Πρωτοφανές αντιδημοκρατικό μανιφέστο ντροπής από τη νέα πρόεδρο του Αρείου Πάγου, με φόντο το δυστύχημα των Τεμπών. Τους πολίτες ή τον Κυριάκο υπηρετεί τελικά η Δικαιοσύνη;
Η αλήθεια είναι ότι στην αρχή μπερδευτήκαμε, όταν η νέα πρόεδρος Αρείου Πάγου έγραψε χθες πως «επιχειρείται η χειραγώγηση και ο επηρεασμός έξωθεν της Δικαιοσύνης». Διαβάζοντας αυτές τις αράδες από την ανακοίνωση της Αναστασίας Παπαδοπούλου, πιστέψαμε ότι βάζει με το «καλημέρα» στη θέση της την κυβέρνηση κι άλλα φιλοκυβερνητικά συμφέροντα για τις εκκωφαντικές παρεμβάσεις τους στη Δικαιοσύνη. Δυστυχώς, λαθέψαμε…
- Από τον Βασίλη Γαλούπη
Η Αναστασία Παπαδοπούλου συνέχισε στον δρόμο που χάραξε η προκάτοχός της Κλάπα και η πρώην εισαγγελέας Αδειλίνη. Σαν να μην έχει αλλάξει τίποτα, η Παπαδοπούλου έριξε κι αυτή τις βολές της στις οικογένειες των Τεμπών για τις διαμαρτυρίες τους, επειδή το Μαξίμου θέλει να ξεκινήσει η δίκη όπως όπως.
Είναι θλιβερό για μια ευρωπαϊκή χώρα, που καμαρώνει δικαίως επειδή γέννησε τη δημοκρατία, να ντροπιάζεται από τους ανώτερους εκπροσώπους της Δικαιοσύνης της, και ειδικά από την πρόεδρο του Αρείου Πάγου. Η Παπαδοπούλου μιλά, στο καλωσόρισμά της για το νέο δικαστικό έτος, με γλώσσα Βόρειας Κορέας. Σαν να μη γνωρίζει τι πολίτευμα έχουμε, σαν να ήρθε από άλλον πλανήτη και να μην έχει πάρει τόσα χρόνια το αυτί της τι δουλειά κάνει το Μαξίμου με τις παρεμβάσεις του απευθείας στη Δικαιοσύνη ή σαν να μην έχει ακούσει τι έχει συμβεί κι από άλλες κυβερνήσεις, παλαιότερα.
Γράφει η πρόεδρος του Αρείου Πάγου μεταξύ άλλων στην επίσημη ανακοίνωσή της, που όλοι θα προτιμούσαμε να έχουμε ήδη ξεχάσει, επειδή πρόκειται για αντιδημοκρατικό μανιφέστο με μπόλικη φαντασματολογία από αόρατους εχθρούς-μπαμπούλες:
1. «Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται το φαινόμενο να αμφισβητούνται έντονα και επικριτικά ενέργειες των δικαστικών οργάνων, πορίσματα δικαστικών ερευνών επί της ουσίας εκκρεμών υποθέσεων, και μάλιστα με κριτήρια υποκειμενικά, προσωπικά και εξωδικαστικά, ενώ επιχειρείται η χειραγώγηση και ο επηρεασμός έξωθεν της Δικαιοσύνης. Μεταξύ άλλων και μέσω της στοχοποίησης και διαπόμπευσης των δικαστικών λειτουργών».
2. «Το πιο ανησυχητικό όλων είναι ότι επιχειρείται ο αυθαίρετος σφετερισμός της συνταγματικά κατοχυρωμένης, ως αδέσμευτης, δικαστικής κρίσης, από πρόσωπα και ομάδες πολιτών που εμφανίζονται να κατέχουν τη νομική επιστήμη καλύτερα και πληρέστερα από τους δικαστές, και οι οποίοι ως “υπερδικαστές” έχουν αλάθητη κρίση και κατέχουν τη μοναδική αλήθεια».
3. «Σε όλα αυτά οι δικαστές πρέπει να απαντούν θεσμικά (…), αγνοώντας δηλώσεις, σχολιασμούς ή και επικρίσεις, που δημοσιοποιούνται, με οποιονδήποτε τρόπο και σε οποιοδήποτε μέσο, και αφορούν σε υποθέσεις οι οποίες εκκρεμούν ενώπιόν τους ή πρόκειται να εκδικαστούν, ακόμη και όταν γίνονται υπό την επίφαση επιστημονικής κρίσης ή ως έκφραση της κοινής γνώμης».
4. «Οφείλουν επίσης να εκτελούν τα καθήκοντά τους με ανεξάρτητο τρόπο, χωρίς επηρεασμούς, παρεμβάσεις, πιέσεις, παραινέσεις, απειλές, άμεσα ή έμμεσα, από οποιονδήποτε κι αν προέρχονται, ο οποίος, επιδιώκοντας την αυτοπροβολή ή την εξυπηρέτηση ξένων προς τη Δικαιοσύνη συμφερόντων και σκοπιμοτήτων, προσβάλλει ανενδοίαστα, τους θεσμούς του δημοκρατικού πολιτεύματος, “εκφοβίζει” δικαστές και επιχειρεί να χειραγωγήσει την ανεξάρτητη και απροκατάληπτη δικαστική κρίση».
