Αν η Ελλάδα δεν είχε υποχωρήσει στις τουρκικές απειλές στην Κάσο, σε λίγες ημέρες (την 1η Δεκεμβρίου ) θα ολοκληρώνονταν οι βυθομετρικές έρευνες
Η Ελλάδα και η Κύπρος, υπό ομαλές συνθήκες, θα εόρταζαν σε λίγες ημέρες το ορόσημο της 1ης Δεκεμβρίου 2025, το οποίο είχε οριστεί, από την άνοιξη του 2024, ως ημερομηνία ολοκλήρωσης των βυθομετρικών ερευνών για την πόντιση του υποβρυχίου καλωδίου της ηλεκτρικής διασύνδεσης με το Ισραήλ (Great Sea Interconnector – GSI ή το λεγόμενο «καλώδιο»).
- Από τον Αλέξανδρο Τάρκα*
Ομως, ως γνωστόν, οι εργασίες παρέλυσαν από τα τέλη Ιουλίου 2024, όταν ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ανέλαβε προσωπικά, με τη συνδρομή της ηγεσίας του υπουργείου Εξωτερικών, τους χειρισμούς απεμπλοκής από την κρίση που προκάλεσε το πολεμικό ναυτικό της Τουρκίας. Οι τουρκικές φρεγάτες Goksu και Gokova και η κορβέτα Beykoz ανέκοψαν, ανοιχτά της Κάσου, την πορεία του ιταλικού ερευνητικού σκάφους Ievoli Relume (που είχε μισθώσει ο ΑΔΜΗΕ) και, επιπλέον, προέβησαν σε παραβιάσεις των ελληνικών χωρικών υδάτων με συνολική διάρκεια πάνω από 3 ώρες και 15 λεπτά.
Στους μήνες που ακολούθησαν, η κυβέρνηση αυτοθαυμαζόταν για τη συμφωνία αποκλιμάκωσης, μέσω των διπλωματικών διαύλων, με την Τουρκία. Χωρίς να συνειδητοποιεί ότι συναίνεσε (άθελά της ασφαλώς) στην εδραίωση ακόμα ενός τετελεσμένου κατά των ελλαδικών και κυπριακών συμφερόντων. Σημειωτέον, ότι οι εργασίες του Ievoli Relume, την περίοδο 2024-2025, θα ήταν απλώς επιβεβαιωτικές των γεωφυσικών ερευνών και ερευνών βυθού του 2014 που είχαν ολοκληρωθεί πλήρως και ανενόχλητα. Δηλαδή, η αδύναμη Ελλάδα της εποχής των Μνημονίων αποδείχθηκε ισχυρότερη και ικανότερη της σημερινής ως προς τον GSI.
Η λανθασμένη κρίση και οι ανεπιτυχείς χειρισμοί του πρωθυπουργού αποκαλύφθηκαν, τουλάχιστον τρεις φορές, όταν το Μέγαρο Μαξίμου και το υπουργείο Εξωτερικών, το φθινόπωρο του 2024 και την άνοιξη και το καλοκαίρι του 2025, ισχυρίζονταν ότι σύντομα θα επαναλαμβάνονταν οι έρευνες. Το ερώτημα που δεν έχει απαντηθεί είναι αν ο κ. Μητσοτάκης και ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, δεν είχαν αντιληφθεί ότι δύσκολα θα αναιρούνταν τα τετελεσμένα της Κάσου ή το γνώριζαν και παραπλανούσαν, εν ψυχρώ, τα μέσα ενημέρωσης και τους πολίτες. Ο κ. Γεραπετρίτης έφτασε μάλιστα στο σημείο (στις 25 Αυγούστου 2025, στο Open) να διαβεβαιώνει πως «η πόντιση θα συνεχιστεί κανονικά, θα συνεχιστούν οι έρευνες το επόμενο διάστημα» και… «θα μετρηθούμε στο πεδίο, ξέρετε»!
Νέα ζητήματα
Το δυσάρεστο στοιχείο είναι ότι η κυβέρνηση όχι μόνον δεν διδάσκεται από τις ως τώρα αποτυχίες της, αλλά συνεχίζει τα διπλωματικά λάθη και τα επικοινωνιακά παίγνια στα εξής σημεία:
• Πρώτον, σε αντίθεση με την προβαλλόμενη εκδοχή περί ταχείας συνέχισης του έργου GSI, οι προ εβδομάδος ανακοινώσεις του πρωθυπουργού για «άμεση επικαιροποίηση των οικονομοτεχνικών παραμέτρων» σημαίνουν ότι όλα ξεκινούν από την αρχή. Η επικαιροποίηση θα απαιτήσει, τουλάχιστον, εννέα μήνες. Και όσο λεπτομερείς και αν είναι οι καινούργιες παράμετροι, θα πρέπει στη συνέχεια να βρεθούν επενδυτές και χρηματοδότες και να διεξαχθούν έρευνες βυθού, που θα χρειαστούν περίπου 20 μήνες, όπως οι ακυρωθείσες που θα έληγαν την 1η Δεκεμβρίου φέτος.
