Αναμφισβήτητα το νέο ξεχωριστό σίριαλ, με στοιχεία μαύρης κωμωδίας, «Το παιδί», σε σενάριο του Παναγιώτη Ιωσηφέλη και σκηνοθεσία του Στέφανου Μπλάτσου, που προβάλλεται κάθε Δευτέρα έως Πέμπτη στις 21.45 στην ΕΡΤ1, έχει ξεχωρίσει στο νέο μενού μυθοπλασίας της δημόσιας τηλεόρασης και όλης της μικρής οθόνης.
Το «ENJOY» βρέθηκε κοντά στους πρωταγωνιστές Βασίλη Μπούτσικο και Ντένια Στασινοπούλου κατά τη διάρκεια εξωτερικών γυρισμάτων στην Αττική και μίλησε μαζί τους για τη σχέση των νέων ηθοποιών με τη μυθοπλασία, την αγάπη και τις θυσίες τους για το θέατρο, για την Ελλάδα που τους πονά και για τη αδιαφορία του νεοέλληνα προς τον συνάνθρωπο, λόγω πολλών δικών του προβλημάτων…
- Από τη Μαρία Ανδρέου
Μια συνέντευξη με άξιους εκπροσώπους της νέας γενιάς ηθοποιών, ελπίδας και ταλέντου, για το νέο ελληνικό θέατρο.
Βασίλης Μπούτσικος
Βασίλη, ο ήρωάς σου, ο Ντιμίτρι, καταφεύγει σε ένα χωριό για να σωθεί έπειτα από την επίθεση κατά των γονιών του από μαφιόζους μέσα στο σπίτι τους. Εσύ τι ξέρεις από χωριά και από κλειστές κοινωνίες;
Η καταγωγή μου είναι από τα Βαρδούσια Ορη, από τη Στερεά Ελλάδα, κοντά στην Αμφισσα, εκεί έζησα όλα τα καλοκαίρια μου, με τους παππούδες και τις γιαγιάδες μου και τον χειμώνα στην Αθήνα. Φυσικά και ξέρω τη νοοτροπία των ελληνικών χωριών και τα θετικά τους, όπως η αλληλεγγύη των κατοίκων, αλλά και τα αρνητικά τους, όπως ο μεγάλος έλεγχος. Στα χωριά ζουν με τις ζωές των άλλων και όλοι μιλάνε για όλους, ωστόσο υπάρχει πάντα αυτή η αίσθηση της κοινότητας. Στην πόλη υπάρχει μεγάλη μοναξιά, ο ένας αδιαφορεί για τον άλλον, δεν νοιάζεται κανένας ποιος είναι ο διπλανός του. Ωστόσο, αυτό ενέχει και μια ελευθερία κινήσεων.
Πώς έγινες ηθοποιός; Είχαν οι γονείς σου καλλιτεχνική φλέβα;
Οχι, οι δικοί μου δεν είχαν καμία επαφή με τις τέχνες. Δεν είχα κάποια επιρροή από το συγγενικό μου περιβάλλον με το θέατρο. Μάλιστα, πέρασα στο Τμήμα Φυσικής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και στον δεύτερο χρόνο της φοιτητικής μου ζωής γράφτηκα στη θεατρική ομάδα του πανεπιστημίου. Τότε μπήκα σε έναν άλλο κόσμο, που άρχισε να με γεμίζει και να με κάνει ευτυχισμένο ψυχικά και συναισθηματικά. Μου άρεσε η ιδέα του παιχνιδιού μέσα στο θέατρο. Αποφάσισα να κάνω στροφή, λοιπόν, και από το Τμήμα της Φυσικής βρέθηκα να δίνω εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, πολύ δύσκολες εξετάσεις καθώς δίνουν δεκάδες υποψήφιοι και στο τέλος επιλέγουν οκτώ μαθήτριες και οκτώ μαθητές. Εξασκώ από τότε το επάγγελμα του ηθοποιού εδώ και έξι χρόνια με πάθος και δεν το βάζω κάτω.
Μπορεί ένας νέος ηθοποιός να βιοποριστεί από το θέατρο;
Στις μέρες μας είναι πολύ δύσκολο. Κάθε χρόνο ψάχνω να βρω δουλειά. Μέσα στον χρόνο και τρεις φορές. Αλλά όταν έχεις μεράκι μέσα σου για το θέατρο, τα καταφέρνεις και επιβιώνεις, νοικιάζεις το σπίτι σου, πληρώνεις τις υποχρεώσεις σου και τρέχεις έναν επαγγελματικό μαραθώνιο, όπως όλοι οι Ελληνες σήμερα.
