Ο Πλούταρχος δεν παραθέτει αυστηρά τα γεγονότα, αλλά εστιάζει στην ηθική πλευρά των πρωταγωνιστών τους. Πώς αντιλαμβάνεται τη θεία παρέμβαση
O Πλούταρχος φαντάζεται τη διαμόρφωση του κόσμου, αντίθετα προς τους περισσότερους νεοπυθαγορείους, ως χρονική πράξη. Τη θεϊκή ενέργεια στον κόσμο την παριστάνει όχι τόσο με τη μορφή της πλατωνικής θεωρίας των ιδεών και της νεοπυθαγορικής των αριθμών όσο με τη μορφή της συνηθισμένη πίστης στην πρόνοια. Στην πίστη αυτή ο Πλούταρχος έδινε τη μεγαλύτερη αξία, πολεμώντας τον Επίκουρο και τη στωική μοιρολατρία.
- Γράφει ο Χρήστος Η. Χαλαζιάς
Ωστόσο, όσο ψηλότερα ανέβαζε τη θεότητα τόσο περισσότερο απαραίτητοι του γίνονταν οι δαίμονες, ως μεσίτες ενέργειας της θεότητας πάνω στον κόσμο. Για τους δαίμονες διηγείται πολλές δεισιδαιμονίες. Σε αυτούς αποδίδει όσα δεν τολμά να αποδώσει άμεσα στη θεότητα. Ιδιαίτερό του γνώρισμα είναι πως όχι μόνο παραδέχεται πέντε στοιχεία, αλλά βρίσκει κιόλας πιθανή την ύπαρξη πέντε κόσμων. Αυτό που ο Πλάτωνας είχε πει για την αλλαγή των καταστάσεων του κόσμου, ο Πλούταρχος το παίρνει τόσο δογματικά ώστε πλησιάζει τη στωική διδασκαλία που ο ίδιος πολέμησε.
Αθανασία
Στην πλατωνική ανθρωπολογία αναμειγνύει ορισμένες αριστοτελικές απόψεις. Μένει πιστός στην ελευθερία της βούλησης και στην αθανασία (μαζί και στη μετεμψύχωση), υπερασπίζεται την πλατωνική – αριστοτελική ηθική εναντίον των δοξασιών των στωικών και των επικούριων και την εφαρμόζει στις διάφορες σχέσεις της ζωής με μια ευγενική και μετρημένη έννοια.
Αλλά δεν μπορούσε κοντά σ’ αυτό να ξεφύγει, στα χρόνια που ζούσε, από την επίδραση του στωικού κοσμοπολιτισμού και τον περιορισμό του πολιτικού ενδιαφέροντος. Το πιο χαρακτηριστικό όμως γνώρισμα της πλουταρχικής ηθικής είναι ο στενός της σύνδεσμος με τη θρησκεία. Οσο ξεκαθαρισμένη και αν είναι η έννοια που έχει ο Πλούταρχος για τον θεό, όσο ζωηρά και αν περιγράφει το παράλογο και τη θλιβερότητα της δεισιδαιμονίας, δεν μπορεί με το θερμό θρησκευτικό του συναίσθημα και με τη μικρή του εμπιστοσύνη στη γνωστική ικανότητα του ανθρώπου να απαρνηθεί την πίστη πως η θεότητα εκδηλώνεται με άμεσες αποκαλύψεις.
Εξετάζοντας έπειτα τις συνθήκες των αποκαλύψεων αυτών, βρίσκει τρόπο να δικαιολογήσει την πίστη του λαού στη μαγεία, όπως από καιρό το συνήθιζαν οι στωικοί και οι νεοπυθαγόρειοι. Τη διάσταση αυτή αναδεικνύει γενικά για τη λαϊκή θρησκεία. Οι θεοί των διάφορων λαών είναι, όπως λέει, διαφορετικά ονόματα για την υποδήλωση ενός και του ίδιου θείου όντος και των δυνάμεων που το υπηρετούν. Οι μύθοι περιέχουν φιλοσοφικές αλήθειες και ο Πλούταρχος ξέρει να τις «ξεχωρίζει» με τη συνηθισμένη αυθαιρεσία της αλληγορικής ερμηνείας. Και όσο αποκρουστικές και ανούσιες μπορεί να είναι πολλές συνήθειες της λατρείας, η δαιμονολογία του, αν δεν είναι ικανή για τίποτε άλλο, του δίνει ωστόσο τα μέσα να βρει γι’ αυτές κάποια φαινομενική δικαιολογία.
Δεν απαιτεί όμως τον ασκητισμό των πυθαγορείων. Ετσι, ο Πλούταρχος παρουσιάζεται ως ο σωστός συμβιβαστικός θεολόγος, που δεν βρίσκει το θάρρος να σταθεί αποφασιστικά στο έδαφος μιας λογικής κοσμοερμηνείας, αλλά ζητάει με τη φιλοσοφική εξέταση των όντων να συνδέσει την επιστημονική με τη θρησκευτική αντίληψη, ξεκινώντας από την πρόθεση να σώσει ό,τι μπορεί να σωθεί από την παράδοση.
