Η κυβέρνηση σε αφασία, οι πολίτες σε απόγνωση

Πώς και πόσα κερδίζουν το κράτος, οι εταιρίες ενέργειας, οι καρχαρίες του Χρηματιστηρίου και τα σούπερ μάρκετ όσο οι πολίτες «ματώνουν»

Από τον Βασίλη Γαλούπη

Για να αντιμετωπίσουν την ακρίβεια και το άλμα του πληθωρισμού τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις καταφεύγουν στις αποταμιεύσεις τους. Τον Ιανουάριο «σήκωσαν» από τις τράπεζες 2,2 δισ. ευρώ! Τον Φεβρουάριο ροκάνισαν ακόμα 260.000.000 ευρώ. Σχεδόν 2,5 δισ. ευρώ από τις καταθέσεις εξαϋλώθηκαν μέσα σε μόλις ένα δίμηνο. Κι όλα αυτά πριν καν αγγίξουν τη χώρα μας οι επιπτώσεις των κυρώσεων από τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Κατά τον διοικητή της ΤτΕ Γιάννη Στουρνάρα, «οι αποταμιεύσεις που έχουν συσσωρευτεί μπορούν να βγάλουν ένα νοικοκυριό ή μία επιχείρηση από μια δύσκολη θέση. Για μεγάλο χρονικό διάστημα». Αυτή είναι και η τακτική της κυβέρνησης, όπως αποδεικνύεται πλέον καθημερινά. Μιας κυβέρνησης σε αφασία, που απλά αφήνει τις αυξήσεις να… περνούν δίχως να κάνει τίποτα, έχοντας πετάξει λευκή πετσέτα στο όργιο κερδοσκοπίας.

Κάθε ευρώ, όμως, που χάνεται από τις καταθέσεις κάποιοι το κερδίζουν. Ο πλούτος δεν… εξαερώνεται. Απλά αλλάζει τσέπες. Ποιοι κερδίζουν, λοιπόν; Και πού έχουν πάει εν τέλει αυτά τα 2,5 δισ. των καταθέσεων νοικοκυριών και επιχειρήσεων;

1. Κερδισμένο το κράτος

Πρώτο απ’ όλους κερδίζει το ίδιο το κράτος που εξακολουθεί να υπερφορολογεί τους πολίτες, αν και η Ν.Δ. έκανε… λάβαρο για την εκλογή της τη μείωση φόρων. Η κυβέρνηση αρνείται με εμμονή να παρέμβει στον ΦΠΑ και τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης, παρά το πράσινο φως από την Ε.Ε.

Έτσι, το δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου τα φορολογικά έσοδα αυξήθηκαν κατά 887.000.000 ευρώ. Δηλαδή, πάνω από 11% έναντι του στόχου στον Προϋπολογισμό του 2022. Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του πλεονάσματος εσόδων οφείλεται στην έκρηξη τιμών, που κατ’ επέκταση αποδίδουν και αυξημένα έσοδα από τον ΦΠΑ και τον Φόρο Ειδικής Κατανάλωσης.

Ενα απλό παράδειγμα: Για κάθε λίτρο βενζίνης που κοστίζει π.χ. 1 ευρώ ο συνολικός φόρος είναι 0,63 λεπτά, δηλαδή το 63%. Οταν ένας πολίτης για να γεμίσει το ρεζερβουάρ του με 50 λίτρα ξόδευε το ποσό των 50 ευρώ, το κράτος κέρδιζε 31,5 ευρώ. Όμως με 2 ευρώ τη βενζίνη, όπως τώρα, ο πολίτης δαπανά πλέον 100 ευρώ για τα 50 λίτρα. Αυτό σημαίνει ότι στα δημόσια ταμεία καταλήγουν 63 ευρώ! Τα διπλάσια!

Αυτός είναι ο βασικός λόγος που η κυβέρνηση πετάει με βαριά καρδιά ένα ξεροκόμματο, με την επιδότηση-παρωδία λίγων σεντ ανά λίτρο, και δεν μειώνει δραστικά τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης και τον ΦΠΑ στα καύσιμα. Αναλογικά, τα ίδια οφέλη έχει και από τον ΦΠΑ στους λογαριασμούς ρεύματος, αλλά και από την αύξηση στα βασικά αγαθά των σούπερ μάρκετ.