Πρώτη φορά για εσένα τηλεόραση; Το «Παιδί» είναι το ντεμπούτο σου;
Οχι. Είχα πάρει μέρος το 2021 στη σειρά του ΑΝΤ1 «Αγριες μέλισσες» στον τρίτο κύκλο της σειράς και έπαιζα τον ρόλο του γιου του κοινοτάρχη. Ετσι είχα πάρει μυρωδιά από αυτό που λέμε καλή ελληνική μυθοπλασία. Από αυτή τη σειρά του σκηνοθέτη Λευτέρη Χαρίτου μού είχε κάνει αίσθηση η δύναμη του μέσου, της τηλεόρασης, οι καλοί επαγγελματίες ηθοποιοί, η ταχύτητα των γυρισμάτων, η συμμετοχή μου σε κάτι που γεννιέται ανά την ημέρα. Μετά τις «Αγριες μέλισσες» έδωσα και πάλι προτεραιότητα στο θέατρο, καθώς επιλέγω πάντα τις δουλειές μου από διαίσθηση και από ένστικτο. Με την τηλεόραση είμαι λίγο επιφυλακτικός. Για τη σειρά «Το παιδί» με πρότεινε στους παραγωγούς η πρωταγωνίστρια, η Ντένια Στασινοπούλου, που γνώριζε τη δουλειά μου, με εκτιμούσε και την ευχαριστώ πολύ. Οταν πήρα, λοιπόν, στα χέρια μου το σενάριο από τη σειρά «Το παιδί», βρήκα την ιστορία πολύ ενδιαφέρουσα, πολύ σύγχρονη. Με φώναξαν, λοιπόν, για δοκιμαστικό μαζί με την Ντένια, καθώς θα ήμασταν το βασικό πρωταγωνιστικό δίδυμο, για να δουν τη χημεία μας και την ίδια ημέρα κλείσαμε και συμφωνία. Τους αρέσαμε μαζί.
Πληροφορηθήκαμε ότι η παραγωγή της σειράς «Το Παιδί» καθ’ όλη τη διάρκεια των γυρισμάτων συνεργάζεται με εξειδικευμένο σύμβουλο αυτισμού, ο ρόλος του οποίου είναι καθοριστικός στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του Ντιμίτρι. Κρίθηκε αναγκαία η καθοδήγησή σου ώστε οι αντιδράσεις και η συμπεριφορά σου να αντανακλούν με ακρίβεια και σεβασμό την πραγματικότητα των ατόμων που βρίσκονται στο φάσμα του αυτισμού; Είναι γεγονός ότι η σειρά αντιμετωπίζει το θέμα με ευαισθησία, με ανθρώπινη και ουσιαστική προσέγγιση…
Οι άνθρωποι που βρίσκονται στο φάσμα του αυτισμού έχουν μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή. Οι γιατροί αλλάζουν συνεχώς την ορολογία γιατί υπάρχουν διαφορετικά είδη αυτισμού. Ο ήρωάς μας, ο Ντιμίτρι, βρίσκεται μεν στο φάσμα του αυτισμού, αλλά είναι υψηλής λειτουργικότητας άνθρωπος, που φαίνεται διαφορετικός, πρώτον, γιατί είναι κλειστός σαν χαρακτήρας και, δεύτερον, δεν φιλτράρει αυτά που λέει και η επικοινωνία του με τους άλλους χαρακτηρίζεται από ειλικρίνεια και αλήθεια. Οι άλλοι δυσφορούν, γιατί με όσα λέει τους πληγώνει, αλλά με αυτόν τον τρόπο ξέρει να επικοινωνεί αυτό το παιδί. Ο Ντιμίτρι είναι 20 χρονών, γιος ενός Ρώσου μεγιστάνα στην Ελλάδα, που κάνει παράνομες δουλειές. Μετά την απαγωγή των γονιών του, τα πράγματα εξελίσσονται περίεργα για αυτόν. Για να υποδυθώ τον Ντιμίτρι έκανα μεγάλη έρευνα. Είδα ντοκιμαντέρ για τον αυτισμό, διάβασα βιβλία, συνεντεύξεις, είδα ταινίες, μίλησα με λογοθεραπευτές, πήρα τις συμβουλές ειδικών, συζήτησα πολύ με τον σκηνοθέτη μας και όλη την ομάδα προβολής.
