σας τις σημαντικές αποκλίσεις από μέλος σε μέλος, που τονίζουν τη διαφορετικότητα μεταξύ οντοτήτων που μοιράζονται μάλιστα έναν κοινό ισχυρό δεσμό και όχι μια ασαφή ιδεολογική σχέση σύνδεσης.
Ενώ όμως στο παρελθόν ο κομματισμός μπορούσε με πολύ μεγάλη ευκολία να περάσει από το επίπεδο της ηγεσίας σε επίπεδο πυρήνα, σήμερα συμβαίνει κάτι πολύ ενδιαφέρον. Ο κομματισμός δεν αφορά πλέον τις μεγάλες κοινωνικές πλειοψηφίες. Η κοινωνία έχει πλέον προσπεράσει το μεταπολιτευτικό υπόδειγμα των «χρωματισμένων καφενείων», σε αντίθεση με μεγάλο μέρος του πολιτικού μας συστήματος, του οποίου και η ορολογία αλλά και ο τρόπος σκέψης του δείχνει να αδυνατεί να προσαρμοστεί στα δεδομένα και στις απαιτήσεις των καιρών, κυρίως όμως στις ανάγκες των πολιτών.
Ο κομματισμός σήμερα φαντάζει στην Ελλάδα, όπως και σε όλη την Ευρώπη, ως ένα νόμισμα που πλέον ηχεί κίβδηλα όταν πέφτει με πάταγο στις πλάκες του συγκαιρινού μας σκηνικού. Κι ενώ η κοινωνία πλέον δεν ενδιαφέρεται για τις αποχρώσεις των ξεθωριασμένων σημαιών στα στενά και γεμάτα σκόνη μπαλκόνια ενός α-ιστορικού επέκεινα, το πολιτικό μας σύστημα δείχνει πεισματικά να αρνείται να βρει νέο ρόλο για το ίδιο, ώστε να καταστεί οδηγός κοινωνίας στο μονοπάτι του ορθολογισμού, της ανάπτυξης, της κοινωνικής συνοχής και της εθνικής συνεννόησης. Από αυτή εδώ την έρημο που ξεκίνησε με φόντο το μαγευτικό Καστελόριζο μπορούμε να βγούμε μόνο όλοι μαζί και ενωμένοι σε έναν κοινό σκοπό: Να μη βρεθούμε ποτέ ξανά στον ρόλο της πειθήνιας Ιφιγένειας, με το παγωμένο χαμόγελο του φανατικού στα χείλη, που προσδοκά τη «σφαγή» για να αγιάσει.
Σπύρος Λίτσας
*Επίκουρος καθηγητής Διεθνών Σχέσεων Πανεπιστημίου Μακεδονίας / twitter: @Spyros_Litsas


