«Είμαι πολύ περήφανος που ανακοινώνω ότι το Ισραήλ και η Χαμάς υπέγραψαν την πρώτη φάση του ειρηνευτικού μας σχεδίου», ανακοίνωσε ο Ντόναλντ Τραμπ το βράδυ της Τετάρτης στο δίκτυο του Truth Social.
- Παρίσι, της Μαρίας Δεναξά
Αυτό σημαίνει ότι όλοι οι όμηροι θα απελευθερωθούν πολύ σύντομα κι ότι το Ισραήλ θα αποσύρει τα στρατεύματά του μέχρι μια συμφωνημένη γραμμή, κάτι που θα αποτελέσει τα πρώτα βήματα προς μια ισχυρή, διαρκή και αιώνια ειρήνη. Ο αμερικανόςπρόεδρος διευκρινίσε ότι «όλα τα μέρη» θα «αντιμετωπιστούν δίκαια» και ευχαρίστησε τους μεσολαβητές από το Κατάρ, την Αίγυπτο και την Τουρκία.
Την είδηση χαιρέτισαν αμέσως αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων απ όλο τον κόσμο, καθώς και πολλοί Παλαιστινίοι και Ισραηλινοί, οι οποίοι εξέφρασαν τη χαρά τους στα ερείπια της Γάζας και στους δρόμους του Τελ Αβίβ. Η συμφωνία, η οποία προβλέπει την απελευθέρωση 20 Ισραηλινών ομήρων έναντι της απελευθέρωσης περίπου 2000 Παλαιστινίων κρατουμένων, τη μερική απόσυρση των στρατευμάτων του Ισραήλ και την περιφερειακή συμμετοχή στην ανοικοδόμηση της Γάζας υπό αμερικανική εποπτεία, απέχει πολύ από το να εγγυηθεί το οριστικό τέλος των εχθροπραξιών. Ωστόσο, αποτελεί ένα βήμα προόδου. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ωστόσο, δεν αναμένεται να αλλάξει τίποτα στις εσωτερικές εντάσεις.
«Η επίθεση στη Ντόχα ξεπέρασε τα όρια»
Ο αυτοαποκαλούμενος ειρηνοποιός Ντόναλντ Τραμπ έχει σημειώσει μια θριαμβευτική επιτυχία, ακόμα κι αν οι αναλυτές εκτιμούν ότι αυτή ήταν εφικτή εδώ και καιρό. «Το ζήτημα της αμερικανικής επιρροής ή ισχύος δεν τέθηκε ποτέ υπό αμφισβήτηση», τονίζει ο Μάικλ Ουαχίντ Χάννα, αμερικανός ειδικός για τη Μέση Ανατολή στο International Crisis Group, μια ευρωαμερικανική δεξαμενή σκέψης. «Αυτό που ήταν μεταβλητό ήταν η βούληση να δράσει». Αφού δίστασε να πάρει θέση, ο αμερικανός πρόεδρος δημοσίευσε ένα βίντεο φτιαγμένο με τεχνητή νοημοσύνη που υποσχόταν την κατασκευή μιας Ριβιέρας της Μέσης Ανατολής πάνω στα ερείπια της Παλαιστίνης και υποστήριξε τις ενέργειες της κυβέρνησης Νετανιάχου με κάθε κόστος. «Η κυβέρνηση Τραμπ άλλαξε γνώμη μετά από ένα συγκεκριμένο γεγονός», εκτιμά ο ίδιος.
Η επίθεση στη Ντόχα (ο βομβαρδισμός από το Ισραήλ της πρωτεύουσας του Κατάρ, όπου βρίσκονταν αξιωματούχοι της Χαμάς), ένα κράτος που εμπλέκεται στις διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό της σύγκρουσης κι όπου βρίσκεται η μεγαλύτερη αμερικανική στρατιωτική βάση στη Μέση Ανατολή, σίγουρα είχε επίδραση στον Ντόναλντ Τραμπ. Η αντίδραση των ηγετών της περιοχής ήταν εξαιρετικά έντονη. «Ο Αμερικανός πρόεδρος φαινόταν να μην μπορεί πλέον να ελέγξει τον σύμμαχό του. Ο Λευκός Οίκος θεώρησε προφανώς ότι αυτό ξεπερνούσε τα όρια. Το αμερικανικό σχέδιο δεν είναι αυτό που θα ήθελε ο Μπενιαμίν Νετανιάχου. Ήθελε σαφώς να συνεχίσει τον πόλεμο. Ωστόσο, μετά από μήνες αναβολών, οι Ηνωμένες Πολιτείες αποφάσισαν τελικά να χρησιμοποιήσουν την επιρροή τους». Μια κίνηση που όπως υπογραμμίζει ο Χάννα, ο Ντόναλντ Τραμπ ήταν ιδιαίτερα καλά τοποθετημένος να πραγματοποιήσει.