Οι βιογραφίες
Μολονότι ανάμεσα στα Ηθικά του υπάρχουν πολλά έργα ικανά να διαιωνίσουν τη μνήμη του, η δόξα του Πλουτάρχου συνδέεται κυρίως με τους «Βίους Παράλληλους». Κατά κάποιον τρόπο, εφάρμοσε σε αυτούς τις ηθικές σκέψεις του για την Ιστορία, ανατρέχοντας στις επιφανέστερες, κατά τη γνώμη του, φυσιογνωμίες του αρχαίου κόσμου. Στις βιογραφίες του αυτές δεν ανέπτυξε δικές του θεωρίες ή των φιλοσόφων των κλασικών περιόδων. Αυτές τις φύλαξε για τα «Ηθικά». Ομως, πρώτος ασχολήθηκε με την ηθική πλευρά του βίου των προσώπων που εξιστορεί και τη συμπλήρωσε με τον ανά ζεύγη παραλληλισμό τους. Ετσι, έδωσε καινούργιο τόνο όχι μόνο στη βιογραφία, αλλά και στην Ιστορία γενικά και θεωρήθηκε ένας από τους μεγαλύτερους ιστορικούς όλων των εποχών, μολονότι δεν έγραψε συστηματική Ιστορία, μερική ή γενική, της Ελλάδας ή του τότε γνωστού κόσμου.
Ο Πλούταρχος διάβασε πάρα πολύ και χρησιμοποίησε πολλές πηγές για το έργο του, τις οποίες άλλωστε τις αναφέρει Για τις ελληνικές ιστορίες ο Πλούταρχος χρησιμοποίησε τους καλύτερους συγγραφείς: Τον Ηρόδοτο, τον Θουκυδίδη και τον Ξενοφώντα για τη μέχρι του Αλκιβιάδη περίοδο, καθώς και έργα του Ελλανίκου, του Θεοπόμπου, του Καλλισθένους και του Φίλιστου. Για τη μετέπειτα περίοδο συμβουλεύτηκε τον Ιερώνυμο τον Καρδιακό, τον Δούρι, τον Φίλαρχο, τον Δημήτριο τον Φαληρέα, τον Τίμαιο και κυρίως τον Πολύβιο. Τον Διόδωρο τον Σικελιώτη τον αποφεύγει.
Η ταξινόμηση των έργων και οι βίοι κατά ζεύγη
Ο Πλούταρχος έκανε την Ιστορία της αρχαιότητας περισσότερο προσιτή, περισσότερο κατανοητή, σαφή και διδακτική για όλους. Εχουν σωθεί 48 Βίοι, από τους οποίους οι 44 είναι Παράλληλοι (κατά ζεύγη και οι περισσότεροι και με συγκρίσεις) και οι 4 ανεξάρτητοι (βιογραφίες του Αρταξέρξη του Μνήμονος, του Αράτου, του Γάλβα και του Οθωνα). Ουσιαστικά, οι σωζόμενοι Βίοι είναι 50, γιατί ένα ζεύγος από αυτούς βιογραφεί τέσσερις ήρωες, δύο Ελληνες, τον Αγι και τον Κλεομένη, και δύο Ρωμαίους, τους αδελφούς Τιβέριο και Γάιο Γράκχο.
Ανάμεσα στα ογδόντα έργα του Πλουτάρχου που χάθηκαν υπήρχαν και 14 άλλοι βίοι, που εξιστορούσαν τη ζωή του Επαμεινώνδα, του Ησιόδου, του Πινδάρου, του Κράτητος του Κυνικού, του Δηιφάντου, του Αριστομένους και του ποιητή Αράτου, καθώς και 7 Ρωμαίων παράλληλα. Δεν είναι γνωστή η σειρά που γράφτηκαν οι βιογραφίας αυτές. Οι γνώμες διίστανται γι’ αυτό το θέμα. Ασφαλώς ο Πλούταρχος δεν τις έγραφε με τη χρονολογική σειρά που έχει επικρατήσει να εκδίδονται, κατά τη χρονική δηλαδή τάξη που εξιστορούνται οι βιογραφίες των μεγάλων ανδρών και τα γεγονότα που συμβαίνουν στην εποχή τους.
Οι «Παράλληλοι Βίοι» γράφτηκαν χωρίς εμφανή τάξη, ενώ ο συγγραφέας είχε στον νου του να αποτελέσουν, αργά ή γρήγορα, ένα ομοιογενές σύνολο. Μερικοί ιστορικοί είχαν επικρίνει αυστηρά στο παρελθόν το ιστοριογραφικό έργο του Πλουτάρχου, όπου έβρισκαν ανακρίβειες και αναλήθειες. Με τα χρόνια όμως ο Πλούταρχος δικαιώνεται όλο και περισσότερο. Αλλωστε, ο ίδιος ο Πλούταρχος αναγνώριζε πως δεν έγραψε αυστηρή Ιστορία χρονολογιών και απαριθμήσεις γεγονότων. Δεν επιμένει στην απόλυτη χρονολογική ακρίβεια των συμβάντων, αλλά ενδιαφέρεται κυρίως για τους χαρακτήρες των ιστορουμένων προσώπων.