• Δεύτερον, επισήμως ο κ. Μητσοτάκης ήταν πολύ προσεκτικός και ακριβολόγος, υποστηρίζοντας μόνον ότι το έργο «μπορεί δυνητικά να ενισχυθεί και με την είσοδο νέων ισχυρών επενδυτών». Αν και δεν εξέφρασε βεβαιότητα, ακολούθησε μια επικοινωνιακή καταιγίδα ανεπίσημων πανηγυρισμών που προδικάζει τη -δήθεν για πρώτη φορά- μελλοντική συμμετοχή της αμερικανικής χρηματοδοτικής υπηρεσίας-εταιρίας DFC. Ωστόσο, το ενδεχόμενο παρουσίας της DFC στο έργο δεν είναι νέα υπόθεση, αφού έχει αποστείλει σχετική «Επιστολή Προθέσεως» από το Μάιο του 2024 (!), χωρίς η κυβέρνηση να αξιοποιήσει ποτέ αυτό το πλεονέκτημα.
Τότε, η DFC είχε ήδη ολοκληρώσει μία έκθεση τεχνικών και οικονομικών εκτιμήσεων και ανέμενε την τελική συμφωνία μεταξύ του ΑΔΜΗΕ και της ομολόγου του, της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Κύπρου (ΡΑΕΚ), πριν λάβει την τελική απόφαση για την έγκριση δανείου ή παροχή εγγυήσεων ή και απόκτηση μετοχών. Ο υπουργός Ενέργειας, Σταύρος Παπασταύρου, φέρεται ότι έθεσε καθυστερημένα (έναν ολόκληρο χρόνο αργότερα, τον Μάιο του 2025 πια) το ζήτημα ουσιώδους συμμετοχής της DFC στον Αμερικανό υπουργό Εσωτερικών και επικεφαλής του Εθνικού Συμβουλίου Ενεργειακής Κυριαρχίας, Νταγκ Μπέργκαμ.
Ο Αμερικανός υπουργός, έκτοτε και ως σήμερα, δεν έχει λάβει συγκεκριμένη θέση, ενώ έχει δώσει έμφαση στη στάση της Τουρκίας. Ασφαλώς, η άμεση ή έμμεση συμμετοχή της DFC θα αποτελούσε άριστη εξέλιξη, αλλά -εκτός από τον παράγοντα της Αγκυρας- θα πρέπει προηγουμένως να έχουν επιλυθεί οι διαφωνίες Αθήνας – Λευκωσίας και οι Αμερικανοί ειδικοί να μελετήσουν, εκ νέου, τις επικαιροποιημένες οικονομοτεχνικές μελέτες.
• Τρίτον, η κυβέρνηση ποντάρει στο ενδεχόμενο αμερικανικής παρέμβασης προς την Τουρκία ή στην ελπίδα πως η Αγκυρα αυτοβούλως θα απέχει από ενέργειες, όπως οι περσινές στην Κάσο, που θα έπλητταν ένα έργο συνδεόμενο με τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Κάτι τέτοιο θα ήταν το ιδανικό σενάριο, αλλά είναι αδύνατον να γίνει η παραμικρή πρόβλεψη. Αλλωστε η «Επιστολή Προθέσεως» της DFC ήταν δημόσια γνωστή και δεν απέτρεψε τη δράση του τουρκικού ναυτικού τον Ιούλιο του 2024.
Επιπλέον, η δυσάρεστη πραγματικότητα είναι ότι και τους τελευταίους μήνες της διοίκησης Μπάιντεν και τους πρώτους μήνες της διοίκησης Τραμπ έγιναν παρεμβάσεις της Ουάσινγκτον προς την Αγκυρα (τις οποίες πρόβαλλε με στόμφο στην κυβέρνηση η αναπληρωτής επικεφαλής και αργότερα επιτετραμμένη της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Αθήνα, Μαρία Ολσον), αλλά ο πρόεδρος Ρ.Τ. Ερντογάν και ο υπουργός Εξωτερικών, Χ. Φιντάν, ουδόλως συγκινήθηκαν. Ταυτόχρονα, είναι γνωστό στους παροικούντες το Μαξίμου πως ο κ. Παπασταύρου ισχυρίζεται ότι διαθέτει «εμπιστευτική» ενημέρωση, από Αμερικανούς συνομιλητές του, για την ύπαρξη ειδικής έκθεσης του Στέιτ Ντιπάρτμεντ που αναγνωρίζει τα ελληνικά δίκαια στην υπόθεση του «καλωδίου».