Σημαντική η σχέση που δημιουργείται ανάμεσα στον Ντιμίτρι και στην Αρτεμη. Λένε ότι αν έχεις έναν φίλο είσαι πλούσιος σ’ αυτή τη ζωή. Ισχύει αυτή η ρήση;
Συμφωνώ απόλυτα με αυτό το ρητό. Η φιλία είναι ύψιστη αξία, δώρο σ’ αυτή τη ζωή, υπερνικά εμπόδια το μαζί και δεν ξέρεις τι είναι αυτό που δένει δυο φίλους, τη χημεία τους. Η φιλία δεν είναι εμπορική και οικονομική συναλλαγή, τι θα δώσω και τι θα πάρω, είναι ψυχική συνδιαλλαγή δυο ανθρώπων, δεν κοιτά πώς θα ωφεληθεί υλικά ο ένας ή ο άλλος. Η σειρά αυτή υμνεί τη φιλία. Η Αρτεμις και ο Ντιμίτρι, δύο κλειστά και μοναχικά άτομα, θα συναντηθούν κάτω από περίεργες συνθήκες και θα κάνουν έναν μεγάλο αγώνα για να επιβιώσουν. Αρχικά από ανάγκη θα συνδεθούν, τρέχουν για να μην τους σκοτώσουν οι μαφιόζοι, αλλά έπειτα από επιλογή θα μείνουν μαζί και αυτό δεν έχει να κάνει με τον φόβο των κακοποιών. Εμένα μου αρέσει γιατί, όπως θα δείτε και στο τέλος της σειράς, θα υπάρξει μια άνευ όρων αποδοχή ανάμεσα στην Αρτεμη και στον Ντιμίτρι, θα αναπτύξουν μια δυνατή φιλία, θα είναι εκεί ο ένας για τον άλλον και θα αποδέχονται ο καθένας τους τις ιδιαιτερότητές τους. Και όμως, αυτοί οι δυο άνθρωποι έχουν τη δική τους μοναδική σύνδεση. Θα τους δείτε να δημιουργούν μεταξύ τους μια άτυπη οικογένεια. Θα αντέξουν πολλά. Οι φίλοι στη ζωή είναι μια άγκυρα.
Πώς βλέπεις την Ελλάδα σήμερα ως νέος άνθρωπος;
Κοιτάξτε, εγώ ανήκω στη γενιά του Γρηγορόπουλου. Για εμάς αυτή η δολοφονία ήταν ορόσημο για τα παιδιά του λυκείου. Η νιότη μας στιγματίστηκε από αυτό. Τρομάξαμε όλοι μας. Ποτιστήκαμε με τον φόβο απέναντι στην εξουσία. Είμαι αυτής της ηλικίας. Μεγαλώσαμε μέσα στην οικονομική κρίση, στα Μνημόνια, στην πανδημία, στην ακρίβεια. Σε όλη μας τη ζωή υπήρχε μια δυσχέρεια. Ποτέ δεν είμαστε ανέμελοι και ανάλαφροι. Πάντα θυμάμαι να δυσκολεύομαι για να τα βγάλω πέρα, ένας συνεχής αγώνας επιβίωσης. Δεν μεγαλώσαμε με ξεγνοιασιά. Αγώνας για το ενοίκιο, τη ΔΕΗ, τα αγαθά στο σούπερ μάρκετ. Πολύ δύσκολα να ορθοποδήσει η Ελλάδα. Αυτό βλέπω ως νέος, αυτή την αίσθηση έχω. Ο κάθε νέος δεν μπορεί να κάνει το πιο φυσιολογικό, μια σχέση, μια οικογένεια, παιδιά. Με τον μισθό που παίρνουμε φροντίζουμε μόνο τον εαυτό μας. Δύσκολα επιβιώνει κανείς σήμερα με αξιοπρέπεια και σεβασμό.
