
Συμβολίζει τη γονιμότητα και την αναγέννηση, αλλά και τη γέφυρα που ενώνει κι άλλοτε πάλι διαχωρίζει τη ζωή από τον θάνατο, όπου η μια παράμετρος τροφοδοτεί με εύρος σημασιών την άλληΑπό την
Αθηνά Σχινά*
Eνα θέμα παλαιό, που κινεί έως και σήμερα το ενδιαφέρον πολλών καλλιτεχνών (ζωγράφοι, γλύπτες, χαράκτες, κεραμιστές και φωτογράφοι), είναι η ροδιά και το ρόδι, ένας καρπός ευετηριακός, που συμβολίζει τη γονιμότητα και την αναγέννηση, αλλά και τη γέφυρα που ενώνει και άλλοτε πάλι διαχωρίζει τη ζωή από τον θάνατο, όπου η μια παράμετρος τροφοδοτεί με εύρος σημασιών την άλλη, σαν τις δύο όψεις ενός νομίσματος. Μεταξύ των καλλιτεχνών που έχουν εμπνευστεί από το πανάρχαιο, όσο και συγκαιρινό αυτό θέμα είναι η Μαρία Κτιστοπούλου και ο Κωνσταντίνος Ράμμος, εκφράζοντας καθένας διαφορετικές εκδοχές.
Η Μαρία Κτιστοπούλου μεταφέρει μέσα από το συγκεκριμένο θέμα την ευφρόσυνη ατμόσφαιρα που προκαλεί στο βλέμμα η κατάφορτη από χυμώδεις καρπούς ροδιά, καθώς στέκει πλουμιστή και περήφανη στον αγρό. Η υποβλητικά ζωγραφισμένη αυτή ροδιά σχεδόν προτρέπει τον θεατή να αυτενεργήσει και μέσα από τη ζωηρότητα των τονικών χρωμάτων (συμπληρώνουν έναν επιδέξιο σχεδιασμό) να τολμήσει εκείνος να αγγίξει την αληθοφάνεια της οπτικής παραστατικότητας του δέντρου, η οποία παράλληλα έχει κανείς την αίσθηση πως διεγείρει στον αποδέκτη και την αίσθηση μαζί της δροσερής γεύσης του γλυκόξινου και λίγο στυφού καρπού. Ο διάλογος, επομένως, των αισθήσεων (οπτική, αφή και γεύση) αλλά και η λαχτάρα που γεννά στον αποδέκτη η παρουσία της παραδεισένιας ροδιάς εκκολάπτουν εντυπώσεις και συνειρμούς από μνήμες παιδικές, αλλά και όσες έχουν διατηρηθεί μέσα από έθιμα λαογραφικά και αστικά, σχετιζόμενα με τις ευχές για την καλή χρονιά.
Ο Κωνσταντίνος Ράμμος εκφράζει, μέσα από τους υπαινιγμούς πολλών χωροχρονικών επιπέδων, εντυπώσεις και αναμνήσεις, αλλά και ψυχοσυναισθηματικές διαθέσεις που καλλιεργούν ως οπτική παρουσία το δέντρο, όπως και οι καρποί της ροδιάς. Ο ζωγράφος διαμορφώνει ένα είδος παζλ με βάση το εκάστοτε φόντο, που στα έργα του διαστέλλεται, προκειμένου να χωρέσει πολύ περισσότερα από όσα παριστάνονται. Τα ρόδια για τον ζωγράφο, εκτός από όψεις και αισθησιακές πραγματικότητες, μετατρέπονται σε επιθυμίες και λαχτάρες, αλλά και παρήγορες οδύνες για αποχωρισμούς και συνεχόμενες μεταμορφώσεις.
Στιγμές του παρελθόντος και ονειρικές καταστάσεις συναντώνται με καθημερινότητες και αμφίσημες καταστάσεις, που κρύβουν χαρές και απώλειες, πόνους και ελπίδες, φωτίζοντας τους τρόπους κυρίως που λειτουργεί η μνήμη. Αυτήν τη χρονική περίοδο που διανύουμε, δηλαδή ανάμεσα στα Χριστούγεννα και τα Θεοφάνια ή εκεί γύρω στο χειμερινό ηλιοστάσιο, όταν αρχίζει, δηλαδή, μέσα στο καταχείμωνο να εμφανίζεται το πρώτο φως, αυξάνοντας σταδιακά τη διάρκεια της ημέρας, κατά την αρχαιότητα γιορταζόταν το Δωδεκαήμερο, το αφιερωμένο στον Διόνυσο Ζαγρέα – και στη φυσική ή την πνευματική αναγέννηση, σύμφωνα με τα παμπάλαια μυστήρια, τα αφιερωμένα σε εκείνη τη θεότητα. Στα έθιμα που επιβίωσαν μετά τόσους αιώνες, τροποποιώντας σχετικά το περιεχόμενό τους, χωρίς πάντως να εξαφανιστούν, ήταν και το ρόδι, σύμβολο του Κάτω Κόσμου αλλά και της νέας ζωής.
Σύμφωνα με τον μύθο, ο Πλούτωνας για να έλξει την Περσεφόνη (μητέρα του Ζαγρέα) και να μη λησμονήσει να επανέλθει στα σκοτεινά δώματά του (μετά την επίσκεψη που θα έκανε στο φως και στη μητέρα της Δήμητρα), της έδωσε να φάει, πριν από την αναχώρησή της, επτά και κατ’ άλλους εννέα σπόρους ροδιού, στοιχείο που σχετίζεται με τους ανάλογους αριθμητικούς συμβολισμούς.
