Αν κάτι χαρακτηρίζει τη σημερινή πολιτική σκηνή, δεν είναι η δύναμη της κυβέρνησης Μητσοτάκη, αλλά η ανυπαρξία σοβαρής αντιπολίτευσης. Ο πρωθυπουργός κυβερνά σχεδόν ανενόχλητος, όχι επειδή εμπνέει, αλλά επειδή κανείς δεν μπορεί να τον αμφισβητήσει σοβαρά. Ουδείς συστημικός πολιτικός πιστεύει κάτι διαφορετικό από όσα πρεσβεύει ο επικεφαλής της κυβέρνησης. Η χώρα δεν έχει αντιπολίτευση, διότι τη θέση της έχει καταλάβει μια κυβερνητική… φωτοτυπία, η οποία παριστάνει την αντιπολίτευση.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης θυμίζει περισσότερο υπηρεσιακό υπουργό στον οποίον ανετέθη το χαρτοφυλάκιο της αντιπολίτευσης παρά ηγέτη πολιτικού κινήματος. Το ΠΑΣΟΚ που προσπαθεί να «αναστήσει» είναι μια άψυχη, άοσμη απομίμηση του παλιού κόμματος που κάποτε εξέφραζε τα λαϊκά στρώματα. Δεν έχει ιδεολογία, δεν έχει πάθος, δεν έχει κοινωνικό στίγμα. Ο λόγος του είναι τόσο αποστειρωμένος, που θα μπορούσε να εκφωνηθεί εξίσου άνετα σε μια κομματική εκδήλωση της Νέας Δημοκρατίας.
Στον ΣΥΡΙΖΑ, μετά τη φαρσοκωμωδία της εποχής Κασσελάκη, ο Σωκράτης Φάμελλος προσπαθεί να παίξει τον ρόλο του σοβαρού ηγέτη, αλλά καταλήγει να θυμίζει εκκαθαριστή… χρεοκοπημένης εταιρίας. Μιλάει, επιχειρεί να πείσει, αλλά η φωνή του χάνεται στο κενό μιας παράταξης που δεν πιστεύει πια ούτε στον εαυτό της. Οι δηλώσεις του μοιάζουν με διοικητικά σημειώματα, όχι με πολιτικές τοποθετήσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να δείξει υπευθυνότητα, αλλά καταλήγει σε πλήρη αδράνεια, χωρίς έμπνευση, χωρίς ορμή, χωρίς ψυχή και σαφή διαφοροποίηση και από τη Ν.Δ. και από τον κάκιστο εαυτό του, της εποχής Τσίπρα.
Το ΚΚΕ εξακολουθεί να «ζει» στον 19ο και στις αρχές του 20ού αιώνα, πλασάροντας μαρξισμό σε έναν λαό που παλεύει με δάνεια, λογαριασμούς και ασφάλειες. Μιλάει για επανάσταση, η οποία απεδείχθη εξαρχής αποτυχημένη, ενώ η κοινωνία ζητά απλώς ελπίδα και αξιοπρέπεια.
Η μόνη αντιπολίτευση που θα μπορούσε να αρθρώσει εναλλακτική πρόταση θα ήταν πατριωτική, παραδοσιακή και αντι-νεοταξική. Η φωνή της οφείλει να εκφράζει τα συμφέροντα και τις ελπίδες του έθνους, όχι τις επιδιώξεις των ξένων. Αυτή η εναλλακτική πρόταση ακόμη αναμένεται. Οσο αργεί, η Ελλάδα θα συνεχίζει να κυβερνάται χωρίς αντίλογο, μέσα σε μια δημοκρατία που έχει ξεχάσει τι σημαίνει πραγματική αντιπαράθεση.