Τι σε προβληματίζει;
Οτι έχει γίνει πολύ δύσκολη η επιβίωση και για αυτό ο καθένας κοιτά τον εαυτό του. Δεν έχουμε πια ούτε τα αυτονόητα στην Ελλάδα. Για αυτό υπάρχει και μεγάλος θυμός στην κοινωνία, νεύρα, θλίψη. Νιώθω ότι ο καθένας κλείνεται στον εαυτό του, έρημος, και όλα αυτά οδηγούν σε μια απομονωμένη ιδιωτική ζωή. Εν τω μεταξύ, στις δουλειές υπάρχει μεγάλος φόβος να διεκδικήσεις αυτό που αξίζεις για να μη χάσεις τη δουλειά σου. Ο φόβος είναι το κυρίαρχο συναίσθημα στην ελληνική κοινωνία.
Υπάρχει μια φωτεινή εξαίρεση σε όλα αυτά;
Ναι. Το ότι βγήκαμε στους δρόμους όλοι μαζί μετά την τραγωδία στα Τέμπη. Αυτό το τρένο ένωσε όλη την Ελλάδα. Βέβαια, μέχρι σήμερα κανένα από τα θύματα δεν έχει δικαιωθεί και κανείς δεν έχει αναλάβει την ευθύνη των πράξεών του. Ποιος θα αναλάβει, άραγε, την ευθύνη; Ο πολίτης νιώθει ότι δεν υπάρχει κράτος δικαίου. Με λίγα λόγια, νιώθει τραγικά μόνος και ότι ζει από τύχη σ’ ένα κράτος όπου κυριαρχεί το άδικο. Είμαστε στην Ελλάδα μια καλά δομημένη δυτική κοινωνία; Ας αναρωτηθούμε. Θα έχει μέλλον η χώρα; Το Δημογραφικό, μέγα θέμα. Να δούμε ποιος θα τρέφει τους αυριανούς 70άρηδες, αν δεν γεννιούνται παιδιά στ χώρα.
Ποια είναι η χαρά σου;
Οταν μπαίνω στο σπίτι μου, έπειτα από μια δύσκολη μέρα, κάνω το μπάνιο μου, κάθομαι στον καναπέ μου, τρώω, ακούω μουσική και κάνω αυτή την παύση. Οταν τρέχεις σαν μηχανή μέσα στην Αθήνα non stop, αυτή η παύση μέσα στην ημέρα είναι πολύ λυτρωτική και ωραία. Αυτό που μ’ ευχαριστεί, λοιπόν, μέσα στις παύσεις της καθημερινότητας είναι να διαβάζω βιβλία, να βλέπω ταινίες στο σπίτι, να κάνω μια βόλτα στη φύση, με ξεκουράζει η πεζοπορία στο πράσινο. Το να βλέπω το δειλινό το απόγευμα, το να ακούω ξανά και ξανά το αγαπημένο μου τραγούδι με γαληνεύει. Τηλεόραση δεν βλέπω αρκετά. Πιστεύω, όμως, ότι είναι χρέος της δημόσιας τηλεόρασης να έχει ένα εύρος καλών προγραμμάτων, που να ανοίγουν το μυαλό, τη σκέψη. Η σειρά «Το παιδί» κάνει αυτό το βήμα. Βάζει στο επίκεντρο τον αυτισμό. Η συμπερίληψη δημιουργεί ανοιχτωσιά, ισορροπία. Είναι μια σειρά τού σήμερα που αφορά όλες τις ηλικίες, έχει πολλά πεδία προβληματισμού, δίνει ερεθίσματα. Η σειρά αυτή φέγγει. Σου λέει «δεν είσαι μόνος σ’ αυτή τη ζωή».
Τι θα ήθελες για την κοινωνία μας;
Να υπήρχαν μεγαλύτερη αγκαλιά και ανοιχτωσιά. Τόσο στην οικογένεια όσο και στην εργασία και την κοινωνία.
Πού θα σε δούμε θεατρικά;
Στη θεατρική παράσταση «Dracula», στο θέατρο Πόρτα, βασισμένη πάνω σε διήγημα και με άξονα το δικαίωμα και την επιθυμία. Το έργο βάζει στο κέντρο το τι θυσιάζει ο άνθρωπος για να κατακτήσει αυτό που επιθυμεί και αν αξίζει να τα θυσιάσει όλα για να κερδίσει αυτό που θέλει. Γιατί το θέμα είναι να μη χάσεις και τον εαυτό σου μέσα στο κυνήγι αυτής της επιθυμίας. Στην παράσταση παίζουν σημαντικοί ηθοποιοί, όπως ο Αργύρης Πανταζάρας και η Σίσσυ Τουμάση.
