Πώς οι απαγορευμένες ουσίες κυριάρχησαν στο κέντρο της Αθήνας
Hταν αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν πρώτη φορά δημιουργήθηκε μια μικρή πιάτσα ναρκωτικών στην πλατεία Εξαρχείων. Ο αστικός μύθος της εποχής εκείνης έλεγε ότι τα ναρκωτικά τα ώθησε το ίδιο το κράτος προς τα Εξάρχεια για να διαβρώσει το αναρχικό κίνημα που εκείνη την εποχή είχε ήδη αρχίσει να αναπτύσσεται. Η αντίθετη εκδοχή διατεινόταν ότι κάποιοι από τους ίδιους τους αναρχικούς τα προώθησαν, καθώς ήταν συνυφασμένα με την «κουλτούρα της απελευθέρωσης» από τα τέλη της δεκαετίας του 1960.
Οπως και να ‘χει, γεγονός ήταν ότι στα Εξάρχεια το φαινόμενο των ναρκωτικών αναπτύχθηκε έντονα και βαθμιαία οδήγησε στη δημιουργία μιας μεγάλης πιάτσας, που συνέβαλε καταλυτικά στην υποβάθμιση του ιστορικού κέντρου. Η δημιουργία των πρώτων κοινοτήτων του ΚΕΘΕΑ με τα «καθαρά» προγράμματα απεξάρτησης τύπου «ΙΘΑΚΗ» αποτέλεσε μία πρωτοποριακή προσπάθεια για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Οταν όμως το 1996 αποφασίστηκε η εγκατάσταση του πρώτου ΟΚΑΝΑ στην οδό Ερεσού για τη χορήγηση υποκατάστατων τύπου «μεθαδόνης» και μάλιστα διά του προγράμματος «take away», τα πράγματα άρχισαν να χειροτερεύουν γεωμετρικά.

Σύντομα δημιουργήθηκε γύρω από την Ερεσού και κυρίως στην πλατεία μια μεγάλη πιάτσα, που συγκέντρωνε τους συμμετέχοντες στο πρόγραμμα, τις παρέες τους και τους εμπόρους που διένεμαν απροκάλυπτα ναρκωτικά μέρα μεσημέρι. Ωστόσο, παρά τις αντιδράσεις των κατοίκων, άρχισαν να εγκαθίστανται ακόμα περισσότερες δομές, με αποτέλεσμα την επιδείνωση της κατάστασης. Οπως αποδείχτηκε, οι κάτοικοι είχαν δίκιο. Το πρόβλημα ήταν συνυφασμένο με την παρουσία των μονάδων, καθώς παραδόξως αποτελούσαν πόλο έλξης για το «κύκλωμα».
Το άλυτο πρόβλημα που έχει «ριζώσει» στο κέντρο της Αθήνας
Το 2004, λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων, δόθηκε η άτυπη κρατική «οδηγία» για περαιτέρω συγκέντρωση όλων των ναρκομανών στα Εξάρχεια, ώστε η πόλη να φαίνεται «καθαρή». Τότε οι αντιδράσεις άρχισαν να φτάνουν στα άκρα. Κάποιοι «θερμόαιμοι» πετούσαν πέτρες από τις ταράτσες στα σημεία όπου βρίσκονταν οι χρήστες. Ακολούθησαν μαζικές κινητοποιήσεις από όλο το πολιτικό φάσμα των Εξαρχειωτών και τελικά περί το 2010 η πιάτσα «μετακινήθηκε» στην οδό Τοσίτσα.
Το 2013 η τότε ηγεσία του ΟΚΑΝΑ, συνειδητοποιώντας το αδιέξοδο που είχε δημιουργηθεί και πιεζόμενη παράλληλα από τον Δήμο Αθηναίων, παραδέχτηκε ότι η διεθνής πρακτική της εγκατάστασης δομών δίπλα στις πιάτσες είχε αποτύχει στη χώρα μας. Ετσι, αποφασίστηκε η αποκέντρωσή τους σε νοσοκομειακές μονάδες. Ηταν η πρώτη και μοναδική μέχρι στιγμής προσπάθεια που πράγματι επέφερε κάποια βελτίωση. Στο μεταξύ, κατόπιν σφοδρών αντιδράσεων στην οδό Τοσίτσα ακόμα και από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, η πιάτσα «μεταφέρθηκε» προς το Πεδίον του Αρεως.
Καθώς όμως επήλθαν παλινωδίες για την ολοκλήρωση της αποκέντρωσης των δομών, η κατάσταση έγινε και εκεί αφόρητη, οδηγώντας σε ακόμα μαζικότερες κινητοποιήσεις από κατοίκους. Στα μέσα του 2018, έπειτα από συστηματικές αστυνομικές επεμβάσεις, οι περίπου 400 χρήστες «κατευθύνθηκαν» αρχικά προς την πλατεία Βικτωρίας και ύστερα εκεί που βρίσκονται σήμερα, στις οδούς Μάρνη, Νικηφόρου και Ιεροθέου, πίσω από το κτίριο του ΟΣΕ στην πλατεία Βάθη.

