Τα Σκόπια καπηλεύονται την ονομασία Μακεδονία χρησιμοποιώντας για δικαιολογία την ένταξή τους στην Ε.Ε
- Νικ. Σταυρουλάκις
Η ένταση στις σχέσεις της Ελλάδας με τα Σκόπια έχει εκ νέου κορυφωθεί με αφορμή τη σωρεία παραβιάσεων ως προς τη χρήση του ονόματος της γειτονικής χώρας από αξιωματούχους και πολιτικά πρόσωπα. Σε απάντηση στις πρόσφατες δηλώσεις του πρωθυπουργού Χρίστιαν Μίτσκοσκι, που έχει ουσιαστικά καταργήσει τη Συμφωνία των Πρεσπών στην πράξη, η Αθήνα παρήγαγε… αμηχανία. Μοιάζει να μην έχει κανένα όπλο ανάσχεσης της κατάφωρης καπήλευσης του ονόματος της «Μακεδονίας», ούτε διαθέσιμα όπλα επαναφοράς της σκοπιανής ηγεσίας στην τάξη.
Στις 17 Δεκεμβρίου 2025 ο Μίτσκοσκι, κατά τη διάρκεια συνέντευξης, απέφυγε ολοκληρωτικά τη χρήση του συνταγματικού ονόματος «Βόρεια Μακεδονία», αναφερόμενος στη χώρα του απλώς σε «Μακεδονία», όπως έπραξε και για τη λεγόμενη «μακεδονική γλώσσα», χωρίς τον υποχρεωτικό γεωγραφικό προσδιορισμό. Υπαινίχθηκε ότι ορισμένες διατάξεις της Συμφωνίας των Πρεσπών μπορούν να ερμηνευθούν διαφορετικά ή να ισχύουν μόνο μετά την πλήρη ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Αυτό είναι καινούργιο «παραμύθι» στην παραπλανητική επιχειρηματολογία της σκοπιανής ηγεσίας, την οποία κατευθύνει υπογείως και αθόρυβα η Σόφια. Αυτές οι τοποθετήσεις προκάλεσαν την άμεση αντίδραση του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, το οποίο σε ανακοίνωσή του την επόμενη ημέρα (!) ξεκαθάρισε ότι «η συνταγματική ονομασία του γειτονικού κράτους είναι Βόρεια Μακεδονία» και ότι «κάθε προσπάθεια παραχάραξης ή αλλοίωσης του περιεχομένου της Συμφωνίας των Πρεσπών δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτή από την ελληνική πλευρά». Τι λες; Κατά το κοινώς λεγόμενο, η ανακοίνωση του ελληνικού ΥΠΕΞ στα Σκόπια «τούς έκανε τα μούτρα κρέας».
Η Συμφωνία των Πρεσπών, που υπογράφηκε το 2018 και κυρώθηκε το 2019, όρισε erga omnes τη χρήση του ονόματος «Βόρεια Μακεδονία» για όλες τις χρήσεις (erga omnes), καθώς και τον προσδιορισμό «μακεδονική» για την «εθνότητα», τη γλώσσα και την ιθαγένεια των πολιτών της «Βόρειας Μακεδονίας». Ο πρωθυπουργός Μίτσκοσκι στις δηλώσεις του κατηγόρησε την αντιπολίτευση της χώρας του για εθνικιστική προπαγάνδα, τονίζοντας ότι στελέχη της χρησιμοποιούν πια αφειδώς τον όρο «Μακεδονία» σε τοποθετήσεις του και στηλιτεύουν τον ίδιο για το ότι δεν μπόρεσε να περάσει τον όρο «Μακεδονία» σε ό,τι αφορά το όνομα της χώρας.
Παρά την αρχική τήρηση από την προηγούμενη κυβέρνηση των Σκοπίων, η ανάληψη της εξουσίας από το εθνικιστικό κόμμα VMRO-DPMNE τον Μάιο του 2024 σηματοδότησε σειρά από προκλήσεις. Ηδη από την ορκωμοσία της προέδρου Γκορντάνα Σιλιάνοφσκα – Ντάβκοβα, η οποία χρησιμοποίησε μόνο το «Μακεδονία», η Ελλάδα είχε εκδώσει διαμαρτυρία. Ακολούθησαν παρόμοιες ενέργειες από τον πρωθυπουργό Μίτσκοσκι και υπουργούς του, όπως ο υπουργός Υγείας που τον Ιούλιο 2025 εγκαινίασε κέντρο με αναφορές μόνο σε «Μακεδονία».
Το 2025 οι προκλήσεις από την ηγεσία των Σκοπίων συνεχίστηκαν με αμείωτη ένταση. Πέραν της πρόσφατης δήλωσης Μίτσκοσκι, καταγράφηκαν τουλάχιστον 12 δημόσιες περιπτώσεις όπου αξιωματούχοι απέφυγαν το πλήρες όνομα, συμπεριλαμβανομένων ομιλιών σε διεθνή φόρα, επίσημων εγγράφων και μέσων ενημέρωσης. Επιπλέον, υπήρξαν αναφορές σε σχολικά εγχειρίδια και χάρτες που δεν συμμορφώνονται πλήρως με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη Συμφωνία των Πρεσπών για αποφυγή ανάπτυξης αλυτρωτισμού, καθώς και δηλώσεις που υπαινίσσονται «μακεδονική μειονότητα» στην Ελλάδα. Η Ελλάδα έχει χαρακτηρίσει αυτές τις ενέργειες συστηματική απόπειρα υπονόμευσης της Συμφωνίας.
