Η επίθεση στην καρδιά της Ευρωπαϊκής Ενωσης δεν αφήνει καμία αμφιβολία ότι οι δημοκρατίες μας βρίσκονται πλέον σε ανοιχτό πόλεμο με την εγκληματική οργάνωση που αυτοαποκαλείται Ισλαμικό Κράτος. Το ερώτημα είναι εάν είναι ικανές να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά αυτή την εξόχως απρόβλεπτη και σοβαρή απειλή για την ασφάλειά τους εντός του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου λειτουργίας τους.
Η απάντηση προφανώς απαιτεί ρεαλιστικές προσεγγίσεις. Ισως και δυσάρεστες για τις μέχρι πρότινος συνήθειες και την καθημερινότητά μας. Πιθανότατα γιατί θα χρειαστεί να αποδεχτούμε έκτακτα μέτρα για την ασφάλειά μας, ας ευχηθούμε για σύντομο χρονικό διάστημα. Πλην, όμως, οι εξελίξεις είναι τόσο ραγδαίες που θα ήταν αυτοκτονικό να καμωνόμαστε ότι τις αγνοούμε, υποκρινόμενοι ότι τα αυτονόητα στις κοινωνίες μας για την αξία της ανθρώπινης ζωής δεν έχουν ανατραπεί βιαίως.
Προφανώς και η Ε.Ε. δεν πρέπει να παίξει στην επικράτειά της το παιχνίδι του μίσους στο οποίο προσπαθούν να την εξωθήσουν οι τρομοκράτες με τα χτυπήματα τυφλής βίας. Το κράτος δικαίου και οι αξίες του πολιτισμού μας δεν πρέπει να υποχωρήσουν ούτε οι μουσουλμανικές κοινότητες θα πρέπει να μεταβληθούν συλλήβδην σε «εχθρούς».
Το ίδιο προφανώς, όμως, δεν μπορούμε, καίτοι απειλούμενοι, να εξακολουθήσουμε να ζούμε επαναλαμβάνοντας μόνο ευχολόγια του τύπου «η τρομοκρατία αντιμετωπίζεται με περισσότερη δημοκρατία» ή «δεν θα υψώσουμε φράχτες στα σύνορά μας».
Το μεγαλύτερο κομμάτι του πολέμου αυτού αφορά τη διεθνή πολιτική. Μπορεί να αντιμετωπιστεί η ισλαμική τρομοκρατία χωρίς βιώσιμη λύση στη Σύρια, στη Μέση Ανατολή και στον αραβικό κόσμο; Μπορεί να νικηθεί δίχως να εξουδετερωθούν τα τρομοκρατικά κέντρα της στις χώρες όπου έχουν την έδρα τους; Aσφαλώς όχι.
Υπάρχει κι άλλο ένα, όμως, εξίσου σημαντικό που αφορά τη διεξαγωγή του στο εσωτερικό της ηπείρου μας. Επ’ αυτού και πέραν όσων μπορούν να ειπωθούν για τις συνθήκες ενσωμάτωσής τους και τη βελτίωσή τους, οι μουσουλμάνοι που επέλεξαν να ζήσουν στην Ευρώπη θα πρέπει να αντιληφθούν και να συνειδητοποιήσουν το βάρος και την ευθύνη που συνεπάγεται η επιλογή τους αυτή. Κοντολογίς θα πρέπει να ζήσουν «όχι όπως τα ήξεραν, αλλά όπως τα βρήκαν»!
Στην περίπτωσή μας, αφενός οι συνεχιζόμενες μεταναστευτικές ροές και αφετέρου ο αριθμός και οι συνθήκες διαμονής των εγκλωβισμένων προσφύγων δημιουργούν ένα εκρηκτικό σκηνικό. Η αποχώρηση της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες συνιστά πολύ δυσάρεστη εξέλιξη στην αντιμετώπιση της κρίσης. Σε συνδυασμό με αυτή των Γιατρών χωρίς Σύνορα, για λόγους ασφαλείας του προσωπικού τους από την Ειδομένη, οι τόνοι για αυτά που επίκεινται γίνονται εξόχως δραματικοί.
Για την αντιμετώπισή τους, οι προτάσεις του φίλου, ειδικού επιστήμονα Μελέτη Η. Μελετόπουλου ακούγονται τώρα περισσότερο επείγουσες παρά… ξενίζουσες: «Δημιουργία δύναμης χωροφυλακής 50.000 ανδρών με μέλη πρώην καταδρομείς για την προστασία της υπαίθρου και των μεθοριακών περιοχών, αύξηση της στρατιωτικής θητείας στο δεκαοκτάμηνο και επάνδρωση των κενών στρατοπέδων, ανασυγκρότηση της 8ης Μεραρχίας στα Γιάννενα, ριζική ανασυγκρότηση και εκσυγχρονισμός των υπηρεσιών πληροφοριών σε συνεργασία με δυτικές υπηρεσίες ασφαλείας, δημιουργία Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας, πρόσκληση στη Frontex και στο ΝΑΤΟ να συμβάλουν στη φύλαξη των ελληνικών συνόρων». Αν επιθυμούμε να παραμείνουμε αυτοτελές κράτος.
Γιώργος Κ. Στράτος
*Δικηγόρος- Δημοσιογράφος