Ξέρει σε ποια χώρα ζει η πρόεδρος του Αρείου Πάγου; Διότι, αν το γνωρίζει, δεν μπορεί να δίνει «συμβουλές» για να χειραγωγήσει τους πολίτες, υποδεικνύοντάς τους ουσιαστικά ότι πρέπει να το βουλώνουν και να μην κάνουν κριτική. Μας λέει ότι δεν υπάρχει δικαίωμα έκφρασης ούτε της κοινής γνώμης ούτε της επιστημονικής κρίσης. Τι ακριβώς υπηρετεί η Δικαιοσύνη από το 2019 στην Ελλάδα; Τους πολίτες ή τον Μητσοτάκη; Αρκετά με την επίθεση εδώ και 2,5 χρόνια στην «κοινή γνώμη» και σε «ομάδες πολιτών» τύπου Τεμπών. Αρκετά με τις ειρωνείες οι συγγενείς «να απευθυνθούν στον Θεό». Αρκετά με την υπεράσπιση των κυβερνητικών θέσεων από ανώτατους δικαστικούς. Ας μιλήσουν, επιτέλους, ξεκάθαρα κάθε Αδειλίνη, κάθε Κλάπα και, πλέον, κάθε Παπαδοπούλου. Σε ποιον απευθύνονται, σε ποιον λογοδοτούν, για ποιον δουλεύουν; Για τον λαό ή για το Μαξίμου;
Παύει να είναι τυχαίο ότι πάντα επιτίθενται σε θύματα ή συγγενείς θυμάτων και στον κόσμο που τους στηρίζει, αλλά ποτέ δεν θίγουν τις παρεμβάσεις της κυβέρνησης, την κατεδάφιση των Ανεξάρτητων Αρχών, τη δολοφονία χαρακτήρα ηθικών δικαστικών, όπως ο Ράμμος, από πληρωμένα τρολ. Μπορούν να μας πουν οι κεφαλές του Αρείου Πάγου τι ακριβώς έχει πράξει η Δικαιοσύνη στα Τέμπη; Στη Novartis; Στη Siemens; Στις υποκλοπές από την πρωθυπουργική ΕΥΠ; Αποδόθηκε δικαιοσύνη σ’ αυτές τις υποθέσεις; Για να μην πάμε σε άλλες παλαιότερες, όπως το Χρηματιστήριο, η «λίστα Λαγκάρντ», τα δομημένα ομόλογα.
Η πρόεδρος του Αρείου Πάγου είναι αδύνατον να μην ξέρει τι λένε οι πολίτες για τη Δικαιοσύνη, να μη βλέπει τις δημοσκοπήσεις για την εμπιστοσύνη στον θεσμό, να μη διαβάζει ξένα ΜΜΕ, όπως το Politico, να μην πληροφορείται για το πώς ενεργεί η Ευρωπαία εισαγγελέας Κοβέσι, να μην καταλαβαίνει πως οι πολίτες κρατούν ζύγι. Από τη μια, η «τυφλή» Ευρωπαία εισαγγελέας, που δεν καταλαβαίνει από ονόματα, από την άλλη η «αλλήθωρη» ελληνική Δικαιοσύνη, που έχει μάτια μόνο για τα «θέλω» του Μαξίμου ώστε να είναι πάντα σε πλήρη ευθυγράμμιση. Ας απαντήσει και σ’ αυτό η πρόεδρος του Αρείου Πάγου: υπάρχει έστω ένας πολίτης που νιώθει περήφανος για υποθέσεις μείζονος ενδιαφέροντος, όπως τα Τέμπη ή η Novartis, έστω ένας που να θεωρεί ότι η Δικαιοσύνη έκανε τη δουλειά της για τις υποκλοπές; Η ίδια; Μπορεί να δηλώσει ότι καμαρώνει;
ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
Πρόεδρος Αρείου Πάγου
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Γεννήθηκε στην Ξάνθη το 1959. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και εισήλθε στον δικαστικό κλάδο το 1989. Προήχθη σε πρωτοδίκη το 1991, και το 2005 στον βαθμό της προέδρου Πρωτοδικών. Το 2010 έγινε εφέτης και δέκα χρόνια αργότερα πρόεδρος Εφετών. Με 36 χρόνια στο δικαστικό σώμα, είχε προαχθεί στη θέση της αντιπροέδρου από τον Αύγουστο του 2024, ενώ για τρία συναπτά έτη υπηρέτησε ως διευθύντρια της Εθνικής Σχολής Δικαστών. Τον περασμένο Ιούλιο αναβαθμίστηκε σε πρόεδρο του Αρείου Πάγου. Η θητεία της στην κορυφή του ανώτατου δικαστηρίου θα διαρκέσει έναν χρόνο, καθώς αναμένεται να αποχωρήσει λόγω ορίου ηλικίας τον Ιούνιο του 2026. Κατά την ψηφοφορία στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου ήταν μόλις 4η στην επιλογή των συναδέλφων της, ωστόσο συγκέντρωσε την πλειοψηφία στη διαδικασία της Βουλής από την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας.