Πώς η κρίση του προέδρου απειλεί να διαλύσει το θεσμικό οικοδόμημα που ο Ντε Γκολ δημιούργησε για να σώσει τη χώρα από το χάος
Για κάποιον που παρουσίαζε τον εαυτό του ως έναν σύγχρονο Σαρλ ντε Γκολ υπάρχει μια βαθιά ειρωνεία στο γεγονός ότι η πολιτική παρακμή του Εμανουέλ Μακρόν απειλεί να διαβρώσει το ίδιο το συνταγματικό οικοδόμημα που ο στρατηγός ίδρυσε για να θωρακίσει τη Γαλλία από την αστάθεια. Ο Ντε Γκολ, το 1958, έστησε την Πέμπτη Δημοκρατία πάνω στην ανάγκη για ισχυρή, σταθερή εκτελεστική εξουσία, ικανή να υπερβαίνει τις κομματικές μικροπολιτικές. Εξήντα επτά χρόνια αργότερα, η ίδια αυτή αρχιτεκτονική τρίζει κάτω από το βάρος ενός προέδρου που μοιάζει απομονωμένος, αποδυναμωμένος και αιχμάλωτος του ίδιου του μηχανισμού που κληρονόμησε.
Η κρίση του Εμανουέλ Μακρόν δεν είναι μόνο πολιτική· είναι θεσμική, σχεδόν υπαρξιακή για τη Γαλλία. Από τη στιγμή που ο Σεμπαστιάν Λεκορνί υπέβαλε την παραίτησή του από τη θέση του πρωθυπουργού το Ελιζέ θυμίζει περισσότερο σκακιέρα παρά κυβερνητικό επιτελείο. Οι σύμμαχοι εγκαταλείπουν το πλοίο ο ένας μετά τον άλλον, ενώ οι αντίπαλοι του προέδρου -από τη Μαρίν Λεπέν μέχρι τον πρώην προστατευόμενό του Γκαμπριέλ Ατάλ- βλέπουν στην αποδυνάμωσή του την ευκαιρία να ξαναγράψουν τον πολιτικό χάρτη της χώρας.
Ο Μακρόν, που κάποτε παρουσιαζόταν ως η ενσάρκωση της γαλλικής αναγέννησης, βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπος με την ίδια παθολογία που είχε οδηγήσει στη γέννηση της Πέμπτης Δημοκρατίας: την παράλυση. Ο πρόεδρος που ήθελε να ξεπεράσει τη διχοτόμηση Αριστεράς και Δεξιάς κατέληξε να μην μπορεί να συγκροτήσει πλειοψηφία ούτε με τη μία ούτε με την άλλη πλευρά. Το αποτέλεσμα είναι μια χώρα εγκλωβισμένη σε θεσμικό αδιέξοδο, με μια Εθνοσυνέλευση κατακερματισμένη και μια προεδρία που μοιάζει περισσότερο διακοσμητική παρά εκτελεστική.
Ο Ντε Γκολ είχε δώσει στον πρόεδρο σχεδόν μοναρχικές εξουσίες, θεωρώντας ότι μόνο μια ισχυρή φιγούρα θα μπορούσε να αποτρέψει την αστάθεια της Τέταρτης Δημοκρατίας. Ομως, στην εποχή του Μακρόν, αυτό το μοντέλο φαίνεται να γυρίζει μπούμερανγκ. Ο ίδιος ο πρόεδρος, έχοντας χάσει τη λαϊκή εμπιστοσύνη και την κοινοβουλευτική του βάση, δεν έχει πλέον ούτε το κύρος ούτε την πολιτική ισχύ για να επιβάλει λύσεις. Η εξουσία που συγκέντρωσε γύρω του τα πρώτα χρόνια έχει μετατραπεί σε κενό εξουσίας. Κι εκεί ακριβώς βρίσκεται η ειρωνεία: το προεδρικό σύστημα που σχεδιάστηκε για να εγγυάται τη σταθερότητα παράγει σήμερα το ακριβώς αντίθετο.
Οι τελευταίες εβδομάδες το απέδειξαν με εντυπωσιακό τρόπο. Μέσα σε λίγες ημέρες ο Λεκορνί παραιτήθηκε, ο Ατάλ και ο Φιλίπ τον επέκριναν ανοιχτά, ενώ ακόμα και η πρώην πρωθυπουργός Ελιζαμπέτ Μπορν ζήτησε την αναστολή της εμβληματικής μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού – του πιο χαρακτηριστικού πολιτικού συμβόλου της εποχής Μακρόν.
Το άλλοτε πειθαρχημένο στρατόπεδο της «Αναγέννησης» έχει μετατραπεί σε πεδίο ελεύθερης πτώσης. Το «μακρονικό» κέντρο, που κάποτε υποσχόταν υπέρβαση των διχασμών, μοιάζει τώρα κενό περιεχομένου, χωρίς ιδεολογική πυξίδα και χωρίς στρατηγική επιβίωσης. Μέσα σε 24 ώρες από την παραίτηση του Λεκορνί οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης έσπευσαν να εκμεταλλευτούν το χάος, ανανεώνοντας τα αιτήματα για πρόωρες εκλογές. Μέχρι στιγμής, ο Μακρόν έχει αποκλείσει τις κάλπες. Ο πρόεδρος υπογραμμίζει διαρκώς την ανάγκη για σταθερότητα εν μέσω παγκόσμιας αβεβαιότητας, αφήνοντας ωστόσο ανοιχτό το ενδεχόμενο νέας διάλυσης.
