Οταν ο Κώστας Σημίτης και οι εντολείς του φενάκιζαν τον ελληνικό λαό με το αναπόφευκτο της στροφής της ελληνικής οικονομίας από την πρωτογενή παραγωγή στις υπηρεσίες, υπήρχαν εκείνοι που διαφωνούσαν. Οι «αιρετικοί» έλεγαν ότι, αν η Ελλάδα αποπειραθεί κάτι τέτοιο, απλά θα αφοπλιστεί οικονομικά, οι ανάγκες της για εισαγωγή αγαθών θα εκτοξευτούν και οι Ευρωπαίοι, που μιλούν για την οικονομία των υπηρεσιών, θα συνεχίσουν να παράγουν, πουλώντας σε εμάς ακόμα περισσότερα από τα προϊόντα τους.
Τελικά, η Ιστορία δικαίωσε όσους πρότειναν να μην εγκαταλείψουμε του αγρούς μας, να μην καταστρέψουμε τις ψαρόβαρκές μας, να μην παρατήσουμε την κτηνοτροφία, την κλωστοϋφαντουργία και τη μεταποίηση, να μην αφήσουμε όποιες γραμμές παραγωγής βιομηχανικών προϊόντων να ρημάξουν.
Ακολουθώντας τη συνταγή των ευρωκρατών και του καθεστώτος Σημίτη, το εμπορικό ισοζύγιο της Ελλάδας έγινε ελλειμματικό, σε βαθμό μη διαχειρίσιμο. Ενδεικτικό της έντασης και του βάθους αυτού του προβλήματος ήταν το κύριο θέμα της «δημοκρατίας», που επεσήμαινε ότι η πατρίδα μας έγινε «αποικία των πολυεθνικών» και πως οι εισαγωγές έγιναν «θηλιά για την Ελλάδα».
Στο άρθρο της εφημερίδας μας παρατέθηκαν στοιχεία που ανέφερε ο διευθυντής Μάρκετινγκ της Λουξ Πλάτων Μαρλαφέκας, σε εκδήλωση του ΡΕΥΜΑτος, για τη συμβολή των ελληνικών παραγωγικών επιχειρήσεων στην ανασυγκρότηση της χώρας. Εκεί αποκαλύπτεται ότι «αγοράσαμε επί Μνημονίων ξενόφερτα προϊόντα αξίας 240 δισ. ευρώ (τα 2/3 του χρέους)»!
Το συμπέρασμα που προκύπτει από τη μελέτη των στοιχείων είναι το αυτονόητο: Οποια χώρα εισάγει χωρίς να παράγει καταστρέφεται.
Ομως, η παραγωγή δεν είναι… φυσικό φαινόμενο για να προκύψει μόνο του. Οι καταναλωτές έχουν την ευκαιρία να επιλέξουν ελληνικά ποιοτικά προϊόντα; Η πολιτική τάξη έχει σχέδιο και απόφαση να τονώσει την εγχώρια παραγωγή; Εχει δημιουργηθεί το θεσμικό περιβάλλον για να ξαναγεννηθούν από τις στάχτες τους οι δημιουργικές δυνάμεις της χώρας; Η υπερφορολόγηση θα συνεχίσει να αφανίζει τα εισοδήματα; Θα ανασχεθεί, επιτέλους, η καλπάζουσα νόσος της γραφειοκρατίας;
Ερωτήματα που θα απαντήσουν οι καθ’ ύλην αρμόδιοι με πράξεις, όχι με λόγια.