ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΜΕ ΤΗ… ΝΕΟ-ΑΡΙΣΤΕΡΑ!

Η εκλογή του Κ. Μητσοτάκη και η ανάδειξη στην ηγεσία της Κεντροδεξιάς των επονομαζόμενων «νεοφιλελευθέρων» ή «αγοραίων» αποτελεί (προσωπική άποψή μου) μια θετική εξέλιξη για το πολιτικό σύστημα. Και αυτό άσχετα με το αν κάποιος συμφωνεί μαζί τους σε θεωρητικό ή πρακτικό πολιτικό επίπεδο. Ηταν εμφανές τους τελευταίους μήνες -ειδικά μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου- ότι υπήρχε μια στασιμότητα στη δημόσια συζήτηση αλλά και στην προβολή απόψεων και αντιπαραθέσεων ως προς τι θα πρέπει να γίνει για να ανακτήσει η Ελλάδα ταυτότητα και παραγωγική βάση.

Η εφαρμογή των μνημονιακών πολιτικών, με τη σφραγίδα της γερμανικής δημοσιονομικής πειθαρχίας και μόνον, δεν λαμβάνει υπόψη της τις πραγματικές συνθήκες που αφορούν τη θέση και τη συγκρότηση της Ελλάδας. Είναι άσχετη σαν στρατηγική με τα καθ’ ημάς. Και μπορεί η υπερψήφιση και η εφαρμογή τέτοιων πολιτικών να αποτελούν τακτική διέξοδο για την παραμονή στην ευρωζώνη και οδό διαφυγής προς τις αγορές χρήματος, όμως στην ουσία δεν είναι τίποτα άλλο από τη συνεχή αναβολή της τελικής παραδοχής του αδιεξόδου.

Αυτό δεν συνίσταται στο αν θα συνεχίσει να υπάρχει Ελλάδα ή όχι. Ομως, ως προς το κατά πόσον αυτή η Ελλάδα θα αποτελεί το «σπίτι» των Ελλήνων η ένα πεδίο δράσης διεθνών επιχειρηματικών και τραπεζικών ομίλων, ως ενδοχώρα των καρτέλ και των πολυεθνικών του ευρώ. Η συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων, κυβερνητικών και αντιπολιτευτικών, έχει βάθος και σημασία όταν κινούνται σε έναν δημιουργικό άξονα εθνικών και κρατικών πολιτικών, που θα δώσουν στη χώρα τη δυνατότητα της εκ νέου διάρθρωσής της στην πολιτική, την οικονομία, την επιχειρηματικότητα, τη μαζική κουλτούρα, τη θέση της στον διεθνή συσχετισμό.

Η νέα ηγετική ομάδα που προκρίνει η εκλογή Μητσοτάκη στη Κεντροδεξιά μπορεί να ακολουθήσει πιο συγκρουσιακή πορεία έναντι της Νεοαριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αυτή δεν μπορεί, τόσο από την πολιτική γενιά που εκπροσωπεί όσο και εξαιτίας των αντανακλαστικών της στον Κοινοβουλευτισμό, να καταλήξει σε μια κλασικού τύπου «στείρα» δομική αντιπολίτευση. Θα πρέπει, αν θέλει να καταγραφεί ως μια ηγετική δύναμη, να προβάλλει προτάσεις, σκεπτικά και στρατηγικές για τη χώρα, που στερείται πλέον βιωσιμότητας τόσο ως προς την παραγωγική της βάση όσο και ως προς την κοινωνική της συνοχή. Παράλληλα, θα κινηθεί προς το Κέντρο, διαταράσσοντας εκ του αποτελέσματος τα τελματωμένα ύδατα του «μικρομεγαλισμού» που επικρατεί. Αυτό θα έχει ως άμεσο αποτέλεσμα την αντίδραση των άλλων κομματικών σχηματισμών, που είτε θα κάνουν προτάσεις ουσίας είτε θα αποδεχθούν την αδυναμία τους σε πρόσωπα, ιδέες και διείσδυση στην κοινωνία και θα συγχωνευτούν -στον άξονα Ποτάμι, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜ.ΑΡ., Ενωση Κεντρώων- στην επιθετική Κεντροδεξιά της ευρωπαϊκής ορθοδοξίας και της απεθνικοποίησης – αποκρατικοποίησης ή στην ισχυρή συστημική Αριστερά των Μνημονίων του ΣΥΡΙΖΑ…

Τις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα ηγεμονική σχέση με τη διακυβέρνηση έχει μόνον ο «μεσαίος χώρος» του πολιτικού Κέντρου. Σε αυτόν συναντιούνται η Κεντροδεξιά, η σοσιαλδημοκρατία και ο αναθεωρητικός κομμουνισμός του «ευρωπαϊκού μονόδρομου». Αρα, το Κέντρο σε διάστημα ελάχιστων μηνών θα δείξει συνολικά τις δυνατότητές του, ως προς τη σχέση με την -ούτως ή άλλως επίσης σε υπαρξιακή κρίση- Ενωση του ευρώ και της γερμανικής ηγεμονίας ή διαφορετικά πολύ σύντομα θα «αποκαθηλωθεί», δίδοντας την ηγεμονία σε μιαν «νέα Δεξιά» εθνικής αναφοράς – πέραν της Ν.Δ., ΑΝ.ΕΛ. και φυσικά Χρυσής Αυγής- και διευρυμένου δυτικού προσανατολισμού, που θα μπορέσει, συγκεντρώνοντας πρόσωπα εκτός πολιτικής και εθνικές δυνάμεις του διεθνούς Ελληνισμού, να προτείνει μια νέα κρατική συγκρότηση, εθνική ταυτότητα, δημοκρατική λειτουργία, διεθνή συσχετισμό. Ο ΣΥΡΙΖΑ ούτως ή άλλως ως «εθνική Αριστερά» απέτυχε και παραδόθηκε στο κατεστημένο του «ευρωπαϊκού μονόδρομου» μέσα σε μόλις οκτώ μήνες. Η ώρα μιας νέας εθνικής Δεξιάς πλησιάζει…

{{-PCOUNT-}}8{{-PCOUNT-}}
Advertisement 2
Advertisement 3

Κορυφαίες Ειδήσεις

Advertisement 4