Πηγές αναφέρουν πως το ρόδι άρχισε να καλλιεργείται περί την 4η χιλιετία π.Χ. γύρω στην Περσία, αλλά πλήθος ανασκαφών και καταλοίπων αποδεικνύει ότι πρόκειται για ενδημικό και αυτόχθονα καρπό, που τον συναντά κανείς στη Μεσόγειο. Ως σύμβολο της αιωνιότητας, της αφθονίας, της γονιμότητας, της ευφορίας, της μετενσάρκωσης, του έρωτα αλλά και του θανάτου το ρόδι το συναντούμε στην Αίγυπτο (μέσα σε σαρκοφάγους να συνοδεύει τον νεκρό κατά τη μεταθανάτια ζωή του), αλλά το βρίσκουμε επίσης ζωγραφισμένο και πάνω σε προϊστορικά αγγεία, που προέρχονται από τη Φυλακωπή της Μήλου. Καρποί ροδιού, άλλωστε, βρέθηκαν και στο Ακρωτήρι της Σαντορίνης κατά τη 2η χιλιετία π.Χ.
Ενα από τα ωραιότερα περιδέραια, με χρυσά περίαπτα ρόδια, βρέθηκε κατά τις ανασκαφές στον Τάφο ΙΙΙ (λεγόμενος και Τάφος των Γυναικών), που ανήκει στον Ταφικό Περίβολο Α των Μυκηνών και ανάγεται στα 1600 π.Χ., ενώ σήμερα μπορεί κανείς να θαυμάσει το συγκεκριμένο εύρημα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας. Λίγο νωρίτερα χρονολογικά, στη Μινωική Κρήτη (και στη Φαιστό, προερχόμενα από τη Μεσομινωική ΙΙΙ περίοδό της), έχουν βρεθεί στο σχήμα ροδιού αγγεία του 1700 π.Χ., που σχετίζονταν με κάποιες μορφές τελετουργιών, αλλά επίσης και οστέινα ομοιώματα άνθους ροδιού, προερχόμενα από την Υστερομινωική ΙΑ περίοδο και το ανακτορικό συγκρότημα της Κνωσού (16ος αι. π.Χ.). Ρόδια, ωστόσο, έχουν βρεθεί και στην Ακρόπολη των Αθηνών, ως αναθήματα από τους Αθηναίους στην προστάτιδα θεά τους (6ος αι. π.Χ.), ενώ τον συγκεκριμένο καρπό τον βρίσκουμε, λόγω της πολλαπλότητας των συμβολισμών του, να υπάρχει ως συνοδευτικό έμβλημα πολλών γυναικείων θεοτήτων, όπως της Ηρας, της Αθηνάς, της Αφροδίτης, της Δήμητρας και της Περσεφόνης. Μία από τις Κόρες μάλιστα της Ακρόπολης φαίνεται πως πηγαίνει ως προσφορά σε μία από τις προαναφερθείσες θεότητες ένα ρόδι, γιατί τη βλέπουμε στο σχετικό αναθηματικό γλυπτό του 570 π.Χ. να το κρατάει με το αριστερό χέρι της, ενώ στο δεξί της έχει ένα στεφάνι.
Ο Ομηρος αναφέρει ότι στην Κέρκυρα και στους κήπους του βασιλιά Αλκίνοου καλλιεργούσαν ροδιές, ενώ από ανάλογα κείμενα και σχετικές πληροφορίες γνωρίζουμε πως στα Ελευσίνια Μυστήρια οι ιεροφάντες ήταν στεφανωμένοι με κλαδιά ανθισμένης ροδιάς ή μικρών καρπών της, πριν αυτοί ωριμάσουν, ίσως για να δείξουν πως η μυστηριακή αγωγή και τελετουργία είναι συμβολικά εκείνες που θα ωριμάσουν τη συνείδηση ως προς την επίγνωση της ηθικής ωρίμανσης και σταδιακά της ψυχικής εξέλιξης των μυστών.
Καθώς φαίνεται, το ρόδι, λόγω του σχήματος του στρογγυλού καρπού του και κυρίως λόγω του κάλυκα, που απολήγει στην κορυφή σε ένα είδος κορόνας ή στέμματος, αλλά και λόγω της εσωτερικής κιτρινωπής μεμβράνης του, που χωρίζει και ταυτοχρόνως συγκρατεί διαμερισματικά τους κοκκινωπούς, εύγευστους και θρεπτικούς σπόρους του, πολύ πρώιμα είχε αποκτήσει, εκτός της βρώσιμης και της ιαματικής χρήσης, επιπλέον και συμβολικές διαστάσεις. Καθώς βλέπουμε, το ρόδι συνοδεύει στις γεννήσεις τη νέα ζωή, δίνοντας τη διάσταση της γονιμότητας στους γάμους αλλά και την ελπίδα της αναγέννησης στους θανάτους, κυρίως κατά τις επετείους των μνημοσύνων. Ακόμη και σήμερα, ωστόσο, σπάμε το ρόδι στο κατώφλι της νέας χρονιάς, με αποτροπαϊκή διάθεση, προκειμένου «να φύγει» ή «να σπάσει» και να εξουδετερωθεί η δύναμη του κακού, προσβλέποντας στην ευετηρία που χαρίζει το ρόδι, κατά τον ερχομό της νέας και ευνοϊκά διακείμενης εκ μέρους μας καλοχρονιάς.
*Ιστορικός της Τέχνης και της Θεωρίας του Πολιτισμού