Ντένια Στασινοπούλου
Ντένια, ας τα πάρουμε από την αρχή. Από πού είναι η καταγωγή σου και πώς ασχολήθηκες με το θέατρο;
Μεγάλωσα στη Χαλκίδα και οι αναφορές μου είναι δίπλα στη θάλασσα. Από μικρή θα έλεγα ότι είχα μια καλλιτεχνική φλέβα, καθώς μου άρεσε να ζωγραφίζω. Ζωγράφιζα για ώρες. Στην εφηβεία μου έβλεπα πάρα πολλές ταινίες, αλλά αυτό που με έκανε να αγαπήσω πολύ την υποκριτική είναι η ανάγνωση θεατρικών κειμένων. Επαιρνα, λοιπόν, το λεωφορείο από τη Χαλκίδα και πήγαινα στην Αθήνα για να δω θέατρο και αν κάποια παράσταση μου άρεσε πολύ, την έβλεπα καπάκι σε επανάληψη την επόμενη εβδομάδα, για να κρατήσω στο μυαλό μου όσα μου άρεσαν ή να καταλάβω αυτά που μου ξέφυγαν. Ετσι αποφάσισα να δώσω εξετάσεις και να μπω στη Δραματική Σχολή και αυτό ήταν. Βρήκα τον δρόμο μου και είπα από μέσα μου ότι αυτό θέλω να ακολουθήσω στη ζωή μου. Ετσι από το 2013 δουλεύω σταθερά στο θέατρο.
Νιώθεις τυχερή που έχεις δουλειά στο θέατρο;
Τυχερή και ευλογημένη. Ναι, γιατί τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα στο θέατρο. Κάθε χρόνο ψάχνω, χειμώνα και καλοκαίρι, για να βρω τουλάχιστον δύο παραστάσεις για να πάρω μέρος. Μέσα σε όλη αυτή την οικονομική αβεβαιότητα, ειδικά από τα Μνημόνια και μετά με την πανδημία, αλλά και τώρα με την οικονομική ακρίβεια, τα πράγματα είναι ζόρικα στο θέατρο. Αλλά με υπομονή και θέληση βρίσκω δουλειά είτε στην τηλεόραση είτε στο θέατρο μέσα και από τις γνωριμίες μου και τον κύκλο που έχω κάνει.
Πώς έφτασες να πάρεις τον πρωταγωνιστικό ρόλο στη νέα σειρά της ΕΡΤ1 «Το παιδί»;
Ολα άρχισαν από τη συμμετοχή μου στη σειρά «Ετερος εγώ», αλλά και από τον βασικό μου ρόλο στη σειρά «17 κλωστές» με πρωταγωνιστή τον Πάνο Βλάχο. Σε αυτή τη σειρά έπαιξα τον ρόλο της Αννας, της αρραβωνιαστικιάς του. Ο σκηνοθέτης Στέφανος Μπλάτσος και ο σεναριογράφος της σειράς «Το παιδί» Παναγιώτης Ιωσηφέλης είχαν δείγματα της δουλειάς μου και μου πρότειναν τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Αρτέμιδος στη σειρά «Το παιδί», καθώς, όπως μου είπαν, θεώρησαν από την αρχή ότι θα μου πηγαίνει γάντι. Η αλήθεια είναι ότι ασχολούμαι εντατικά με τον αθλητισμό, αλλά όχι με τις πολεμικές τέχνες, όπως η ηρωίδα μου Αρτεμις. Λόγω της σειράς άρχισα να ασχολούμαι και με τις πολεμικές τέχνες και μου αρέσει πολύ. Οι πολεμικές τέχνες είναι μια ολόκληρη φιλοσοφία, μια τεχνική και τέχνη. Μόνο αν κριθεί αναγκαίο θα τις χρησιμοποιήσεις στον δρόμο, για λόγους άμυνας. Οι πολεμικές τέχνες έχουν να κάνουν με την καλλιέργεια της προσωπικότητας του αθλητή, όπως την εντιμότητα και τον έλεγχο. Ετσι ξεκίνησα για χάρη των γυρισμάτων μαθήματα τάε κβον ντο.
