Θα πρέπει να γίνει επιτέλους αντιληπτό ότι ο πατριωτισμός δεν εξαντλείται στα συνθήματα. Είναι η έμπρακτη υπεράσπιση της εργασίας, της παραγωγής, της κοινωνικής συνοχής και της αξιοπρέπειας
Ο Θουκυδίδης, στον περίφημο διάλογο Αθηναίων και Μηλίων, κατέγραψε μία από τις πιο ωμές αλήθειες της πολιτικής: «Οι ισχυροί πράττουν ό,τι τους επιτρέπει η δύναμή τους και οι αδύναμοι υποχωρούν όσο τους επιβάλλει η αδυναμία τους».
- Του Γιάννη Χ. Κουριαννίδη*
Χωρίς προσχήματα και ηθικολογίες, οι Αθηναίοι απέρριψαν την ουδετερότητα των Μηλίων, αγνόησαν το δίκαιο και επέβαλαν τη βούλησή τους, με αποτέλεσμα την καταστροφή.
Στη σύγχρονη Ελλάδα η κυβέρνηση Μητσοτάκη αντιμετωπίζει τους αγρότες αλλά και τις άλλες κοινωνικές ομάδες που διεκδικούν τα δίκαιά τους με παρόμοια λογική: Οχι με διάλογο, αλλά με τετελεσμένα. Οχι με κοινωνική δικαιοσύνη, αλλά με την επίκληση κανόνων και αριθμών. Η εκτελεστική ισχύς παρουσιάζεται ως μονόδρομος και τα αιτήματα ως ενοχλητική παρέκκλιση.
Οι αγρότες, θεμέλιο της παραγωγικής βάσης και φύλακες της ελληνικής γης, ζητούν απλώς να ζουν από τον μόχθο τους, με ανεκτό κόστος παραγωγής, δίκαιες τιμές, προστασία από αθέμιτες εισαγωγές. Λαμβάνουν, όμως, αυστηρά μηνύματα «ρεαλισμού». Οπως οι Μήλιοι, καλούνται να αποδεχθούν ότι απλώς «έτσι λειτουργεί ο κόσμος» και τελικώς να υποχωρήσουν.
Το πρόβλημα, όμως, δεν περιορίζεται μόνο στην ύπαιθρο. Επεκτείνεται στους εργαζομένους στα εργοστάσια, στα νοσοκομεία, στα σχολεία, στον τουρισμό, στις μεταφορές. Αφορά τους νέους με μισθούς πείνας και ανασφάλεια, αλλά και τους συνταξιούχους που βλέπουν τα στερνά της ζωής τους να απαξιώνονται. Ολοι αυτοί ήταν και είναι η πραγματική κινητήρια δύναμη της οικονομίας. Χωρίς τον ιδρώτα, τη γνώση και τον μόχθο τους δεν θα υπήρχαν τα όποια «success stories» ούτε η βιώσιμη ανάπτυξη.
Θα πρέπει να γίνει επιτέλους αντιληπτό ότι ο πατριωτισμός δεν εξαντλείται στα συνθήματα. Είναι η έμπρακτη υπεράσπιση της εργασίας, της παραγωγής, της κοινωνικής συνοχής και της αξιοπρέπειας. Οταν μία κυβέρνηση αντιμετωπίζει τους πολίτες της με τον κυνισμό της ισχύος, όταν θεωρεί το δίκαιο πολυτέλεια απέναντι στους αριθμούς, τότε αδειάζει την έννοια του πατριωτισμού από το περιεχόμενό της.
Τον μετατρέπει σε ένα ρητορικό περίβλημα, χωρίς κοινωνικό αντίκρισμα (γι’ αυτό και η ανάγκη κάποιων να μας πείσουν για έναν «νέο πατριωτισμό»), αποκομμένο από την καθημερινότητα και το αξιακό σύστημα των πολιτών, που εργάζονται, παράγουν και στηρίζουν την πατρίδα τους χωρίς να τυγχάνουν σεβασμού ή προστασίας, προσδοκώντας σε ψίχουλα «επιδομάτων» και «ενισχύσεων».
Η επίκληση της «αγοράς» ως θέσφατο θυμίζει επικίνδυνα την αθηναϊκή ρητορική ότι «δεν φταίμε εμείς, έτσι είναι τα πράγματα»! Ομως τα πράγματα αλλάζουν με πολιτικές αποφάσεις. Και αποφάσεις που μεταφέρουν συνεχώς το βάρος στους αδύναμους είναι επιλογές άδικες και βαθιά αντικοινωνικές.
Η Ελλάδα στάθηκε όρθια έπειτα από καταστροφές επειδή οι άνθρωποί της εργάστηκαν, παρήγαγαν και άντεξαν τις αντιξοότητες. Ολοι συνέβαλαν στην πρόοδο της πατρίδας: αγρότες, ναυτικοί, εκπαιδευτικοί, εργαζόμενοι στις πόλεις. Αν κάτι μας διδάσκει το πάθημα των Μηλίων είναι ότι ο κυνισμός της ισχύος μπορεί να επιβληθεί πρόσκαιρα, αλλά τελικά αφήνει πίσω του ερείπια.
Μια πολιτεία που αγνοεί και αδιαφορεί για το δίκαιο ουσιαστικά υποσκάπτει το έδαφος κάτω από τα πόδια της πατρίδας. Η πατρίδα μας χρειάζεται δικαιοσύνη, διάλογο και σεβασμό προς όλους εκείνους που την κράτησαν και την κρατούν ακόμη ζωντανή. Απαιτείται αλλαγή πολιτικής πλεύσης, με επίκεντρο την εργασία, την παραγωγή και τη δικαιοσύνη, με ουσιαστικό διάλογο, δίκαιη κατανομή βαρών, στήριξη της πρωτογενούς παραγωγής και αξιοπρεπείς μισθούς. Μια πατριωτική επιλογή που να υπηρετεί τους πολλούς, και όχι την ισχύ των λίγων.
* Διευθυντής του περιοδικού «Ενδοχώρα»