2.Οι εταιρίες ενέργειας και οι «μεγάλοι»

Η κυβέρνηση και η ΡΑΕ μαδούν τη μαργαρίτα στους έξι μήνες ενεργειακής κρίσης και δίχως ιδιαίτερο κέφι αναμένουν από τις εταιρίες ενέργειας να ανακοινώσουν οι… ίδιες τα υπερκέρδη τους. Προκειμένου μετά ο κ. Μητσοτάκης να τις φορολογήσει «με 90%», όπως υποσχέθηκε στη Βουλή, δίχως να γίνει ιδιαίτερα πειστικός για τις προθέσεις του, αφού είναι φανερό πως δεν πιστεύει στο συγκεκριμένο μέτρο.

Μέχρι και πριν από μερικές εβδομάδες ο κ. Μητσοτάκης αδυνατούσε να δεχτεί ότι οι εταιρίες ενέργειας έχουν υπερκέρδη. Στις 23 Μαρτίου, όμως, έκανε πρώτη φορά λόγο με την ομιλία του στη Βουλή για φορολόγηση των πιθανών υπερκερδών. Κάτι που, όμως, ήταν ακόμα ενα επικοινωνιακό τρικ του πρωθυπουργού.

Στην πραγματικότητα, αυτό που ανακοίνωσε ο κ. Μητσοτάκης ήταν ήδη προαποφασισμένο από την Κομισιόν.

Από τις 22 Μαρτίου, και ενδεχομένως και νωρίτερα, όλοι οι ηγέτες της Ε.Ε. γνώριζαν το προσχέδιο ανακοίνωσης για τη Σύνοδο Κορυφής στις 25 Μαρτίου. Το Bloomberg, μάλιστα, αποκάλυψε το προσχέδιο στις 22 Μαρτίου, κάνοντας λόγο για το νέο πλαίσιο φορολόγησης, σύμφωνα με το οποίο «η προσωρινή φορολόγηση ή οι ρυθμιστικές παρεμβάσεις στα υπερβολικά κέρδη των επιχειρήσεων ενέργειας μπορεί να είναι χρήσιμη πηγή εθνικής χρηματοδότησης». Κάτι που πράγματι ανακοινώθηκε και επίσημα μετά τη Σύνοδο Κορυφής.

Η ΔΕΗ ήδη ανακοίνωσε κέρδη 643.000.000 ευρώ, που η ίδια θεωρεί ότι έχει επιστρέψει στους καταναλωτές μέσω εκπτώσεων στους λογαριασμούς, αν και τα έσοδά της από τη ρήτρα αναπροσαρμογής ανέρχονται σε περίπου 2 δισ. ευρώ. Αναμένοντας, όμως, και τα επίσημα αποτελέσματα των άλλων κερδοφόρων εταιριών, η κυβέρνηση και η ΡΑΕ θα μπορούσαν να πάρουν ήδη μια ιδέα για όσα συμβαίνουν τόσο από τις ανακοινώσεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας όσο και από τις εισηγμένες του ελληνικού Χρηματιστηρίου.

Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, «στις σημερινές συνθήκες της αγοράς τα υπερκέρδη των ενεργειακών εταιριών μπορεί να ανέλθουν στα 200 δισ. ευρώ στην Ε.Ε. το 2022 από αέριο, άνθρακα, πυρηνική ενέργεια, υδροηλεκτρική ενέργεια και άλλες ΑΠΕ». Από τα 200 δισ. ευρώ υπερκερδών δεν είναι λογικό να αντιστοιχεί και ένα σεβαστό ποσό στις εταιρίες που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα;

Στο ελληνικό Χρηματιστήριο, εξάλλου, από τις 39 μεγαλύτερες εισηγμένες εταιρίες, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι περισσότερες ενεργειακές, οι 33 ήταν ήδη κερδοφόρες στο α΄ εξάμηνο 2021, δηλαδή πριν καν αρχίσει η ενεργειακή κρίση. Μάλιστα, οι 25 εξ αυτών αύξησαν τα κέρδη τους σε σχέση με το 2020.

3. Το κόλπο με τη ρήτρα αναπροσαρμογής

Ενας από τους λόγους των αυξημένων εσόδων των εταιριών ενέργειας είναι η περιβόητη ρήτρα αναπροσαρμογής. Πρακτικά, η ρήτρα αναπροσαρμογής συνδέει απευθείας τα τιμολόγια της ΔΕΗ με την εξέλιξη της αγοράς του Χρηματιστηρίου Ενέργειας. Αρα, όλες οι αυξήσεις περνούν σε ποσοστό 100% στις τσέπες των καταναλωτών. Διόλου τυχαία η ρήτρα αναπροσαρμογής εισήχθη στις ζωές μας από τις 5 Αυγούστου 2021, όταν άρχιζε η ενεργειακή κρίση.

