Μια εικόνα επισφαλούς σταθερότητας κυριαρχεί σήμερα στη Λωρίδα της Γάζας, παρά την πρόσφατη συμφωνία για κατάπαυση του πυρός που επιτεύχθηκε με αμερικανική μεσολάβηση. Σε ανάλυσή του στο CNN, ο αμυντικός αναλυτής Μπρετ ΜακΓκέργκ υπογραμμίζει ότι το κρίσιμο εμπόδιο για την προοπτική μόνιμης ειρήνης παραμένει η ίδια η Χαμάς -μια οργάνωση που δεν λειτουργεί απλώς σαν παραστρατιωτικός φορέας αλλά ως πραγματική εξουσία στη Γάζα.
Η κεντρική παραδοχή της ανάλυσης είναι σαφής: όσο η Χαμάς διατηρεί ρόλο εξουσίας στην περιοχή, κάθε ειρηνευτική πρωτοβουλία κινδυνεύει να αποτύχει. Το νέο σχέδιο που παρουσίασε η Ουάσιγκτον το θέτει ως προϋπόθεση: η οργάνωση πρέπει να αφοπλιστεί και να μην παραμένει σε θέση εξουσίας -είτε στις περιοχές πάνω από την «κίτρινη γραμμή» είτε σε αυτές που θεωρητικά εξακολουθούν υπό τον έλεγχό της.
Η δυσκολία, σύμφωνα με την ανάλυση, είναι ότι η Χαμάς λειτουργεί στη Γάζα σαν ένα καθεστώς εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες. Από το 2007, όταν ανέλαβε με βίαιο τρόπο τον έλεγχο από τη Φατάχ, έχει εγκαθιδρύσει δομές διοίκησης και κοινωνικού ελέγχου που επεκτείνονται σε κάθε πτυχή της καθημερινότητας -κάτι που καθιστά την απλή «αφοπλιστική» λύση πρακτικά σύνθετη.
Η Χαμάς αξιοποίησε την προσωρινή εκεχειρία
Παρά τις φαινομενικές προόδους στην πρώτη φάση του αμερικανικού σχεδίου -μερική αποχώρηση ισραηλινών δυνάμεων, 42ήμερη εκεχειρία και ανταλλαγές ομήρων- οι επόμενες δύο φάσεις (διαπραγμάτευση για πλήρη αποχώρηση και διεθνές πρόγραμμα ανοικοδόμησης) έχουν μείνει σε μεγάλο βαθμό παγωμένες. Η Χαμάς φέρεται να αξιοποίησε την προσωρινή εκεχειρία για να επανακτήσει δημόσια παρουσία, κίνηση που προκάλεσε οργή στο Ισραήλ και δυσχεραίνει την προοπτική προόδου.
Το διακύβευμα για την Ουάσινγκτον είναι διπλό: απαιτείται ασφάλεια ώστε να προχωρήσει η αποχώρηση και ταυτόχρονα ένα αξιόπιστο σχήμα που θα αντικαταστήσει την επιρροή της Χαμάς. Η πρόταση που προωθείται προβλέπει τη συγκρότηση διεθνούς δύναμης ασφαλείας, κατά τα πρότυπα του συνασπισμού που αντιμετώπισε το ISIS, με αμερικανική συμβολή σε επίπεδο επιμελητείας και πληροφοριών -αλλά χωρίς μαζική αποστολή αμερικανικών χερσαίων δυνάμεων. Χωρίς όμως μια τέτοια εναλλακτική δύναμη, εκτιμάται ότι η Γάζα θα παραμείνει πεδίο σύγκρουσης μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς.
Η ανάλυση υπενθυμίζει επίσης ότι η διεθνής κοινότητα επί χρόνια ανέχθηκε ένα status quo που πολλοί θεωρούσαν «δυσάρεστο αλλά αναπόφευκτο». Το αποτέλεσμα αυτής της ανοχής κορυφώθηκε με την τραγωδία της 7ης Οκτωβρίου 2023, όταν χιλιάδες μαχητές της Χαμάς επενέβησαν στο Ισραήλ προκαλώντας μαζικές απώλειες και απαγωγές — γεγονότα που ώθησαν σε ενταμένες διαπραγματεύσεις για ομήρους και κατάπαυση του πυρός, αλλά δεν επανίδρυσαν τη νομιμότητα στη Γάζα.
Μέσα στη Γάζα, δε, το πρόβλημα δεν είναι μόνο εξωτερικό: υπάρχει αναφορά σε κατασταλτικές πρακτικές της Χαμάς εναντίον Παλαιστίνιων που θεωρούνται διαφορετικοί ή αντιτιθέμενοι στο καθεστώς -μια εσωτερική δυναμική που καθιστά την ίδια την οργάνωση κίνδυνο για τον πληθυσμό της και την ειρήνη στην περιοχή.
Το ανθρωπιστικό σκέλος είναι εξίσου κρίσιμο: η ανάγκη για άρση περιορισμών σε ορισμένα περάσματα και για σημαντική αύξηση της ροής βοήθειας είναι απαραίτητη προϋπόθεση για οποιοδήποτε σχέδιο ανοικοδόμησης. Χωρίς σταθερότητα και ασφαλείς συνθήκες, οι προσπάθειες ανοικοδόμησης που σχεδιάζονται με διεθνή χρήματα κινδυνεύουν να μείνουν ημιτελείς ή αναποτελεσματικές.
Τέλος, η ανάλυση τονίζει ότι πολλές χώρες της περιοχής -από την Αίγυπτο και το Κατάρ μέχρι την Τουρκία- έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα πως ειρήνη χωρίς απομάκρυνση της Χαμάς μοιάζει ανέφικτη. Το μέλλον του σχεδίου θα κριθεί από το αν οι διεθνείς και περιφερειακοί παίκτες καταφέρουν να σχεδιάσουν και να εφαρμόσουν έναν ρεαλιστικό, επιτηρούμενο και αποδεκτό μηχανισμό ασφάλειας που θα επιτρέψει αφοπλισμό, αποχώρηση και πραγματική ανοικοδόμηση -ή αν, αντίθετα, η Γάζα θα παραμείνει εκ νέου πεδίο αναζωπύρωσης των εχθροπραξιών.