
Οσα διαδραματίστηκαν την προηγούμενη εβδομάδα ύστερα από δηλώσεις -παραιτηθέντος- λαλίστατου υφυπουργούΑπό τον
Γιώργο Κ . Στράτο
Η ενασχόληση με το ποδόσφαιρο, υπό οποιαδήποτε ιδιότητα, ακόμη και η απλή έκφραση γνώμης γι’ αυτό, εκθέτει ανεπανόρθωτα όποιον την επιχειρεί. Και τον εκθέτει κατά τρόπο ανελέητο, συγκρινόμενη με την ανοχή της πολιτικής και άλλων εκδηλώσεων της δημόσιας ζωής στην παρουσία και την επιβίωση των πάσης φύσεως γραφικών και ηλιθίων σε αυτές, οι οποίοι συχνά καταλαμβάνουν θέσεις και αξιώματα.
Αυτό συμβαίνει διότι η απλότητα, η δικαιοσύνη, το μέτρο και η ευθύτητα που απαιτεί το ποδόσφαιρο είναι τόσο εύγλωττα και εύληπτα ακόμη και από το πιο απλό μυαλό, ούτως ώστε είναι πολύ δύσκολο να κρυφτείς για πολύ καιρό από τόσο πολλούς όταν τα παραβιάζεις, και μάλιστα χυδαία και κατάφωρα.
Την παραδοχή αυτή επιβεβαίωσαν πανηγυρικά και όσα προηγήθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα ύστερα από δηλώσεις παραιτηθέντος λαλίστατου υφυπουργού. Το ζητούμενο όμως είναι γιατί χρειάζεται να φτάσουμε πλέον ως κοινωνίες σε τόσο ακραίες εκδηλώσεις για να αντιληφθούμε το προβληματικό, επιεικώς, του χαρακτήρα και της συμπεριφοράς δημοσίων ανδρών; Και το επίσης ζητούμενο είναι πώς αυτές οι προσωπικότητες βρίσκουν τον δρόμο προς την κορυφή και την εξουσία.
Ενα μέρος της απάντησης μας δίνει ένας από τους σημαντικότερους οικονομολόγους και πολιτικούς στοχαστές του 20ού αιώνα, ο αυστριακός Φρίντριχ Χάγιεκ, στο κλασικό έργο του «Ο δρόμος προς τη δουλεία». Στο κεφάλαιο «Γιατί οι χειρότεροι φτάνουν στην κορυφή» ο γνωστός για την υπεράσπιση του κλασικού φιλελευθερισμού νομπελίστας υποστηρίζει και αναλύει τους λόγους για τους οποίους οι πολιτικοί για να αυξήσουν τον αριθμό των υποστηρικτών τους επιλέγουν να απευθυνθούν στον «ελάχιστο κοινό παρονομαστή των πολιτών».
Τα υλικά για τη δημιουργία αυτού του ελάχιστου… πολίτη είναι, αφενός, ασαφείς στόχοι και, αφετέρου, προσδιορισμένοι εχθροί για να στηθούν με ευκολία τα όποια παραμύθια θα κληθεί να καταπίνει.
Για να τα καταπίνει και… αμάσητα, επιστρατεύεται η ακαταμάχητη αποβλακωτική δύναμη κυρίως της τηλεόρασης αλλά και πολλών «κλόουν, θαυματοποιών, ακροβατών»! Στο πλαίσιο του σχηματισμού αυτού του «θιάσου» ξεδιπλώνουν τα «ταλέντα» τους και λογιών λογιών νούμερα!
Υπάρχει ελπίς όμως, ακόμη! Το επιβεβαιώνει η έρευνα που διενήργησε η Kapa Research και δημοσιεύτηκε στο «Εθνος». Ρεκόρ αναξιοπιστίας καταγράφουν τα τηλεοπτικά κανάλια, με αρνητικές γνώμες από το 96% των ερωτηθέντων! Από κοντά και το ποσοστό των δημοσιογράφων, στο 94,5%! Τους ξεπερνά η έλλειψη εμπιστοσύνης στους συνδικαλιστές, που φτάνει το 95,5%! Σε καλύτερη μοίρα οι πολιτικοί, με το έλλειμμα εμπιστοσύνης σε αυτούς μόλις… στο 92%!
Οι δείκτες αυτοί σαφώς και δείχνουν τουλάχιστον την απροθυμία των πολιτών να εξακολουθήσουν να ενημερώνονται, να κυβερνώνται, να εκπροσωπούνται από εκείνους που ταιριάζουν περισσότερο με τα χαρακτηριστικά των στελεχών του προαναφερθέντος «θιάσου» και όχι από ανθρώπους οι οποίοι αναδεικνύουν τις ικανότητές τους στην πραγματική ζωή και όχι στα τηλεοπτικά πλατό και στο διαδίκτυο.
Μένει να αποδειχθεί αν η απροθυμία αυτή θα μπορέσει να μετουσιωθεί τελικώς και σε πράξη, το αποτύπωμα της οποίας έχει τόσο μεγάλη ανάγκη ο τόπος μας. Γιατί καλή η ελαφρότητα για να ξεχνάμε την πλήξη από τη μιζέρια μας, αλλά φρόνιμο είναι, όταν τα πράγματα παντού γύρω μας σοβαρεύουν, να τα ακολουθούμε.
*Δικηγόρος – δημοσιογράφος