Η ρήτρα αναπροσαρμογής μπορεί να είναι ένα τέχνασμα που έχει τη σφραγίδα της κυβέρνησης, κάνοντας τις επικοινωνιακές… επιδοτήσεις και τις αόρατες… εκπτώσεις να ακούγονται ως κακόγουστο ανέκδοτο, όμως η χρησιμότητά της είναι πολλαπλή:

Αυξάνει τα έσοδα των εταιριών ενέργειας. Περιορίζει όποιες ζημίες θα μπορούσαν να έχουν από τις άγριες διακυμάνσεις τιμών στην αρένα των διεθνών αγορών. Εξασφαλίζει την υψηλή τους κερδοφορία. Ταυτόχρονα γεμίζει και τα δημόσια ταμεία από τον όλο και πιο προσοδοφόρο ΦΠΑ λόγω των εξοντωτικών οικιακών λογαριασμών.

Οι εταιρίες ενέργειας, δηλαδή, είναι απόλυτα θωρακισμένες απέναντι στη λαίλαπα των αυξήσεων χονδρεμπορικής, το ίδιο και τα δημόσια έσοδα. Σε αντίθεση, φυσικά, με τους πολίτες.

4. Σούπερ μάρκετ

Πληθωρισμός είναι η συνεχής αύξηση του γενικού επιπέδου τιμών, κάτι που προκαλεί πτώση στην αγοραστική δύναμη. Κάθε ευρώ αγοράζει λιγότερα αγαθά όσο ο πληθωρισμός ανεβαίνει. Ο πληθωρισμός στην Ελλάδα, όμως, λειτουργεί μονομερώς. Χάνουν μόνο οι πολίτες, με την κυβέρνηση απαθή.

Την πρώτη χρονιά της πανδημίας τα σούπερ μάρκετ μέτρησαν κέρδη 868.000.000 ευρώ. Το… μαξιλάρι τους, όμως, παραμένει ανέγγιχτο, ενώ συνεχίζουν να μετακυλίουν όλες τις αυξήσεις λόγω ενεργειακής κρίσης και Ουκρανίας στον καταναλωτή. Βασικά αγαθά έχουν ανατιμηθεί, όπως το γάλα που από 1 ευρώ το λίτρο το φθινόπωρο έχει αυξηθεί κατά 50%, ξεπερνώντας το 1,5 ευρώ. Αναλογικά αυξάνονται και τα έσοδα του κράτους από τον ΦΠΑ.

Σε αυτό το διάστημα των διαδοχικών αυξήσεων η κυβέρνηση, η Επιτροπή Ανταγωνισμού και οι ελεγκτικές υπηρεσίες του υπουργείου Ανάπτυξης απλά… παρακολουθούν όλη την αλυσίδα, από τους χονδρέμπορους μέχρι τα καταστήματα. Κάτι που φαίνεται και μόνο από το γεγονός ότι οι τιμές εξακολουθούν να κάνουν άλματα επί καθημερινής βάσης πλέον.

Ακόμα και για το πολυδιαφημισμένο πρόστιμο-ρεκόρ των 647.000 ευρώ που επιβλήθηκε για αισχροκέρδεια σε πολυεθνική σούπερ μάρκετ, δεν υπήρξε καμία περαιτέρω ενημέρωση της κοινής γνώμης για το είδος της παράβασης αλλά και για το ποσό που καρπωνόταν η συγκεκριμένη αλυσίδα. Δηλαδή αν είχε πολλαπλάσια κέρδη αναλογικά με το πρόστιμο…

Φιάσκο με τον λιγνίτη! Επικοινωνιακό βατερλό και επίδειξη ασχετοσύνης

Στις 8 Δεκεμβρίου ο Άδωνις Γεωργιάδης έκανε ακόμα μία βαρύγδουπη τοποθέτηση στη Διαρκή Επιτροπή Εμπορίου της Βουλής για το νομοσχέδιο περί «Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης». Ενώ ήδη η ενεργειακή κρίση δηλητηρίαζε τους οικιακούς λογαριασμούς, ο υπουργός Ανάπτυξης έλεγε μεταξύ άλλων:

■ «Οι λιγνιτικές μονάδες είναι εξαιρετικά ζημιογόνες. Μόνο ένας παλαβός θα συνέχιζε να παράγει ρεύμα από λιγνίτη στην Ελλάδα τα επόμενα χρόνια. Για ποιον λόγο, επαναλαμβάνω: Πρώτον, διότι οι μονάδες είναι εξαιρετικά παλιές και χρειάζονταν όλες εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ για να ανανεωθούν. Μόνο για τις μονάδες στην Καρδιά η μελέτη έλεγε ότι χρειάζονταν 130.000.000 ευρώ για να μπορέσουν να συνεχίσουν να λειτουργούν. Συν τους ρύπους φυσικού αερίου. Για να καταλάβετε, γιατί δεν είχε κανένα οικονομικό νόημα η συνέχεια καύσης λιγνίτη στην Ελλάδα».

