«Κανείς δεν θα πάει να ξαναγράψει ονόματα στο μνημείο»: Η επίθεση Μητσοτάκη στους συγγενείς θυμάτων και η απάντηση για Δένδια

-

«Ο Νίκος Δένδιας θα ψηφίσει σήμερα στην ονομαστική ψηφοφορία», είπε μεταξύ άλλων, ενώ έκανε λόγο για «εργαλοιποίηση» των συγγενών των θυμάτων από πολιτικά πρόσωπα!

Η δημόσια συζήτηση που ξέσπασε με αφορμή τη νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης για την «προστασία» του Μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτη, αποκάλυψε μια βαθιά ρωγμή ανάμεσα στη μνήμη και την εξουσία. Σε μια στιγμή που η κοινωνία ακόμη θρηνεί, που οι πληγές από την τραγωδία των Τεμπών μένουν ανοιχτές και το αίτημα για Δικαιοσύνη παραμένει αναπάντητο, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επιλέγει να μιλήσει όχι με σεβασμό, αλλά με τεχνοκρατικό κυνισμό.

Με λόγια που επιχειρούν να «κανονικοποιήσουν» τη σιωπή και να μετατρέψουν τη μνήμη σε διοικητική υπόθεση, ο ίδιος περιγράφει ως «αυτονόητο» το να απαγορευτεί στους πολίτες να γράψουν τα ονόματα των παιδιών τους σε έναν τόπο εθνικού συμβολισμού.

«Το αυτονόητο της διάταξης για το μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, την ανάγκη μιας συμφωνίας για τη συλλογική προστασία ενός χώρου εθνικής μνήμης. Δεν νομίζω ότι αυτή τη συζήτηση θα συνέβαινε σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του κόσμου. Αντίστοιχα μνημεία υπάρχουν παντού, προστατεύονται και τα σέβεται η ίδια η κοινωνία χωρίς να απαιτούνται ιδιαίτερες νομοθετικές ρυθμίσεις. Εδώ δυστυχώς στα πλαίσια της ελληνικής ιδιαιτερότητας αυτό δεν καταφέραμε να το πετύχουμε και αναγκαζόμαστε να φέρουμε μια ρύθμιση η οποία στην άποψή μου εμπεδώνει απλά την κανονικότητα και το προφανές ότι το δικαίωμα στη συνάθροιση και στη διαμαρτυρία μπορεί να συνυπάρξει με την προστασία ενός χώρου ιερού. Ένα τέτοιο χώρο έχουμε στην πατρίδα μας, δεν έχουμε δεύτερο. Ενώ ο καθένας μπορεί να διαδηλώνει και να διαμαρτύρεται με όποιον τρόπο επιθυμεί στα πλαίσια του νόμου, οπουδήποτε αλλού. Και νομίζω ότι περνώντας από το Σύνταγμα και βλέποντας και αυτή την όμορφη και ιερή στιγμή η οποία συμβολίζει το παρελθόν των παρών αλλά και το μέλλον του έθνους, την αλλαγή της προεδρικής φρουράς, δεν νομίζω ότι μας αρέσει αυτή η εικόνα την οποία αντικρίζουμε σήμερα. Και αυτός ήταν και ο σκοπός αυτής της νομοθετικής πρωτοβουλίας. Και πιστεύω ότι σε αυτό το οποίο λέω, και το λέω με πολύ ήρεμο τρόπο χωρίς να έχω διάθεση ούτε να πολώσω ούτε να αυξήσω την ένταση, συμφωνεί και η πλειοψηφία, η σιωπηλή πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών», ανέφερε αρχικά ο πρωθυπουργός, στη συνέντευξη που έδωσε νωρίτερα σήμερα το πρωί, στον Άρη Πορτοσάλτε και συνέχισε, κάνοντας λόγο για το «αντάρτικο» Δένδια, το οποίο προφανώς επιχείρησε να καλύψει:

«Από εκεί και πέρα ο υπουργός Άμυνας εδώ, που είχα επικοινωνήσει προσωπικά πριν καταθέσω τη διάταξη, δεν εξέφρασε καμία απολύτως διαφωνία για το περιεχόμενο της διάταξης. Τη συνυπέγραψε. Θα ψηφίσει σήμερα στην ονομαστική ψηφοφορία. Και η αρμοδιότητα πια περνάει στο Υπουργείο Ελληνικής Άμυνας. Και άλλοι έξι υπουργοί δεν παρέστησαν χθες».