Τι αγαπάς στη νέα σου ηρωίδα, την Αρτέμιδα;
Τη νιώθω πολύ κοντά μου αυτή την κοπέλα, πρώτα απ’ όλα. Η συμπεριφορά της σχετικά με το πώς αντιμετωπίζει τα πράγματα μου είναι πολύ οικεία. Η Αρτεμις είναι ένα κορίτσι που έχει δοθεί από μικρή στον πρωταθλητισμό και έχει αποκοπεί από τον κόσμο. Για να φτάσει στα μετάλλια, έχει μια στοχοπροσήλωση και έχει δώσει όλα τα νιάτα της στο άθλημα που αγαπά. Ο,τι έχει καταφέρει, το έχει καταφέρει με πολύ κόπο. Μου αρέσει που ως άνθρωπος είναι δυνατή, αρχηγός, αλλά μου αρέσει επίσης που είναι προστατευτική με τους ανθρώπους. Δεν το βάζει κάτω. Με τον δικό της τρόπο, δείχνει στους γύρω της ότι όλα θα πάνε καλά, όσο δύσκολα και αν είναι τα πράγματα.
Πώς θα τη χαρακτήριζες;
Η Αρτεμις είναι ένα μοναχικό άτομο. Μετά τον θάνατο του πατέρα της έχει αποξενωθεί και από τη μητέρα της. Είναι αυτοδύναμη. Για αυτό καταλαβαίνει μεμιάς τον Ντιμίτρι, γιατί και αυτός είναι μοναχικός άνθρωπος. Τον προσεγγίζει με τον δικό της τρόπο και της αρέσει που ο Ντιμίτρι λέει τα πράγματα με το όνομά τους χωρίς δεύτερες και τρίτες σκέψεις. Φαίνονται ότι είναι διαφορετικοί, αλλά κατά βάση είναι ίδιοι.
Τι έχει να μας δώσει αυτή η νέα σειρά της ΕΡΤ1;
Η σειρά έχει πολύ ενδιαφέρον γιατί εστιάζει στις ανθρώπινες σχέσεις. Και τι σου λέει; Οτι για να βελτιωθούν οι προσωπικές σχέσεις των ανθρώπων αυτό που χρειάζεται πάνω απ’ όλα είναι ειλικρίνεια και καθαρότητα. Η μητέρα της Αρτέμιδος και η Αρτεμις, για να τα βρουν ξανά -και αυτό θα γίνει σιγά σιγά- θα πρέπει η μία και η άλλη να είναι ειλικρινείς με τα θέλω τους, τις προθέσεις τους και τη διαφορετικότητά τους. Οι σχέσεις αρχίζουν και δουλεύουν όταν υπάρχει σεβασμός, κοινός σεβασμός. Οι σχέσεις παύουν να δουλεύουν, όταν υπάρχει ανελέητη κόντρα.
Πώς σου φαίνεται η ζωή από τη Χαλκίδα στην Αθήνα;
Η ζωή στην Αθήνα είναι χαοτική όταν έρχεσαι από την περιφέρεια. Αλλά θα σας πω κάτι. Η ζωή στην περιφέρεια και στα χωριά είναι πιο δύσκολη. Στα χωριά υπάρχει ένας εγκλωβισμός. Η πόλη, από την άλλη, κλειδώνει τους ανθρώπους και αυτό γίνεται από φόβο ή από τους γρήγορους ρυθμούς της ζωής. Σχεδόν αδιαφορείς για τη ζωή των γειτόνων σου και αυτό είναι κακό. Στην πόλη δεν έχεις τον ασφυκτικό έλεγχο του χωριού, να δίνεις αναφορά και να απολογείσαι για το πού πας και τι κάνεις. Κακά τα ψέματα, το χωριό σε περιορίζει.
Ποια είναι η στάση της δικής σου ζωής στην Αθήνα, στην Ελλάδα;
Κατά βάση είμαι ένας χαρούμενος και αισιόδοξος άνθρωπος. Εχω πάρει αγάπη στη ζωή μου και αυτό με έχει κάνει δυνατή. Ευτυχώς δεν στερήθηκα την αγάπη. Στην Ελλάδα τα πράγματα όλα είναι ρευστά. Ολο κάτι προκύπτει και βλέπουμε πόσο ανέτοιμο είναι το κράτος για να το αντιμετωπίσει. Αυτή η αίσθηση ότι όλα είναι ρευστά είναι πολύ στρεσογόνα. Μέσα σε αυτή την αβεβαιότητα την οικονομική και κυρίως της ασφάλειας στα μέσα μεταφοράς και όχι μόνο, ο καθένας πρέπει να βρει τους τρόπους για να επιβιώσει. Εγώ δεν κάνω μακρινά όνειρα. Λέω, «Ντένια, πρέπει να βγάλεις το σήμερα». Δεν σκέφτομαι το αύριο. Σκέφτομαι να καταφέρω και να αντεπεξέλθω στο σήμερα. Αυτό είναι πολύ σημαντικό για μένα να πάει καλά το σήμερα, δεν μπορώ να αγχωθώ για το αύριο και το τι θα γίνει ύστερα από έναν μήνα, από έναν χρόνο. Είναι χαζό να στρεσαριστώ για το τι θα γίνει ύστερα από πέντε μήνες, αφού ουσιαστικά δεν ελέγχω τίποτα.
