➜ Μου τηλεφώνησε την περασμένη εβδομάδα η Λίλυ, η σπιτονοικοκυρά μου, που μένει στον απάνω ακριβώς όροφο, και με φωνή ραγισμένη μού ανήγγειλε: «Εχασα τον γάτο μου, Γιώργο… Πριν από λίγο ήρθε σπίτι ο γιατρός και του κάναμε ευθανασία. Υπέφερε ο καημένος πολύ. Κι ήταν από τους τρεις ο καλύτερος. Ο πιο ευγενικός κι ο πιο ήσυχος…» Βγήκα στο μπαλκόνι κι αντίκρισα τον γιατρό, που με υπηρεσιακή επιμέλεια τοποθετούσε ένα χαρτόκουτο στο πορτμπαγκάζ.
- Του Γιώργου Χατζηδημητρίου
➜ Μες στην ησυχία του πρωινού, οι τοίχοι έφερναν στα αυτιά μου το βουβό κλάμα της Λίλυς. Ανέβηκα πάνω και χτύπησα μαλακά την πόρτα. Δεν είχα να πω κάτι. Γνωρίζω το πένθος της απώλειας. Κράτησα για λίγο στην αγκαλιά μου αυτή τη μοναχική, περίλυπη φιγούρα, που ήταν λυγισμένη κι ανυπεράσπιστη εκείνη την ώρα, τη φίλησα στοργικά στο μέτωπο και είπα μόνο «κουράγιο, Λίλυ. Ο,τι με χρειαστείς, όποια στιγμή, θα ‘μαι κάτω…».
➜ Υπάρχει κόσμος που δυσκολεύεται να καταλάβει τη θλίψη αυτών των ανθρώπων, όταν χάνουν το αγαπημένο τους κατοικίδιο, που στο φινάλε «δεν ήταν παρά μια γάτα ή ένα σκυλί». Είναι ένα πένθος που δεν χωρά συμπόνια. Οι μοναχικοί άνθρωποι, ωστόσο, έχουν δικαίωμα να θρηνούν την απώλεια μιας σχέσης αποκλειστικής, αφοσιωμένης και χωρίς «ξενοκοιτάγματα» και σκηνές ζηλοτυπίας. Τα ζώα γι’ αυτούς είναι ο κόσμος τους, ένας Παράδεισος συντροφικότητας – κι απ’ τον Παράδεισο, άλλωστε, όπως έγραψε ο Μίλαν Κούντερα, ο Θεός εξόρισε μόνο τον άνθρωπο, όχι τα ζώα.
➜ Στις μεγαλουπόλεις, καθένας προσπαθεί να αντισταθεί στη μοναξιά του όπως μπορεί. Αν δεν έχεις χρήματα, όμως, οι επιλογές δεν είναι απεριόριστες. Παλιά, που ήμουν για μια δεκαετία και παραπάνω χειμερινός κολυμβητής, σκεφτόμουν ότι, μετά το σεξ και μια χειμωνιάτικη βόλτα με ήλιο κάτω απ’ την Ακρόπολη, η τρίτη καλύτερη και πιο φθηνή διασκέδαση στον κόσμο είναι μια βουτιά στον Αλιμο. Αρχινώντας τον Σεπτέμβρη, όταν οι παραλίες περνάνε στη δικαιοδοσία ημών των χειμερινών, και συνεχίζοντας ειδικά από Δεκέμβρη και μετά, όταν παίρνει η θάλασσα κάπως να κρυώνει και φαίνονται οι μάγκες.
➜ Φυσικά, η χειμερινή κολύμβηση δεν είναι θέμα μαγκιάς. Απλά, όποιος την επιλέγει συστηματικά κάνει ένα σπάνιο δώρο στον εαυτό του. Παρατηρούσα τους ανθρώπους στην παραλία, που ο καιρός τούς χαρίζει μια στιλπνή, μαυριδερή επιδερμίδα όλο τον χρόνο, αυτούς τους «Ζηλωτές της μακροζωίας», όπως τους αποκαλούσα και τους χαιρόμουν. Αντί να κάθονται να σουρώνουν το μυαλό τους μπροστά στα ευτελή πρωινάδικα που προσφέρει το χαζοκούτι -τέτοια ακούει κι η «δικιά» μου, η κυρία Λίλυ, στη διαπασών-, κουβαλάνε κάτι λίγα βασικά από το σπίτι, μερικές ελιές, αβγά, ντομάτες, καμιά κονσερβούλα και οπωσδήποτε τα ζωάκια τους, και τσιπουράκι άγιο, μαζί με σκανδιναβικά σταυρόλεξα για να μη φυραίνει το μυαλό απ’ την επίθεση του Αλτσχάιμερ, και τη βγάζουνε ως αργά το απόγευμα στην παραλία, παίζοντας ατελείωτες ώρες ρακέτες, γελώντας, μαλώνοντας και σταθερά φλερτάροντας με τρόπο που χλευάζει ξεδιάντροπα τη φθορά.
➜ Το νερό μέσα είναι ζεστό. Αμα βγεις έξω, κρυώνεις και θέλει καλό ντύσιμο για την υποθερμία. Είναι η άμυνα για να αντέξουν την πιο ύπουλη «υποθερμία», που καραδοκεί αργότερα στο σπίτι, πίσω από τους τέσσερις άδειους τοίχους…
Από τη στήλη «Σχοινί κορδόνι» της «δημοκρατίας»



