Η σωτηρία των εφημερίδων μπορεί να επιτευχθεί από μια πολιτισμική αναστροφή: να ξαναγίνουμε κοινωνία που διαβάζει με ευθύνη, που εμπιστεύεται τη γραφή με υπογραφή, που αντιστέκεται στην ασημαντότητα της πληροφορίας με τη βαρύτητα του λόγου
Η ανατολή της εποχής του διαδικτύου, κατά πολλούς, έφερε τη «δύση» της κυριαρχίας των έντυπων ΜΜΕ. Η κρίση των εφημερίδων γιγαντώθηκε τα χρόνια της πανδημίας, με τα αχρείαστα και επιβλαβή για το κοινωνικό σύνολο lockdowns.
- Του Παναγιώτη Λιάκου
Ο κατ’ οίκον περιορισμός που επέβαλαν εκλεγμένοι ηγέτες, που συμπεριφέρθηκαν σαν τύραννοι τύπου Αρδιαίου*, έθραυσε πολλά μοτίβα της καθημερινότητας και μαζί με αυτά μια συνήθεια: την έξοδο για αγορά εφημερίδας. Το κοινό που τότε εγκατέλειψε την έντυπη ενημέρωση δεν αναπληρώθηκε.
Η αποστολή της σωτηρίας των εφημερίδων έχει κυρίως πολιτισμική, πολιτική και κοινωνική διάσταση. Δεν αφορά μόνο τις επιχειρήσεις του Τύπου, αλλά τη σχέση του πολίτη με την αλήθεια. Οταν η ενημέρωση μετατρέπεται σε φτηνό προϊόν μαζικής κατανάλωσης, η δημοκρατία φτωχαίνει, γιατί στηρίζεται σε πολίτες ανενημέρωτους, αποσπασματικούς, ευάλωτους στη δημαγωγία. Η εφημερίδα, με όλα της τα ελαττώματα, παραμένει ο τελευταίος θεσμός λογοδοσίας του δημόσιου λόγου. Αν καταρρεύσει, θα μείνουμε με έναν δημόσιο διάλογο χωρίς πρόσωπα, χωρίς ευθύνη, χωρίς έλεγχο.
Το ερώτημα, λοιπόν, είναι και πώς θα επιβιώσουν οι εφημερίδες, αλλά πώς θα μείνει ζωντανή η πολιτική μας συνείδηση. Η απάντηση οφείλει να είναι διπλή: κρατική και κοινωνική. Ακολουθούν μερικές ιδέες για παρεμβάσεις που μπορούν να κάνουν οι πολίτες αλλά και το κράτος για να συνεχίσουν να υπάρχει έντυπη ενημέρωση με λογοδοσία, παρέμβαση και παραγωγή πνευματικού πλούτου.
Επένδυση στην ενημέρωση και συνδρομητική κουλτούρα
Η στήριξη των αναγνωστών πρέπει να είναι έμπρακτη. Οσοι νιώθουν ότι ταυτίζονται ψυχολογικά, ιδεολογικά με μια εφημερίδα, δεν αρκεί να δηλώνουν τις συγκλίσεις τους με εκείνην, αλλά να τη στηρίζουν επενδύοντας στην αγορά της. Η κοινωνία οφείλει να ξαναγίνει αναγνώστρια και να μην αφήνει την ανατροφή των παιδιών της σε… επηρεαστές (influencers) του ίντερνετ και στους «βιοτέχνες» έμμετρου εγκωμιασμού εγκλημάτων, όπως είναι ορισμένοι τράπερ.
Η ενημέρωση δεν είναι δωρεάν αγαθό. Κάθε φορά που κάποιος αρνείται να πληρώσει το ευτελές αντίτιμο μιας εφημερίδας ενισχύει την εξάρτηση των ΜΜΕ από τη διαφήμιση και την πολιτική εξουσία. Το κράτος θα μπορούσε να προσφέρει φοροαπαλλαγές για συνδρομές σε έντυπα μέσα, όπως ήδη συμβαίνει σε χώρες της Ε.Ε. Αλλά το ουσιαστικότερο είναι η αλλαγή νοοτροπίας: να θεωρούμε φυσικό να πληρώνουμε για τον κόπο της ενημέρωσης, όπως πληρώνουμε για το ψωμί ή το ρεύμα.
Αυτό σημαίνει:
α. Εκπαίδευση στην κριτική ανάγνωση. Στα σχολεία θα έπρεπε να υπάρχει ένα μάθημα «Ενημέρωση και κριτικός λόγος». Τα παιδιά να μαθαίνουν πώς παράγεται μια εφημερίδα, πώς διακρίνεται η είδηση από την προπαγάνδα, πώς αναγνωρίζεται η υπογραφή ως εγγύηση ευθύνης. Μια τέτοια παιδεία θα γεννήσει πολίτες που δεν τρέφονται από αλγόριθμους, αλλά αναζητούν πηγές με πρόσωπο.