Η αναφορά του πρωθυπουργού στον Νίκο Δένδια δεν ήταν τυχαία. Με εμφανή πρόθεση να κλείσει κάθε εσωτερικό ρήγμα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιχείρησε να εμφανίσει τον υπουργό Άμυνας ως πλήρως συναινούντα, σπεύδοντας να υπογραμμίσει ότι «είχα επικοινωνήσει προσωπικά πριν καταθέσω τη διάταξη». Η δήλωση αυτή, όμως, δεν λειτουργεί καθησυχαστικά. Αντιθέτως, εκθέτει τον πρωθυπουργό σε δύο επίπεδα: πρώτον, γιατί δείχνει ότι η κυβέρνηση λειτουργεί με όρους εσωτερικής πειθαρχίας, όχι θεσμικής διαβούλευσης, και δεύτερον, γιατί η ίδια η αναγκαιότητα αυτής της επισήμανσης αποκαλύπτει υπαρκτό πολιτικό ρήγμα. Το «αντάρτικο» Δένδια, υπήρξε προϊόν μιας ενόχλησης που επιχειρείται τώρα να σβηστεί εκ των υστέρων με δηλώσεις νομιμοφροσύνης.

«Το πρόβλημα με το μνημείο»

Από εκεί, ο Κυριάκος Μητσοτάκης περνά σε μια νέα ρητορική φάση, κάνοντας λόγο για τα… προβλήματα στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη.

«Αυτό που θα έχει ενδιαφέρον και καθώς η ευθύνη έχει περάσει πια στο Υπουργείο Άμυνας είναι να δούμε αν μπορούμε να δούμε το μνημείο με φρέσκια ματιά. Ποιό είναι το πρόβλημα στο μνημείο αυτό; Ότι ουσιαστικά δεν προσδιορίζεται με σαφήνεια πού αρχίζει το μνημείο και πού τελειώνει ο δημόσιος χώρος της πλατείας. Ίσως μπορούμε να σκεφτούμε μία λύση για αυτό, ώστε να προσδιορίζονται τα όρια του κάθε χώρου. Γιατί σήμερα υπάρχουν απλά δύο σκαλάκια. Είναι μια ιδέα την οποία θα τη συζητήσω με τον Υπουργό και νομίζω ότι το Υπουργείο έχει τη δυνατότητα στα πλαίσια και μιας ευρύτερης διαβούλευσης να προτείνει λύσεις και σκέψεις για το πώς μπορούμε πραγματικά να αναδείξουμε και να προστατέψουμε αυτό το μνημείο», τόνισε, αντιμετωπίζοντας τη σύγκρουση για τη μνήμη ως…  πολεοδομική ανωμαλία. Η πολιτική της κυβέρνησης απέναντι στο πένθος μετατρέπεται σε ζήτημα σήμανσης και ορίων, λες και τα «δύο σκαλάκια» είναι το πρόβλημα -όχι η κοινωνική οργή, όχι η πολιτική ευθύνη, όχι η απώλεια 57 ζωών που δεν δικαιώθηκαν.

«Πολιτικοί χώροι εργαλειοποίησαν κάποιους γονείς»

Ο ίδιος, δεν δίστασε να προσδώσει στο επιχείρημά του και ιδεολογικό πρόσημο. «Γιατί όμως να μονοπολεί το μνημείο αυτό αυτή μόνο η διαμαρτυρία; Γιατί δεν θα δίναμε με αυτή τη λογική τη δυνατότητα και στους νεκρούς του Ματιού, της Μάντρας, να πάνε να κάνουνε το ίδιο. Και πού σταματάει τελικά αυτό, γιατί όλοι καταλαβαίνουμε ότι αυτή είναι μια προσπάθεια πολιτικού ακτιβισμού η οποία μάλιστα δεν ξεκίνησε από τους γονείς, μην κοροιδευόμαστε, ξεκίνησε από συγκεκριμένους πολιτικούς χώρους οι οποίοι εργαλειοποίησαν κάποιους γονείς το τονίζω αυτό για να πετύχουν μια γενικότερη κατάσταση αναταραχής. Αλλά νομίζω ότι το ζήτημα αυτό εγείρει και ορισμένα ευρύτερα ιδεολογικά ζητήματα σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο κάποιοι πολιτικοί χώροι και αναφέρουμε συγκεκριμένα στον χώρο της αριστεράς οικειοποιήθηκαν στο παρελθόν το δημόσιο χώρο θεωρώντας ότι ο νόμος ο δικός τους είχε κάποιο είδους ιδεολογική υπεροχή εναντί των νόμων του κράτους», είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε μία δήλωση που δεν είναι απλώς άκομψη, αλλά πολιτικά επικίνδυνη. Εξισώνει την κοινωνική διαμαρτυρία για μια κρατική τραγωδία με «ακτιβισμό» και καταγγέλλει τους ίδιους τους γονείς ως υποχείρια.

