Χρειάζονται άνθρωποι δοκιμασμένοι στη ζωή, στην εργασία, στην κοινωνία. Που κράτησαν σταθερές τις απόψεις τους όταν αυτό είχε κόστος, που δεν εναλλάσσουν ιδέες όπως εναλλάσσονται κυβερνητικοί ρόλοι
Το ελληνικό πολιτικό σύστημα εδώ και καιρό έχει απολέσει το ηθικό και πολιτικό κύρος του. Αυτό είναι κάτι που δεν αποτελεί απλώς μια κρίση εμπιστοσύνης, αλλά μια βαθιά κρίση νομιμοποίησης.
- Του Γιάννη Χ. Κουριαννίδη*
Κόμματα εξουσίας εναλλάσσονται χωρίς ουσιαστικές διαφορές. Πολλοί θεσμοί λειτουργούν προσχηματικά, αυτοαπαξιούμενοι. Και η κοινωνία παρακολουθεί εξαντλημένη τους πολιτικούς εκπροσώπους της, που δείχνουν να λειτουργούν για την εξυπηρέτηση ενός κομματικού καρτέλ.
Αυτή η κρίση των θεσμών εδώ και χρόνια έχει αναδείξει προσωπικότητες που, είτε ειλικρινά είτε υποκριτικά, εξέφρασαν ως έναν βαθμό τη λαϊκή αγανάκτηση και τον θυμό της. Κάπως έτσι, μετά την τραγωδία των Τεμπών και τις αδιαμφισβήτητες εγκληματικές ευθύνες του πολιτικού συστήματος, άρχισε και η συζήτηση για τη δημιουργία κόμματος από την πλέον προβεβλημένη προσωπικότητα των συγγενών των θυμάτων, τη Μαρία Καρυστιανού. Οι προοπτικές της δημιουργίας του θυμίζουν έντονα το προηγούμενο αντίστοιχου κινήματος στην Ιταλία, αυτό των 5 Αστέρων. Και εκεί η διάθεση αυτοπροστασίας της πολιτικής εξουσίας είχε συσσωρεύσει αγανάκτηση και οργή.
Η αντίστοιχη εξέλιξη στην πατρίδα μας όμως θα πρέπει να λειτουργήσει όχι ως έμπνευση, αλλά ως προειδοποίηση. Κι αυτό γιατί αποδείχθηκε ότι με τη στείρα καταγγελία και την άρνηση της πολιτικής, χωρίς εθνική στρατηγική, χωρίς σαφή αντίληψη για το κράτος και την εξουσία, το κίνημα είναι καταδικασμένο να διαλυθεί μέσα στις αντιφάσεις του, όπως έγινε και στην Ιταλία, συνεργαζόμενο και συμμαχώντας με ό,τι προηγουμένως κατήγγελλε και απογοητεύοντας σύντομα όσους το πίστεψαν. Αποδείχθηκε, δηλαδή, ότι η αγανάκτηση από μόνη της δεν ανατρέπει συστήματα, όταν δεν συνοδεύεται από έναν συγκροτημένο πολιτικό λόγο. Αντίθετα, το πιθανότερο είναι να καταντήσει άλλοθι για τη διαιώνισή τους.
Η πατρίδα μας δεν αντέχει (ακόμα) ένα αντίστοιχο πείραμα. Δεν αντέχει, δηλαδή, ακόμα μία αντισυστημική υπόσχεση, που θα καταλήξει σε διαχειριστική υποταγή. Κι αυτό γιατί η διακύβευση σε μια χώρα με δημογραφική κατάρρευση, με παραγωγική αποδιάρθρωση και εξωτερικές προκλήσεις όλο και εντονότερες δεν είναι απλώς πολιτική, είναι πρωτίστως εθνική!
Η επιστροφή της πολιτικής, μέσω ενός κινήματος με συγκροτημένο πατριωτικό πολιτικό λόγο, που θα τολμά να θέσει ερωτήματα και να δίνει απαντήσεις για θέματα που το πολιτικό σύστημα αποφεύγει, αποτελεί πλέον αναγκαιότητα:
Ποιος αποφασίζει πραγματικά για την πατρίδα;
Ποια είναι τα όρια της εθνικής κυριαρχίας;
Ποιο κράτος θέλουμε και για ποιον;
Ποια παραγωγική βάση μπορεί να στηρίξει κοινωνική δικαιοσύνη και εθνική ανεξαρτησία;
Ενα τέτοιο κίνημα δεν μπορεί να στηριχθεί απλώς σε πρόσωπα-σύμβολα, όσο σεβαστά κι αν είναι αυτά. Απαιτούνται συλλογικότητα, πολιτικό σχέδιο και άνθρωποι που έχουν αποδείξει εμπράκτως ότι δεν εξαγοράζονται. Οχι κατ’ ανάγκην πρόσωπα με καριέρα στην εξουσία ή στη διοίκηση. Εξάλλου, αυτές οι καριέρες συνήθως αποτελούν μέρος του προβλήματος. Χρειάζονται άνθρωποι δοκιμασμένοι στη ζωή, στην εργασία, στην κοινωνία. Που κράτησαν σταθερές τις απόψεις τους όταν αυτό είχε κόστος, που δεν εναλλάσσουν ιδέες όπως εναλλάσσονται κυβερνητικοί ρόλοι.
Το πολιτικό σύστημα θα προσπαθήσει, όπως πάντα κάνει (πολύ περισσότερο τώρα, στον επιθανάτιο ρόγχο του), να απορροφήσει ή να ευτελίσει, ακόμη και να ποινικοποιήσει, μια τέτοια προσπάθεια. Θα τη χαρακτηρίσει «ανώριμη», «λαϊκιστική», «επικίνδυνη». Αυτή τη φορά όμως οι πολίτες πρέπει να είναι έτοιμοι και απαιτητικοί. Κι αυτό γιατί, αν πρόκειται να γεννηθεί κάτι νέο, ας γεννηθεί με μνήμη, με πατριωτική ευθύνη και εθνική αυτοσυνειδησία, αλλά πρωτίστως με πολιτική σοβαρότητα. Γιατί η πατρίδα δεν αντέχει άλλη μία χαμένη ευκαιρία μεταμφιεσμένη σε «ανατροπή».
* Διευθυντής του περιοδικού «Ενδοχώρα»