β. Δημόσιοι χώροι ανάγνωσης. Σε δημόσιες υπηρεσίες, σταθμούς, δημαρχεία, πανεπιστήμια να υπάρχουν διαθέσιμες εφημερίδες. Η χρήση τους δεν θα είναι διακοσμητική. Θα αποτελεί προσφορά πολιτισμού. Οπως οι βιβλιοθήκες, έτσι και οι αναγνωστικές γωνιές μπορούν να καλλιεργήσουν τη συνήθεια του εντύπου.
Η κυβέρνηση να εμπιστεύεται τον έντυπο λόγο
Πρώτη υποχρέωση της Πολιτείας είναι να αναγνωρίσει ότι ο έντυπος Τύπος αποτελεί θεσμό δημοκρατικού ελέγχου.
Από αυτή τη θέση απορρέουν ορισμένα μέτρα, απλά και εφαρμόσιμα:
α. Σε κάθε μαθητή που τελειώνει το λύκειο το κράτος να επιδοτεί χορήγηση συνδρομής (τρίμηνης ή εξάμηνης) ημερήσιας πολιτικής εφημερίδας της αρεσκείας του. Αν δεν κερδηθεί το στοίχημα της ενημέρωσης στις νέες γενιές, τότε δεν θα υπάρξει περιθώριο ανάταξης της κατάστασης στις εφημερίδες. Αφού η Πολιτεία σε εκείνη την ηλικία τού αναγνωρίζει δικαίωμα ψήφου, ας τον βοηθήσει να διαμορφώσει εμπεριστατωμένη άποψη για τον πολιτικό χάρτη της χώρας.
β. Μηδενισμός ΦΠΑ και κόστους διανομής. Η εφημερίδα δεν μπορεί να φορολογείται όπως άλλα προϊόντα. Είναι μορφή πολιτιστικού αγαθού, όπως το βιβλίο. Ο μηδενισμός του ΦΠΑ στο χαρτί και η επιδότηση της διανομής, όπως γίνεται σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, θα προσέφεραν ανάσα σε έναν κλάδο που αιμορραγεί.
γ. Κρατικές διαφημίσεις με διαφάνεια και αναλογικότητα. Οι δημόσιοι φορείς διαφημίζονται κατά κανόνα στο διαδίκτυο, και μάλιστα σε αμφίβολης αξιοπιστίας ιστοσελίδες. Ενα θεσμοθετημένο ποσοστό της κρατικής διαφημιστικής δαπάνης πρέπει να πηγαίνει σε εφημερίδες, με βάση αντικειμενικά κριτήρια (τιράζ, απασχολούμενο προσωπικό, έτη κυκλοφορίας, περιφερειακή κάλυψη).
δ. Κίνητρα για τη μετάβαση των εφημερίδων στη νέα εποχή χωρίς να αλλοιώνεται η φυσιογνωμία τους. Η ψηφιακή συνδρομή, τα ηλεκτρονικά αρχεία, τα podcasts μπορούν να γίνουν προέκταση του εντύπου και σε καμία περίπτωση υποκατάστατό του. Το κράτος μπορεί να ενισχύσει αυτή τη μετάβαση με επιδοτήσεις στην καινοτομία, υπό την προϋπόθεση ότι διατηρείται ο πυρήνας της συντακτικής ευθύνης και του ελέγχου.
ε. Ενίσχυση των περιφερειακών εφημερίδων. Η τοπική ενημέρωση είναι το κύτταρο της δημοκρατίας. Χρειάζεται προγράμματα στήριξης, πρόσβαση σε δημόσια δεδομένα και διασφάλιση ισότιμης διαφημιστικής μεταχείρισης.
Η εφημερίδα ως πράξη πολιτικής ωριμότητας
Η ενίσχυση του Τύπου είναι όρος πολιτικής ωριμότητας. Η εφημερίδα, με το περιορισμένο της μέγεθος και τον ρυθμό της έκδοσης, επιβάλλει στον αναγνώστη μια σχέση με τον χρόνο διαφορετική από εκείνη του διαδικτύου: σχέση στοχασμού και κρίσης, που είναι στοιχεία απαραίτητα για τη διαμόρφωση ολοκληρωμένου χαρακτήρα.
Η κυβέρνηση οφείλει να δημιουργήσει τις συνθήκες για να επιβιώσει αυτή η μορφή λόγου. Και ο πολίτης να συνειδητοποιήσει ότι αγοράζοντας μια εφημερίδα επενδύει στην ποιότητα της δημοκρατίας. Η σωτηρία των εφημερίδων μπορεί να επιτευχθεί από μια πολιτισμική αναστροφή: να ξαναγίνουμε κοινωνία που διαβάζει με ευθύνη, που εμπιστεύεται τη γραφή με υπογραφή, που αντιστέκεται στην ασημαντότητα της πληροφορίας με τη βαρύτητα του λόγου. Να εξασφαλίσουμε με τις πράξεις μας ότι θα συνεχίσει να υπάρχει Τύπος για να υπάρχει και ουσία στον συλλογικό βίο μας.
*Διαβάστε για τα έργα, τις ημέρες και την κατάληξη του τυράννου Αρδιαίου στην «Πολιτεία» του Πλάτωνα (613e–616b).