Δυστυχώς, τόσο η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ όσο και η σημερινή δεν διδάχθηκαν τίποτα από όσα αναφέρθηκαν. Επανήλθαν στην αντιμετώπιση του φαινομένου με βάση την αποτυχημένη στη χώρα μας «διεθνή πρακτική». Επανεγκαταστάθηκαν δομές στο κέντρο της Αθήνας και μάλιστα επί δημαρχίας Κώστα Μπακογιάννη εγκαινιάστηκαν και νέες σε διάφορα σημεία πλησίον της πλατείας Βάθη. Ακολούθησαν συγκεντρώσεις και πορείες των κατοίκων του Μεταξουργείου, του Αγίου Παύλου και του Αγίου Κωνσταντίνου προς το δημαρχείο ακόμα και εν μέσω κορονοϊού. Εντούτοις, εκείνη την περίοδο ακόμα και η αντιπολίτευση του δήμου δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων.
Οι παρατάξεις του ΣΥΡΙΖΑ και του Παύλου Γερουλάνου υπερψήφισαν τις προτάσεις Μπακογιάννη, με την εξαίρεση μεμονωμένων δημοτικών συμβούλων. Η σημερινή κυβέρνηση, ευρισκόμενη πλέον σε αδιέξοδο και με ορατό τον κίνδυνο διεθνούς διασυρμού, άρχισε και πάλι μία άτυπη συζήτηση για «μεταφορά» της πιάτσας. Αυτήν τη φορά στον Σιδηροδρομικό Σταθμό Πελοποννήσου, όπου θα δημιουργούνταν νέα δομή. Η απόφαση αυτή θα κατέστρεφε πλέον όχι μόνο τον Αγιο Παύλο, αλλά και τον Κολωνό.
Τότε ήταν που έπεσε στο τραπέζι μία παλαιότερη ιδέα για τη μετακίνηση των εξαρτημένων αυτών ανθρώπων σε μία προσωρινή δομή σε ακατοίκητο σημείο της λεωφόρου Καβάλας και σε δεύτερη φάση εκτός Δήμου Αθηναίων. Το σημείο ήταν απομονωμένο. Σε απόσταση περίπου ενός χιλιομέτρου από την κατοικημένη ζώνη του Βοτανικού και τριακοσίων μέτρων από την Ακαδημία Πλάτωνος, με τη λεωφόρο να δυσχεραίνει έτι περαιτέρω τυχόν επιπτώσεις στις γειτονιές.
Μολονότι για αυτή την εξέλιξη επικράτησε θετική γνώμη τόσο από πλευράς της κυβέρνησης όσο και από τον δήμαρχο Αθηναίων Χάρη Δούκα, προκλήθηκαν αντιδράσεις από τον Κώστα Μπακογιάννη, ο οποίος, αφού την καταψήφισε στο δημοτικό συμβούλιο, στη συνέχεια ενίσχυσε τις όποιες αδικαιολόγητες αντιδράσεις. Οι εξελίξεις αυτές ανάγκασαν πλέον το Μέγαρο Μαξίμου, προκειμένου να μην εκτεθεί, να διατάξει αστυνομικές επιχειρήσεις, οι οποίες όμως αναλίσκονται στη «βιτρίνα». Η πιάτσα δεν βρίσκεται πλέον επί της οδού Μάρνη, αλλά ακριβώς πίσω από αυτήν. Εκεί όπου εκατοντάδες εξαθλιωμένοι χρήστες συνωστίζονται δίπλα από το κτίριο του ΟΣΕ. Συγχρόνως, άλλες μικρότερες πιάτσες εγκαθίστανται στην πλατεία Κλαυθμώνος, στο Πανεπιστήμιο, στα Σεπόλια, ακόμα και στον σταθμό μετρό δίπλα στη ΓΑΔΑ.

Ενα αλγεινό θέαμα που δεν συναντάς σε καμία άλλη χώρα της Ευρώπης, ίσως και του κόσμου… Για το ακανθώδες θέμα των ναρκωτικών που έχει «ριζώσει» στο κέντρο της Αθήνας, συναντήσαμε τον αντιδήμαρχο – αναπληρωτή δημάρχου Αθηναίων Γιώργο Αποστολόπουλο, έναν από τους πιο δυναμικούς και δραστήριους δημοτικούς συμβούλους της Αθήνας, ο οποίος έχει δώσει μεγάλες μάχες ενάντια στη μάστιγα των ναρκωτικών.
Ο ίδιος μας μίλησε για αυτές: «Ημουν παρών διαχρονικά σε όλες τις κινητοποιήσεις των κατοίκων για τα ναρκωτικά. Στα Εξάρχεια, στην Τοσίτσα, στο Πεδίον του Αρεως, στην πλατεία Βικτωρίας, στον Αγιο Παύλο. Είμαι επίσης από τους δημοτικούς συμβούλους που καταψηφίσαμε την πρόταση του Κώστα Μπακογιάννη για δημιουργία επιπλέον δομών.
Εχω καταθέσει πέντε προτάσεις για την επίλυση του ζητήματος:
■ Οι δομές απαιτείται να αποκεντρωθούν άμεσα εκτός Δήμου Αθηναίων.
■ Ολοι οι χρήστες πρέπει να ενταχθούν σε προγράμματα απεξάρτησης κυρίως “καθαρά”.
■ Για όσους αδυνατούν να ενταχθούν σε αυτά, είναι απαραίτητο να δημιουργηθούν προγράμματα ελεγχόμενης χρήσης σε αποκεντρωμένες νοσοκομειακές μονάδες.
■ Η δίωξη του εμπορίου απαιτείται να είναι δυναμική και να γίνει άρση του τηλεφωνικού απορρήτου, ώστε να εντοπιστούν οι μεγαλέμποροι.
■ Θα πρέπει να επιβληθεί αυστηρή αποτροπή της δημόσιας χρήσης».
Και καταλήγει: «Η δημοτική Αρχή του Χάρη Δούκα πιέζει προς όλες τις κατευθύνσεις για την επίλυση του προβλήματος».