Από πού αντλείς δύναμη;
Από την ίδια τη ζωή. Θεωρώ την ίδια τη ζωή μεγάλο δώρο. Κάθε μέρα που ξυπνάω και βλέπω τον ήλιο είναι ένα ακόμη δώρο. Ζω! Με τα προβλήματά της, με τις δοκιμασίες της, με τις χαρές της. Χαίρομαι την κάθε μέρα και θέλω στο πλαίσιο της κάθε μέρας να χτίζω από κάτι. Να χτίσω το ήθος μου, το σώμα μου, την καλλιέργειά μου, τις αξίες μου. Ολα τα άλλα είναι μάταια. Υπάρχει μια ματαιότητα, αφού δεν θα ζήσουμε αιώνια πάνω στη γη. Τι να κάνουμε; Αυτή είναι η ζωή! Και ζούμε στην Ελλάδα, σε ένα ευλογημένο οικόπεδο με πολλές ομορφιές, να κοιτάξουμε να το χαρούμε λοιπόν, γιατί γύρω από εμάς υπάρχουν πόλεμοι, συρράξεις, θάνατος, δυστυχία, πείνα, καταστροφή. Να ζούμε, λοιπόν, και να χαιρόμαστε και το λεπτό μας. Να βάζουμε τα ανάλαφρα ρούχα μας για να μη νιώθουμε άβολα και να κάνουμε βόλτες στη φύση. Μια εκδρομή στη φύση σε ανατροφοδοτεί, μια βραδινή βόλτα γύρω από τη γειτονιά σου σε κάνει να γαληνεύεις. Με λίγα λόγια, τα απλά πράγματα, τα μικρά πράγματα σημαίνουν πολλά για τη ζωή σου. Το διάβασμα ενός βιβλίου, η ακρόαση ενός τραγουδιού, η παρακολούθηση μιας ταινίας σε ηρεμούν. Ναι, υπάρχουν οικονομικοί περιορισμοί για τα μεγάλα ταξίδια, αλλά και οι μικρές βόλτες στην Αθήνα ωραίες είναι. Αυτοί οι περίπατοι κάτω από τη φωτισμένη Ακρόπολη είναι μαγικοί. Ενας θερινός κινηματογράφος πόσο όμορφος είναι… Μπορείς να νιώσεις ελεύθερος και ευτυχής και μέσα στα 60 τετραγωνικά του σπιτιού σου, κάνοντας ένα μπάνιο με αρώματα, να μαγειρέψεις νόστιμα φαγητά, να ονειρευτείς στον καναπέ σου και η ζωή να προχωρά όμορφα.
Θεατρικά πού θα σε δούμε φέτος;
Θεατρικά θα είμαι μαζί με τον Γιάννη Μπέζο στη θεατρική παράσταση «Οι βλαβερές συνέπειες του γάμου». Ο Γιάννης Μπέζος για μένα είναι μεγάλος δάσκαλος. Τον εκτιμώ και τον αγαπώ πολύ. Είναι κεφάλαιο για το ελληνικό θέατρο. Οταν μπαίνουμε για πρόβες μάς λέει: «Θέλω να είστε χαρούμενοι, θέλω να βλέπω τη χαρά σας, να χαίρεστε». Αυτό μου έρχεται στο μυαλό όταν σκέφτομαι τον κ. Μπέζο. Μας λέει «μακριά από το άγχος», «ναι, στη χαρά», «κοντά στο καλό». Τι να πω για αυτόν τον άνθρωπο; Μας δίνει δύναμη, θάρρος, απλότητα και μας κάνει να γελάμε. Είναι τόσο δοτικός, έχει μεγάλο δέσιμο και ως σκηνοθέτης με τους ηθοποιούς τους.
Ο Γιάννης Μπέζος σε μια συνέντευξή του έχει πει ότι το κακό που έχουν πάθει τα σημερινά παιδιά είναι ότι έχουν πάψει να ονειρεύονται και πρέπει να αρχίσουν να το κάνουν.
Αλήθεια λέει. Τα όνειρα είναι δωρεάν και σε βάζουν και σε μια διαδικασία εκπλήρωσής τους. Αλλά και να μην τα εκπληρώσεις, κάπου αλλού θα σε πάει το ταξίδι τους. Μου έχει λείψει και εμένα το όνειρο. Μικρή έβλεπα και ωραία όνειρα στον ύπνο μου. Πλέον δεν τα θυμάμαι ή όταν ονειρεύομαι και ξυπνάω το άλλο πρωί, θυμάμαι κάτι όνειρα με αγωνία. Αλλά, ναι, αξίζει να ονειρευόμαστε και με τα μάτια ανοιχτά και ας ματαιωθούν τα όνειρα αυτά. Μερικοί άνθρωποι, τις πιο ωραίες στιγμές της ζωής τους τις έχουν συνδέσει με την ονειροπόληση, με αυτά τα ταξίδια του μυαλού. Εμένα μου αρέσει να χάνομαι μέσα στα βιβλία μου. Στον κόσμο των ηρώων μου, πραγματικά το ευχαριστιέμαι πολύ.
«Το παιδί»
Αναμφισβήτητα το νέο ξεχωριστό σίριαλ, με στοιχεία μαύρης κωμωδίας, «Το παιδί», σε σενάριο του Παναγιώτη Ιωσηφέλη και σκηνοθεσία του Στέφανου Μπλάτσου, που προβάλλεται κάθε Δευτέρα έως Πέμπτη στις 21.45 στην ΕΡΤ1, έχει ξεχωρίσει στο νέο μενού μυθοπλασίας της δημόσιας τηλεόρασης και όλης της μικρής οθόνης. Η ιστορία πολύ σύγχρονη. Αθήνα, 2025. Μια πρώην πρωταθλήτρια του τάε κβον ντο έπειτα από έναν σοβαρό τραυματισμό καταλήγει να εργάζεται ως γυμνάστρια του Ντιμίτρι (Βασίλης Μπούτσικος), ενός νέου στο φάσμα του αυτισμού, μοναχογιού μιας οικογένειας Ρώσου μεγιστάνα, στην έπαυλή τους, στα βόρεια προάστια.
Οταν ένα βράδυ η οικογένεια δέχεται επίθεση, η Αρτεμις (Ντένια Στασινοπούλου) καταφέρνει να εξουδετερώσει τους εισβολείς και να σώσει τον Ντιμίτρι, ενώ οι γονείς του απάγονται. Γρήγορα διαπιστώνει ότι όσο το παιδί παραμένει ζωντανό αποτελεί στόχο εκείνων που διέπραξαν την επίθεση, ενώ η Αστυνομία δείχνει απρόθυμη να βοηθήσει. Χωρίς καμία ουσιαστική υποστήριξη, αποφασίζει να εγκαταλείψει την Αθήνα παίρνοντας μαζί της τον Ντιμίτρι. Καταφεύγει στον τελευταίο άνθρωπο από τον οποίο θα ήθελε να ζητήσει βοήθεια, τη μητέρα της, Βάνα (Αννα Μαρία Παπαχαραλάμπους), με την οποία έχει αποξενωθεί μετά τον θάνατο του πατέρα της, ενώ λίγο αργότερα καταλήγουν στο απομακρυσμένο πατρικό της χωριό, το Νεοχώρι, όπου δεν έχει επιστρέψει εδώ και χρόνια.
Κι ενώ η πρόθεσή της ήταν να κρυφτεί μαζί με τον Ντιμίτρι σε έναν ήσυχο και απόμερο τόπο, σύντομα έρχεται αντιμέτωπη με την καχυποψία και την επιφυλακτικότητα των κατοίκων, καθώς το χωριό ταλανίζεται από ένα φαινομενικά άλυτο μυστήριο: την εξαφάνιση του δημάρχου, τον οποίο «άνοιξε η γη και τον κατάπιε». Ή τουλάχιστον αυτό υποστηρίζουν οι Νεοχωρίτες, οι οποίοι αντιδρούν στην άφιξη των ξένων, καθώς και οι ίδιοι έχουν πολλά να κρύψουν.