Συγκεντρωτικά, από την κύρωση της Συμφωνίας το 2019 μέχρι σήμερα η ελληνική πλευρά έχει καταγγείλει επανειλημμένα παραβιάσεις, χωρίς ωστόσο να υπάρχει επίσημα δημοσιευμένος ακριβής αριθμός από το ΥΠΕΞ. Υπάρχει όμως από «εθνικά παρατηρητήρια» και ελληνικά «think tanks» που ανεβάζουν τις καταγεγραμμένα επίσημες παραβιάσεις της «συμφωνίας» πάνω από 500!
Εκτιμήσεις από διπλωματικές πηγές και αναλύσεις κάνουν λόγο για εκατοντάδες περιστατικά, ιδιαίτερα μετά την αλλαγή κυβέρνησης. Το ελληνικό ΥΠΕΞ έχει εκδώσει δεκάδες διακοινώσεις διαμαρτυρίας, εις ώτα μη ακουόντων, οργανώνοντας ένα απολύτως αναποτελεσματικό επικοινωνιακό μοντέλο αντίδρασης, αυτό που συνήθως χρησιμοποιούν το Μέγαρο Μαξίμου και η ηγεσία της Βασ. Σοφίας. Το ακριβώς «τίποτε» (επί της ουσίας), αφού είναι σαν να μην αλλάζουν τίποτε. Εχει επίσης θέσει το ζήτημα σε όλους τους διεθνείς οργανισμούς, όπου «κανέναν δεν ξέρουμε και κανείς δεν μας ξέρει, όταν γίνεται μεγάλη δουλειά».
Σε διεθνές επίπεδο, η Ελλάδα «ζητάει» (αυτό είναι το ρήμα) από την Ε.Ε., το ΝΑΤΟ και τον ΟΗΕ την τήρηση της συμφωνίας «ως προϋπόθεση καλών γειτονικών σχέσεων». Μα «καλές» είναι οι σχέσεις, καθώς η ηγεσία των Σκοπίων δεν αισθάνεται (ούτε υφίσταται) ουδεμία πίεση. Ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης έχει θέσει το θέμα σε συνόδους κορυφής του ΝΑΤΟ, ενώ η Ελλάδα έχει μπλοκάρει την έναρξη ορισμένων «clusters» στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις των Σκοπίων, συνδέοντας ρητά την πρόοδο με την πλήρη εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών. Τόσο που η έκθεση προόδου της Ε.Ε. για το 2025 επιβεβαιώνει μικρή πρόοδο της γειτονικής χώρας, εν μέρει λόγω αυτών των ζητημάτων.
Και «βλέπει» η Αθήνα ότι η αμυντική αυτή διάταξη δεν πιάνει, διότι ο «φανταχτερός υπαρξιακός προσδιορισμός χώρας, έθνους και γλώσσας για τους σλαβόφωνους πολίτες των Σκοπίων είναι πιο σημαντικό θέμα από τα παλιόχαρτα της Ε.Ε., μπροστά στην κλίμακα της ηθικής και εθνοτικής τους υπόστασης.
Το βρόμικο παιχνίδι της Βουλγαρίας
Σημαντικό εμπόδιο στην ευρωπαϊκή πορεία των Σκοπίων αποτελεί η Βουλγαρία. Η Σόφια, μετά την άρση του βέτο της το 2022, με αντάλλαγμα συνταγματικές τροποποιήσεις για την αναγνώριση βουλγαρικής μειονότητας, συνεχίζει να πιέζει για πλήρη εφαρμογή αυτών των όρων. Η Βουλγαρία κατηγορεί τα Σκόπια για παραχάραξη της κοινής τους ιστορίας και τη δήθεν μη προστασία δικαιωμάτων των Βουλγάρων πολιτών της, οι οποίοι συνεχώς αυξάνονται τεχνητά, με τη χορήγηση από τη Βουλγαρία χιλιάδων βουλγαρικών διαβατηρίων σε Σκοπιανούς. Η Βουλγαρία δεν έχει αποβάλει ακόμα την ήττα της στους Βαλκανικούς Πολέμους, ούτε και το γεγονός ότι η Μακεδονία είναι περιοχή ελληνική, είτε παραχαράσσουν την Ιστορία είτε όχι. Παράλληλα η βουλγαρική κυβέρνηση προβάλλει διάφορα de facto εμπόδια στις διαπραγματεύσεις.
Αυτός ο ρόλος έχει χαρακτηριστεί από ορισμένους στην Ελλάδα «ευκαιριακός», καθώς εκμεταλλεύεται την ελληνική πίεση για να προωθήσει δικά της εθνικά συμφέροντα, παρατείνοντας το αδιέξοδο στην ενταξιακή διαδικασία.
Συνολικά, οι εξελίξεις δείχνουν ότι η ηγεσία των Σκοπίων επιλέγει γραμμή εθνικιστικής ρητορικής για εσωτερική κατανάλωση, θα πουν οι αφελείς περιφερόμενοι αναλυτές. Η Αθήνα απαντά ότι αυτή η στάση υπονομεύει τις ευρωπαϊκές φιλοδοξίες της χώρας. Καθώς αυτό το επιχείρημα δεν μεταβάλλει απολύτως τίποτε στην σκακιέρα, δεν μπορεί να ονομαστεί και «ανοησία»;
Εμείς φταίμε;