Οι πολιτικοί υπολογισμοί εν όψει των δημοτικών εκλογών του 2026 και μιας πιθανής πρόωρης κοινοβουλευτικής αναμέτρησης εντείνουν την αδιαλλαξία των αντιπάλων του, δυσκολεύοντας περαιτέρω την αναζήτηση λύσης. «Η διάθεση για συμβιβασμό μειώνεται συνεχώς και πλέον όλοι μετρούν αντίστροφα» δήλωσε ο καθηγητής οικονομικών του INSEAD Αντόνιο Φάτας. Με την προεδρική εκλογή του 2027 να πλησιάζει, ορισμένοι από τους αντιπάλους του Μακρόν βλέπουν ήδη προοπτική νίκης. «Ποιος νοιάζεται για το χάος, αν πιστεύεις ότι θα κερδίσεις τις επόμενες εκλογές;» είπε ο Φάτας.
Η Πέμπτη Δημοκρατία στα πρόθυρα της κατάρρευσης
Ο Μακρόν δείχνει να βιώνει τη μοναξιά της εξουσίας με τρόπο σχεδόν γκολικό – μόνο που ο στρατηγός αποσύρθηκε με αξιοπρέπεια στην Ιρλανδία, ενώ ο σημερινός πρόεδρος περιφέρεται μόνος του στις όχθες του Σηκουάνα, παγιδευμένος ανάμεσα στην εμμονή να ολοκληρώσει τη θητεία του και στη συνειδητοποίηση ότι έχει χάσει την ικανότητα να κυβερνά. Κάθε επιλογή του μοιάζει να επιταχύνει την ίδια του την αποδυνάμωση: αν προκηρύξει εκλογές, κινδυνεύει να οδηγήσει την Ακροδεξιά στην εξουσία· αν επιμείνει στη σημερινή στασιμότητα, ενισχύει την εικόνα ενός ηγέτη που κυβερνά μόνο κατ’ όνομα.
Η Πέμπτη Δημοκρατία, σχεδιασμένη ως προεδρικό ανάχωμα απέναντι στον λαϊκισμό, έχει μετατραπεί σε θερμοκήπιο του. Ο λαός, βλέποντας ένα πολιτικό σύστημα ανίκανο να παράγει σταθερές κυβερνήσεις, στρέφεται σε εκείνους που υπόσχονται «κάθαρση». Η Μαρίν Λεπέν και ο Ζορντάν Μπαρντελά γνωρίζουν πολύ καλά ότι η φθορά του Μακρόν είναι η δική τους ευκαιρία. Αν υπάρξουν νέες εκλογές, ο Εθνικός Συναγερμός μπορεί να βρεθεί πιο κοντά από ποτέ στην εξουσία.
Πίσω από την πολιτική δραματουργία, ωστόσο, υποβόσκει μια βαθύτερη κρίση ταυτότητας. Ο Μακρόν οικοδόμησε την πολιτική του καριέρα πάνω στην ιδέα μιας «νεογκολικής» Γαλλίας – ισχυρής, ανεξάρτητης, ευρωπαϊκής αλλά όχι υποτελούς στο Βερολίνο ή στην Ουάσινγκτον. Μιλούσε για «στρατηγική αυτονομία» και «ευρωπαϊκή κυριαρχία». Σήμερα, όμως, είναι το Παρίσι που μοιάζει εξαρτημένο – από τις αγορές, από το Βερολίνο, από τη δική του αδυναμία να παράγει πολιτική σταθερότητα. Ο γαλλογερμανικός άξονας, που άλλοτε καθόριζε την Ευρώπη, έχει αντιστραφεί: η Γερμανία προβάλλει ως ο υπεύθυνος ενήλικας της ηπείρου, ενώ η Γαλλία μοιάζει με το «προβληματικό παιδί» που όλοι φοβούνται ότι θα προκαλέσει νέα κρίση χρέους.
Σε αυτό το πλαίσιο, η σύγκριση με τον Ντε Γκολ αποκτά σχεδόν τραγική διάσταση. Ο στρατηγός, το 1969, παραιτήθηκε όταν κατάλαβε ότι η χώρα δεν τον ακολουθούσε πια. Ο Μακρόν, αντιθέτως, επιμένει να κρατά τα ηνία, ακόμα κι αν η άμαξα δεν κινείται. Ισως πιστεύει ότι η Ιστορία θα του αναγνωρίσει την επιμονή· όμως η Ιστορία έχει ήδη αρχίσει να τον κρίνει. Ο «μακρονισμός» -αυτό το μείγμα τεχνοκρατίας, ευρωπαϊσμού και προσωποπαγούς εξουσίας- έχει φτάσει στα όριά του.
Η Πέμπτη Δημοκρατία, όπως την οραματίστηκε ο Ντε Γκολ, μοιάζει πια κουρασμένη, ανήμπορη να ανταποκριθεί στις προκλήσεις μιας κοινωνίας που έχει πάψει να πιστεύει στη μεσσιανική φιγούρα του προέδρου. Αν η Ιστορία επαναλαμβάνεται, δεν είναι πάντα ως φάρσα – μερικές φορές είναι ως πολιτικός καθρέφτης που δείχνει πόσο μακριά έχει φτάσει η χώρα από το αρχικό της όραμα. Ο Μακρόν ίσως αντέξει μέχρι το 2027, ίσως βρει έναν τρόπο να κρατήσει το σχήμα της εξουσίας του όρθιο. Ομως, ό,τι κι αν συμβεί, η κληρονομιά του μοιάζει ήδη προδιαγεγραμμένη: ένας πρόεδρος που ήθελε να είναι ο συνεχιστής του Ντε Γκολ, αλλά κατέληξε ο νεκροθάφτης του.