Στην προσπάθεια του να αποδομήσει τη συγκίνηση, ο πρωθυπουργός ποινικοποιεί τη θλίψη και παραποιεί το κίνητρο των οικογενειών που ζητούν το αυτονόητο: αναγνώριση, όχι κομματική στέγη. Η αναφορά του σε «πολιτικούς χώρους της αριστεράς που οικειοποιήθηκαν το δημόσιο χώρο» δείχνει ξεκάθαρα πως η κυβέρνηση βλέπει την πλατεία όχι ως χώρο δημοκρατίας, αλλά ως ιδιοκτησία που πρέπει να προστατευθεί από την κοινωνία.

Ακόμη πιο προκλητική δε, είναι η συνέχεια. Ο πρωθυπουργός συνδέει την υπόθεση των Τεμπών με τη λεγόμενη «συνωμοσία του ξυλολίου», επιμένοντας ότι η θεωρία της συγκάλυψης «κατέρρευσε».

«Το ίδιο φαινόμενο το είδαμε κατά χώρο και με τις καταλήψεις στα δημόσια πανεπιστήμια. Δεν είναι κάτι διαφορετικό με κατάληψη δημοσίου χώρου γιατί έτσι θέλουν. Καταρχάς δεν στρεφόμαστε εναντίον κανενός γονιού. Εγώ πρώτος μίλησα δημόσια συμπάσχοντας και με τον γονιό ο οποίος ζήτησε αυτό το οποίο ο ίδιος και πολλοί θεωρούν αυτονόητο το δικαίωμα να μπορέσει να προχωρήσει σε μια εκταφή της σορού του παιδιού του για να προβεί σε οποιαδήποτε άλλη εξέταση και τελικά η δικαιοσύνη έδωσε λύση και σε αυτό το ζήτημα. Η εκταφή δεν έχει γίνει ακόμα. Το επισήμανα και χθες στην ομιλία μου. Και φαντάζομαι ότι κάποια στιγμή θα γίνουν και σχετικές εκταφές για να απαντηθούν και οι τελευταίες ερωτήσεις που μπορεί να υπάρχουν στο μυαλό οποιουδήποτε απελπισμένου γονιού», υποστήριξε και συνέχισε:

«Και νομίζω ότι θα είναι και αυτό χρήσιμο να γίνει διότι θεωρώ ότι και αυτή η εργαλειοποίηση εντάσσεται στα πλαίσια της συνωμοσίας του ξυλολίου για την οποία πολλές φορές έχω μιλήσει όπου εκεί θα αναλάβω την ευθύνη μου ως πρωθυπουργός δεν απαντήσαμε με τρόπο πιο απόλυτο σε μια εικονική πραγματικότητα η οποία δημιουργήθηκε με έναν σκοπό μόνο να κατηγορηθεί η κυβέρνηση και εγώ προσωπικά ότι δίθεν συγκάλυψα κάτι. Όταν όσο απεδείχθη ότι δεν υπήρχε κανένα παράνομο φορτίο η θεωρία της συγκάλυψης κατέρευσε. Και μένουμε τώρα στον πυρήνα της υπόθεσης που δεν είναι άλλος από την έναρξη και την ολοκλήρωση της δίκης. Θέλω να θυμίσω ότι έχουμε 36 κατηγορούμενους 33 εκ των οποίων κατηγορούνται για κακουργήματα δύο πολιτικούς για πρώτη φορά στο δικαστικό συμβούλιο γιατί οι ίδιοι ζήτησαν να κριθούν από τη δικαιοσύνη για αδικήματα τα οποία ενδεχομένως κάποιοι τους προσάπτουν και μόνο με αυτόν τον τρόπο θα αποδοθεί πραγματικά η δικαιοσύνη και θα δικαιωθεί τελικά και η μνήμη των νεκρών. Εγώ αυτό που αναμένω από το Υπουργείο είναι να έρθει πολύ σύντομα με μια πρόταση για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να αναδειχθεί το μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη».

