Στις 23 Μαρτίου ξεκινά η δίκη για το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη, που στοίχισε τη ζωή σε 57 ανθρώπους. Μια ημερομηνία που ορίστηκε από τον Εισαγγελέα Εφετών Λάρισας και που έρχεται να «ξεσκονίσει» έναν φάκελο που, για πολλούς, έμοιαζε να έχει σκόπιμα θαφτεί στο συρτάρι της γραφειοκρατίας και των πολιτικών σκοπιμοτήτων.
Η κοινωνία περιμένει απαντήσεις εδώ και πάνω από δύο χρόνια. Αντί όμως να δει φως στη δικαιοσύνη, είδε καθυστερήσεις, μεταθέσεις, «ανεξήγητες» σιωπές και μια ολόκληρη κρατική μηχανή να προσπαθεί να πείσει πως όλα…βαίνουν καλώς. Η ημερομηνία της δίκης ανακοινώνεται σαν να είναι ένα τυπικό διαδικαστικό βήμα, τη στιγμή που για δεκάδες οικογένειες παραμένει ανοιχτή μια πληγή που δεν θα κλείσει ποτέ.
Θα αποδοθεί δικαιοσύνη;
Το ερώτημα που πλανάται, ωστόσο, είναι απλό: Θα αποδοθεί πραγματικά δικαιοσύνη ή θα ζήσουμε ακόμη ένα δικαστικό «ξεπλύμα» ευθυνών; Γιατί αν κάτι έχει γίνει σαφές από την πρώτη στιγμή, είναι πως η τραγωδία στα Τέμπη δεν ήταν ένα «ανθρώπινο λάθος». Ήταν η κορύφωση μιας πολυετούς αδιαφορίας, ενός διαλυμένου συστήματος, και μιας επικίνδυνης συνενοχής που εκτείνεται πολύ πέρα από τα πρόσωπα που σήμερα κάθονται στο εδώλιο.
Η δίκη της 23ης Μαρτίου δεν είναι απλώς μια νομική διαδικασία. Είναι δοκιμασία αξιοπιστίας για το ίδιο το κράτος –ένα τεστ για το αν η ελληνική Δικαιοσύνη μπορεί να σταθεί πάνω από τις πολιτικές πιέσεις και να κοιτάξει τους πολίτες στα μάτια. Μέχρι τότε, οι οικογένειες των θυμάτων θα συνεχίσουν να ζουν με το βάρος της απώλειας και την πικρία πως, στη χώρα αυτή, η αλήθεια έρχεται πάντα αργά και ποτέ ολόκληρη.