«Το προφίλ του προέδρου τον καθιστά ικανό να ασκήσει πίεση στο Ισραήλ χωρίς να υποστεί το πολιτικό κόστος που αυτό συνεπαγόταν ιστορικά για τον Λευκό Οίκο», συνεχίζει. «Δεδομένου ότι η βάση του θα τον ακολουθήσει προφανώς ό,τι κι αν συμβεί. Ορισμένοι από τους πιο φιλοϊσραηλινούς Ρεπουμπλικάνους γερουσιαστές έχουν εκφράσει επιφυλάξεις, αλλά δεν φαντάζομαι ότι θα αντιταχθούν σε ένα σχέδιο που έχει επιμεληθεί ο αρχηγός τους, ακόμα κι αν έχει προφανείς αδυναμίες».
Την Πέμπτη το πρωί, το στρατόπεδο του προέδρου γιόρταζε φυσικά το μεγάλο γεγονός και όλα τα βλέμματα την Παρασκευή στράφηκαν προς το Όσλο, καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ είχε δηλώσει πως αν δεν λάβει το Νόμπελ Ειρήνης, το οποίο κέρδισε η ηγέτιδα της αντιπολίτευσης της Βενεζουέλας, Μαρία Κορίνα Ματσάδο, αυτό θα είναι «προσβολή προς τις Ηνωμένες Πολιτείες». Ωστόσο,οι καταιγιστικές -θετικές- εξελίξεις στη Γάζα, φαίνεται πως δεν επηρεάζουν την πολιτική κρίση που μαίνεται στις Ηνωμένες Πολιτείες, η οποία γίνεται όλο και πιο σοβαρή.
«Ελάτε να με πάρετε»
Η εξωτερική πολιτική σπάνια είναι καθοριστική στις Ηνωμένες Πολιτείες. Εκτός από περιόδους πολέμου. Η εμπλοκή των ΗΠΑ στο Ιράκ υπό την κυβέρνηση Μπους είχε επωφελήσει την προεκλογική εκστρατεία του Μπαράκ Ομπάμα το 2006. Η χαοτική αποχώρηση από το Αφγανιστάν είχε βλάψει ιδιαίτερα τον Τζο Μπάιντεν το 2021. Αλλά η τρέχουσα κατάσταση δεν είναι η ίδια. Ιδιαίτερα όσον αφορά την τεράστια έξαρση των εσωτερικών προβλημάτων στις Ηνωμένες Πολιτείες. Μετά από δέκα ημέρες shutdown που προς το παρόν φαίνεται να μην έχει διέξοδο, η πολιτική αντιπαράθεση στις Ηνωμένες Πολιτείες έλαβε το Σαββατοκύριακο ακόμη πιο ανησυχητικές διαστάσεις. Εν μέσω δικαστικής μάχης σχετικά με την αποστολή ομοσπονδιακών δυνάμεων στο Σικάγο (Ιλινόις) και στο Πόρτλαντ (Όρεγκον), ο πρόεδρος των ΗΠΑ δήλωνε την Πέμπτη ότι εκτιμά πως ο κυβερνήτης της πρώτης απο τις δυο πολιτείες, ο Τζέι Μπι Πρίτσκερ, «θα έπρεπε να βρίσκεται στη φυλακή».
Ενώ ο πρόεδρος απείλησε τη Δευτέρα ότι θα επικαλεστεί το Insurrection Act, που του επιτρέπει να αναπτύξει τον στρατό, παρακάμπτοντας σε μεγάλο βαθμό τη γνώμη των δικαστών, ο Πρίτσκερ απάντησε ως εξής: «Ο Ντόναλντ Τραμπ ζητά τη σύλληψη των εκλεγμένων αντιπροσώπων που ελέγχουν την εξουσία του. Τι άλλο μένει στο δρόμο προς τον απόλυτο αυταρχισμό; Αυτός ο τύπος είναι διαταραγμένος. Είναι καταδικασμένος εγκληματίας. Είναι επίδοξος δικτάτορας. Θέλω να του πω ένα πράγμα: «Αν επιτεθείς στους δικούς μου, θα πρέπει να περάσεις από μένα. Έλα να με βρεις» – πριν απλώσει τα χέρια του μπροστά, σαν να θέλει να του βάλουν χειροπέδες. Αν και υπάρχει ελπίδα ότι το αμερικανικό σχέδιο για τη Γάζα αποτελεί μια πραγματική διπλωματική πρόοδο, δεν μπορεί να σταματήσει την κλιμάκωση της πολιτικής έντασης και των απειλών στις Ηνωμένες Πολιτείες – ή να επαναφέρει σε λειτουργία την ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Κι αυτό είναι το μόνο καυτό ζήτημα που απασχολεί περισσότερο τους Αμερικανούς αυτή τη στιγμή.