Το ανώτατο όργανο της αθηναϊκής δημοκρατίας, όπου οι πολίτες αποφάσιζαν για νόμους, πόλεμο και ειρήνη
Η Εκκλησία του Δήμου ήταν η συνέλευση των πολιτών της αρχαίας Αθήνας, το ανώτατο όργανο όπου ο λαός αποφάσιζε για όλα τα σημαντικά ζητήματα του κράτους. Από το 451 π.Χ. μπορούσαν να συμμετέχουν όλοι οι ενήλικες Αθηναίοι που είχαν πλήρη πολιτικά δικαιώματα, δηλαδή όσοι είχαν και τους δύο γονείς Αθηναίους και είχαν ολοκληρώσει τη διετή στρατιωτική τους θητεία.
Αποκλείονταν οι γυναίκες, οι μέτοικοι και οι δούλοι, όπως και όσοι είχαν στερηθεί τα πολιτικά τους δικαιώματα. Οι πολίτες της υπαίθρου ή όσοι βρίσκονταν σε εκστρατεία συχνά δυσκολεύονταν να παρευρίσκονται σε κάθε συνεδρίαση, καθώς η Αττική εκτεινόταν έως και σαράντα πέντε χιλιόμετρα από την πόλη. Μετά το 404/3 π.Χ., θεσπίστηκε εκκλησιαστικός μισθός για να διευκολύνει τη συμμετοχή.
Η Εκκλησία συζητούσε και ψήφιζε νόμους, εξέλεγε στρατηγούς και αξιωματούχους, αποφάσιζε για πόλεμο, ειρήνη ή συμμαχίες και έλεγχε τα δημόσια οικονομικά. Είχε τη δύναμη να επιβάλλει ποινές, ακόμη και θάνατο ή εξορία, και να καθορίζει την εξωτερική πολιτική της Αθήνας. Ήταν, με λίγα λόγια, το ζωντανό πρόσωπο της δημοκρατίας, εκεί όπου ο πολίτης ασκούσε άμεσα την εξουσία του.
Από την Εκκλησία του Δήμου στη Βουλή των Ελλήνων
Το σημερινό κτήριο της Βουλής άρχισε ως Ανάκτορα στον λόφο της Μπουμπουνίστρας (1836), σε σχέδια του Friedrich von Gaertner: λιτή, κλασικίζουσα σύνθεση με τέσσερις πτέρυγες και εσωτερικές αυλές. Στέγασε τον Όθωνα και αργότερα τον Γεώργιο Α΄, γνώρισε μεγάλες πυρκαγιές (1884, 1909) και, μετά το 1922, φιλοξένησε δημόσιες υπηρεσίες και ανθρωπιστικούς φορείς.
Το 1929 αποφασίστηκε η μετατροπή του σε μέγαρο Βουλής και Γερουσίας (μελέτη Ανδρέα Κριεζή). Η κεντρική πτέρυγα ανακατασκευάστηκε για τις αίθουσες συνεδριάσεων, προστέθηκε βόρεια είσοδος με δωρικό πρόπυλο και στις 1 Ιουλίου 1935 η Ε΄ Εθνοσυνέλευση εγκαινίασε τη νέα αίθουσα· από τότε στεγάζεται εδώ η Βουλή των Ελλήνων.
Μετά το 1975 έγιναν εκσυγχρονισμοί (υπόγειος σταθμός, διαμόρφωση περιβάλλοντος χώρου), τοποθετήθηκαν μνημεία (ανδριάντες Τρικούπη και Βενιζέλου, «Μάνα» Καπράλου) και έργα όπως η ζωφόρος της μάχης της Πίνδου στο Περιστύλιο. Σήμερα, το κτήριο λειτουργεί ως διαχρονικό σύμβολο του κοινοβουλευτισμού, συνδυάζοντας σε ένα σώμα βασιλικό παρελθόν και δημοκρατικό παρόν.