Ανεξαρτήτως του αν πρόκειται για πραγματική ή ανύπαρκτη έκθεση και του αν ο κ. Παπασταύρου αντελήφθη σωστά ή λανθασμένα τα λεγόμενα των Αμερικανών συνομιλητών του, δεν έχει προκύψει κάποιο πρακτικό αποτέλεσμα. Η νέα πρεσβευτής, Κίμπερλι Γκίλφοϊλ, και το Νο 2 της πρεσβείας, Τζόσουα Χακ, έχουν αποφύγει επιμελώς να επιβεβαιώσουν δημόσια την ύπαρξη μιας τέτοιας ειδικής έκθεσης ή ακόμα και να κάνουν οποιαδήποτε δήλωση για το «καλώδιο». Επίσης, επανειλημμένως, έχει αποδειχθεί ότι παρόμοιες εκθέσεις έχουν μικρή αξία και πρόσκαιρη διάρκεια, επειδή οι γενικότερες συνθήκες και οι προτεραιότητες της διπλωματίας των ΗΠΑ αλλάζουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα μία έκθεση της Αμερικανικής Πρεσβείας της Αθήνας, τον Μάρτιο του 1992, που δικαίωνε πλήρως τις ελληνικές απόψεις για την ονομασία των Σκοπίων, αλλά αναιρέθηκε εντός λίγων μηνών.
• Τέταρτον, είναι πολύ νωρίς να προβλεφθεί αν οι καταρχήν θετικές ανακοινώσεις της Κομισιόν για τον GSI ισοδυναμούν και με άξιες λόγου οικονομικές, νομικές και αντι-γραφειοκρατικές διευκολύνσεις προς την Αθήνα. Από τον Δεκέμβριο του 2023 ο ΑΔΜΗΕ είναι ο δικαιούχος της επιχορήγησης των 657 εκατομμυρίων ευρώ από το Connect Europe Facility και έχει ήδη καταβάλει, από αυτήν, ένα μεγάλο ποσό στη γαλλική εταιρία κατασκευής του καλωδίου, τη Nexans.

Είναι ασαφές τι θα γίνει με τη χρηματοδότηση της Ε.Ε. αν η κυβέρνηση αποφασίσει την έξοδο ή τον περιορισμό του ποσοστού του ΑΔΜΗΕ στο έργο και άγνωστο αν θα επηρεαστεί ενδεχόμενη κεφαλαιακή συμμετοχή ή δανειακή στήριξη εκ μέρους της DFC. Εξάλλου, η DFC έχει νομικούς περιορισμούς ως προς τη συνεργασία της με αναπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες και φορείς τους. Και αν επιλεγεί, όπως φημολογείται, η αντίστροφη επανέναρξη του έργου GSI, από το Ισραήλ προς την Κύπρο (που και αυτό θα ήταν ευχής έργο), είναι αμφίβολη η στάση της Κομισιόν.
• Πέμπτον, εξίσου πρόωρη είναι η κυβερνητική φημολογία για ένταξη του «καλωδίου» στον IMEC, στον σχεδιαζόμενο διάδρομο μεταφοράς αγαθών, καθαρής ενέργειας και δεδομένων στην τεράστια απόσταση από την Ινδία στη Μέση Ανατολή και, μέσω Ελλάδας, στις χώρες της Ε.Ε. Υπέρ του σχεδίου τάσσονται και οι ΗΠΑ, αλλά η ένταση στη Μέση Ανατολή και η δυσπιστία μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ισραήλ καθυστερούν τα πρώτα βήματα υλοποίησής του. Επιπλέον, σε αντίθεση με την επικρατούσα εντύπωση περί σχεδόν βέβαιης συμμετοχής των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων στον GSI, το ακριβές είναι ότι η Εθνική Εταιρία Ενέργειας του Αμπού Ντάμπι έχει υπογράψει μόνο μνημόνιο κατανόησης με τον ΑΔΜΗΕ και το κυπριακό υπουργείο Ενέργειας.
Αντιπαράθεση
Παράλληλα, αν και η κυβέρνηση διόρθωσε -εν μέρει και καθυστερημένα- το μέγα λάθος της αντιπαράθεσης με τη Λευκωσία (που είχε αναγκάσει τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκο Χριστοδουλίδη, να καταγγείλει τακτική εκφοβισμών και εκβιασμών), παραμένει πάντα η σκιά των ποσών που διεκδικεί ο ΑΔΜΗΕ από τις αρχές της Μεγαλονήσου. Οπως και η σκιά της έρευνας της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας που οι κύριοι Μητσοτάκης και Γεραπετρίτης έσπευσαν να υπογραμμίσουν πως αφορά μόνον την Κύπρο και μόνον την περίοδο πριν από την ανάληψη του έργου από τον ΑΔΜΗΕ (24 Νοεμβρίου 2023).
Ισως από την εισαγγελική έρευνα προκύψει ότι έχουν δίκιο, αλλά μέχρι τώρα δεν υπάρχει κανένα συγκεκριμένο στοιχείο που να στηρίζει την κατηγορηματικότητά τους. Ολα αυτά εκκρεμούν την ώρα που κανείς από την ελληνική κυβέρνηση δεν μιλά για την τεράστια ζημιά διακοπής των εργασιών του Ievoli Relume. Κάθε ημέρα αναστολής εργασιών σήμαινε χρηματική ποινή $149.000 κατά της Ελλάδας και η επιπλέον ποινή για μακρόχρονη αποχώρηση και επιστροφή στη συγκεκριμένη θαλάσσια όδευση ήταν $1.400.000. Προφανώς, χρειάζονται απαντήσεις.
*Εκδότης του περιοδικού «Αμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη