*Φεύγει ο μισός μισθός στα φροντιστήρια για να σπουδάσει αύριο η κόρη μου, να είναι αυτόνομη και χειραφετημένη, για να πεταχτεί ένας Κυριαζίδης να της πει «τράβα να κάνεις παιδί…» Ετσι σκέφτονται οι ΝΔκράτες. Οι γυναίκες που τους ψηφίζετε, δεν θέλετε να είστε στο 2025;
- Γράφει ο Θεσσαλονικεύς
*Ο άνθρωπος που σου χρωστάει σε αποφεύγει όπως ο Κυριάκος την αξιοκρατία.
*Παλιά, για να αδειάσει λίγο το μυαλό, πηγαίναμε βόλτα, χαζεύαμε κανένα περιοδικό ή βιβλίο, βλέπαμε τηλεόραση, μιλούσαμε στο σταθερό με κάποιον φίλο. Τώρα, χαζεύουμε στα σόσιαλ. Το μυαλό δεν αδειάζει, γεμίζει. Κι αν αυτό δημιουργεί προβλήματα σε εμάς που είμαστε ενήλικες, φανταστείτε…
*Ρωτάω τον ψιλικατζή γιατί νομίζει ότι η τυποποιημένη σοκολάτα των 100gr έφτασε 3 ευρώ.
Μου λέει: «Α, έχει διπλασιαστεί από πέρυσι η τιμή του κακάο».
-«Είσαι σίγουρος;» ρωτάω.
-«Ετσι μας λένε οι εταιρίες».
Εν τω μεταξύ, η τιμή του κακάο έχει πέσει 50% από πέρυσι.
*Ημασταν, πριν από χρόνια, σε μουσείο στο Παρίσι και έπειτα από τρεις ώρες κάθισα σε ένα παγκάκι μπροστά σε έναν πίνακα και με πήρε ο ύπνος καθιστό και ακούω μέσα στον ύπνο μου τη γυναίκα μου: «Κι εδώ, παιδιά, ο καλλιτέχνης θέλει να μας μιλήσει για την ανθρώπινη αποχαύνωση με τον πιο εμφατικό τρόπο».
*Η άλλη είναι 60+ και τη φωνάζει ο σύντροφός της «ζουζούνα μου» και κάπως έτσι καταλαβαίνεις την οικειότητα των χαϊδευτικών, το δέσιμο του «μου» και ότι όσα χρόνια κι αν περάσουν από πάνω σου, πάντα ο άνθρωπός σου θα σε βλέπει σαν το νεαρό κοριτσάκι που γνώρισε και αγάπησε.
*Φίλη έχει φωτογραφία του Κιλιμάντζαρο και γράφει «μου έλειψε». Θα βάλω κι εγώ μία του Χορτιάτη και θα γράψω «τον βλέπω συνέχεια».
*16.000 λέξεις, λέει το άρθρο, χρησιμοποιούν καθημερινά οι γυναίκες, και η δικιά μου μόνο σε μια πρόταση αν πατήσω στα σφουγγαρισμένα…
*- Μια πετσέτα μπάνιου θα ήθελα, λέω στην κοπέλα του καταστήματος.
-«Σώματος;» μου λέει.
-«Οχι, πνεύματος».
*Στην πρώτη γουλιά καφέ βγάζω μια άναρθρη κραυγή να δω, ξύπνησα, ζω; E, όλα καλά, εδώ είμαστε ακόμα…
*Είπαμε να λείψουμε δύο ημέρες με σκοπό να επανέλθουμε και να κάνουμε εντύπωση, και λυσσάξετε «πού είσαι και πού είσαι», καταπιεστικοί!
*Θεέ μου, πόσο χιούμορ ξόδεψες για να μην είμαι όμορφος;
*Μου είπε από πριν χρόνια μια μαμά στο σχολείο «ο γιος μου είναι ερωτευμένος με τη μικρή σου». «Πες στον γιο σου», λέω, «να κάτσει μακριά για να σωθεί». «Γιατί;», μου λέει γελώντας. Τώρα, λέω από μέσα μου, θα στο κόψω το γέλιο. «Γιατί η μικρή», λέω, «θέλει 100 ευρώ τη βδομάδα σε γαρίδες, έχει μία ντουλάπα ρούχα…»
*Οταν θα παραγγέλνετε πιτόγυρα δεν θα ρωτάτε αν θέλουμε, αλλά τι θέλουμε!
*Είναι να μη μου μπει κάτι στο μάτι…
Μετά πρέπει να πάω σε οφθαλμίατρο για να μου το βγάλει!
*Είναι μια γιαγιά εδώ έξω από τον ορθοπεδικό, έχει πρησμένο τον αστράγαλο και τη ρωτάει ένας «πού το γύρισες το πόδι, γιαγιά;» «Στο… μπάσκετ» του λέει αυτή, την αγάπησα.
*Οπου κι αν πάω, ό,τι κι αν κάνω, εδώ θα καταλήξω, στη βιτρίνα σου θα στέκομαι μπροστά, εσένα να αντικρίζω.
Με μπόλικη άχνη και κανέλα.
*Οταν αρχίζουν πλέον και τα 12χρονα παιδιά να αλληλομαχαιρώνονται, τότε καταλαβαίνουμε ότι έχουμε τελειώσει ως κοινωνία.
Από τη στήλη «Ανάκατα» της «Δημοκρατίας»