■ «Όλα αυτά τα πράγματα, αντί να τα εξηγούμε με θάρρος στον κόσμο της δυτικής Μακεδονίας και να του εξηγούμε για ποιο λόγο ο λιγνίτης πια είναι οικονομικά ασύμφορος -αφού δεν καις λιγνίτη, ευρώ καις όταν παράγεις από λιγνίτη-, καθόμαστε και ξεσηκώνουμε τον κόσμο και λέμε ένα κάρο ανοησίες».

■ «Άρα ο λιγνίτης είναι ασύμφορος. Επρεπε να ληφθεί η απόφαση για την απολιγνιτοποίηση και μόνο έπαινος αξίζει για τον πρωθυπουργό που έλαβε αυτή την ανακουφιστική και για τη ΔΕΗ και για την ελληνική οικονομία απόφαση».

Από το φθινόπωρο μέχρι και λίγες μέρες πριν ο υπουργός Περιβάλλοντος Κώστας Σκρέκας επέμενε μονότονα ότι ο λιγνίτης είναι ακριβότερος από το φυσικό αέριο, αλλά και ασύμφορος γενικά. «Ακόμη και μέσα στο περιβάλλον της ενεργειακής κρίσης το κόστος των λιγνιτικών μονάδων παραμένει απαγορευτικό για τη ΔΕΗ, κάτι που σημαίνει ότι η ίδια η αγορά είναι αυτή που τις θέτει εκτός παιχνιδιού» έλεγε στις 30 Μαρτίου σε συνέδριο, και ενώ ήδη ο Πούτιν απειλούσε με κλείσιμο της στρόφιγγας.

Σύμφωνα με τον υπουργό, ακόμη κι αν καθοριστεί διοικητικά η διατήρηση των λιγνιτικών μονάδων και μετά το 2023, αυτό θα αποβεί εις βάρος των οικονομικών μεγεθών της εταιρίας.

Και οι δύο υπουργοί ήταν πλήρως εναρμονισμένοι στο δόγμα Μητσοτάκη για απολιγνιτοποίηση μέχρι το 2023 και όχι μέχρι το 2028, όπως βιάστηκε να εξαγγείλει από τη Σύνοδο του ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο 2019. Πρωθυπουργός και υπουργοί αγνοούσαν από τον Σεπτέμβριο μέχρι και την περασμένη Τετάρτη την πραγματικότητα. Κάνοντας επίδειξη ασχετοσύνης, αρνούνταν πεισματικά να δεχτούν ακόμα και ότι ο λιγνίτης είναι πλέον πιο οικονομικός από το εισαγόμενο αέριο. Κάτι που μπορεί να αποδείξει ακόμα κι ένα παιδί δημοτικού προσθέτοντας απλά τους αριθμούς από τα χρηματιστήρια ενέργειας.

Αν και καμία χώρα δεν αυτοακυρώνει τον ορυκτό της πλούτο, ειδικά όταν έχει απόθεμα για 45 χρόνια ακόμα, όπως η Ελλάδα, η κυβέρνηση προσκολλήθηκε σε ένα «πράσινο» μοντέλο, που λόγω ενεργειακής κρίσης και Ουκρανίας εγκαταλείπει προσωρινά ακόμα και η Ε.Ε.
Κάπως έτσι ο πρωθυπουργός σύρθηκε την Τετάρτη στην ανακοίνωση από την Κοζάνη για αύξηση κατά 50% της παραγωγής λιγνίτη στη χώρα μας, σε ένα επικοινωνιακό βατερλό δίχως προηγούμενο.

Το πιο ανησυχητικό είναι ότι η χώρα μας, ενάμιση μήνα μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, δεν έχει κάνει ακόμα κανένα ουσιαστικό βήμα για άμεση ενεργειακή θωράκιση και παραμένει εξαρτημένη μόνο από εξωγενείς παράγοντες. Κοινώς, αν κλείσει αύριο τη στρόφιγγα του φυσικού αερίου ο Πούτιν, δεν υπάρχει καμία εναλλακτική έτοιμη. Ακόμα και η εξόρυξη περισσότερου λιγνίτη παραμένει αμφίβολη, με την κυβέρνηση να έχει εγκαταλείψει επί σχεδόν τρία χρόνια τα ορυχεία.

{{-PCOUNT-}}38{{-PCOUNT-}}

Η εφημερίδα δημοκρατία δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

spot_img

Κορυφαίες Ειδήσεις

Προτεινόμενα