«Κανείς δεν θα μπορεί να πάει να ξαναγράψει ονόματα στο μνημείο»

Ο ίδιος ο πρωθυπουργός, στη συνέχεια, δεν δίστασε να «προειδοποιήσει» τους χαροκαμένους γονείς, ότι στο μέλλον τίποτα από όσα έγιναν, δεν θα επιτραπούν ξανά.

«Σκοπός μας δεν είναι να πάμε να προκαλέσουμε ούτε να πάμε να σβήσουμε τα ονόματα. Από εδώ και στο εξής όμως κανείς δεν θα μπορεί να πάει να ξαναγράψει ονόματα στο μνημείο, ή θα μπορεί να πάει να καταλάβει τον χώρο χάρη με οποιουδήποτε δικαιολογημένου ή αδικαιολόγητου τύπου», είπε δίχως ίχνος ντροπής ή ενσυναίσθησης και συμπλήρωσε:

«Τραβάμε λοιπόν μια γραμμή με το τι έγινε στο παρελθόν και νομίζω ότι η λύση είναι να ξανασκεφτούμε πως θέλουμε ουσιαστικά από το μνημείο και ναι αυτή την πρόταση την αναμένω από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και νομίζω ότι μπορεί να είναι και μια ευκαιρία μιας ευρύτερης συνεννόησης πάνω σε κάτι το οποίο προσωπικά το θεωρώ τελείως αυτονόητο, αλλά όπως έχουμε πει πολλές φορές το αυτονόητο στην πατρίδα μας είναι συχνά το ζητούμενο. Μα υπάρχει μνημείο. Υπάρχει ένα λιτό μνημείο για τους νεκρούς της Μαρφίν, η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά το έχει σπάσει πολλές φορές, το ξαναφτιάχνει η κυβέρνηση και ο Δήμος ως οφείλει να κάνει. Υπάρχει μνημείο για τους νεκρούς στο Τεμπών στην Τεχνόπολη. Γιατί δεν πήγε κανείς εκεί; Γιατί ο σκοπός όλης αυτής της προσπάθειας δεν ήταν η ανάδειξη της τραγωδίας των Τεμπώνν αυτοτελώς αλλά η προσπάθεια δημιουργίας μιας συνθήκης κοινωνικής αναταραχής. Γι’ αυτό και επιλέχθηκε αυτός ο χώρος. Εάν ο Δήμος της Αθήνας θέλει να φτιάξει ένα μνημείο κάπου αλλού έχει τη δυνατότητα να το κάνει και φαντάζομαι ότι θα είχε και ευρύτερη στήριξη. Αυτό το οποίο λέμε είναι όχι εκεί. Είναι πολύ απλό. Οπουδήποτε αλλού αλλά όχι εκεί γιατί αυτός ο χώρος έχει μια ιερότητα και το γεγονός ότι όταν λέμε ότι μπορείς να διαμαρτυρηθείς παντού εκτός από αυτόν τον χώρο και εσύ πας ειδικά σε αυτό το χώρο, όχι στην πλατεία Συντάγματος το τονίζω, αλλά στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, σημαίνει ότι το κάνεις για κάποιον άλλο λόγο. Και ξέρετε στην πατρίδα μας κανείς δεν περιστέλλει το δικαίωμα στη διαμαρτυρία».

Το μήνυμα είναι σαφές: Η κυβέρνηση δεν απαγορεύει τη μνήμη, απλώς τη θέλει εκτός ορατότητας. Το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη μετατρέπεται από τόπο εθνικής ενότητας σε όριο πολιτικής υπακοής· ένα σύνορο ανάμεσα σε ό,τι το κράτος επιτρέπει να θυμόμαστε και σε ό,τι μας διατάζει να ξεχάσουμε.

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟ ΑΡΘΡΟ

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