Oλα τα είχε η Ευρώπη, ο γενικευμένος πόλεμος με τους Ρώσους τής έλειπε… Η δήλωση του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, πως η Ευρώπη «είναι ο επόμενος στόχος της Ρωσίας» ουδέν καλό προοιωνίζεται για το μέλλον της γηραιάς ηπείρου. Το αυτό ισχύει για όσα είπε για το ενδεχόμενο πολέμου «που θα προέρχεται από την Ρωσία, κλίμακας ανάλογης των πολέμων που έζησαν οι παππούδες και οι προπάπποι μας».
Τα παραπάνω είναι ενδεικτικά μιας επικίνδυνης στρατηγικής που υιοθετείται από Ευρωπαίους αξιωματούχους, η οποία κινδυνεύει να υπονομεύσει κάθε ρεαλιστική προοπτική ειρήνευσης.
Είναι μεν θεμιτό να υπάρχει ανησυχία για τη ρωσική επιθετικότητα, αλλά αυτό δεν δικαιολογεί την πολεμοκάπηλη ρητορική που προωθείται από προσωπικότητες όπως ο Ρούτε, ο οποίος παρουσιάζει την αντιπαράθεση ως αναπόφευκτη και τον πόλεμο ως αναπόφευκτη εξέλιξη. Τέτοιου είδους εκτιμήσεις λειτουργούν ως αυτοεκπληρούμενες «προφητείες».
Επιπλέον, αυτό που προκαλεί ανησυχία δεν είναι η προειδοποίηση Ρούτε, αλλά ο τρόπος που αυτή ενσωματώνει και υποστηρίζει ένα ευρύτερο πλαίσιο πολιτικών αποφάσεων, οι οποίες σαμποτάρουν προσπάθειες ειρηνευτικών πρωτοβουλιών, όπως εκείνη των ΗΠΑ. Η εμμονή σε μια νοοτροπία προπαρασκευής για πόλεμο παρακάμπτει την αναγκαία ενεργή διπλωματία και την αναζήτηση κοινού εδάφους για αποκλιμάκωση, και αντίθετα ενισχύει έναν κύκλο στρατιωτικοποίησης και αντιπαράθεσης.
Πέραν της ρητορικής, υπάρχει ένα βασικό στρατηγικό κενό: η Ευρώπη υστερεί σημαντικά στον αμυντικό τομέα απέναντι στη Ρωσία. Η Ευρωπαϊκή Ενωση και τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ δεν διαθέτουν ούτε ενιαίο ούτε ισχυρό στρατιωτικό ισοδύναμο που να μπορεί να λειτουργήσει ως αξιόπιστος αποτρεπτικός παράγοντας. Αν προκαλείς ένταση όταν δεν έχεις τη στρατιωτική υπεροχή, μοιάζει περισσότερο με αυτοκτονικό ιδεασμό, όχι με ψύχραιμη στρατηγική.
Αν η Ευρώπη θέλει όντως να προστατεύσει την ειρήνη και την ασφάλειά της, χρειάζεται λιγότερη απειλητική ρητορική και περισσότερη δέσμευση στη διπλωματία. Χρειάζεται αποφασιστικότητα για να προωθηθούν ειρηνευτικές λύσεις και ανοιχτοί δίαυλοι επικοινωνίας, όχι να τροφοδοτείται ένα κλίμα φόβου και αναπόφευκτου πολέμου. Μόνο έτσι μπορεί να οικοδομηθεί μια πραγματική πολιτική ασφάλειας, βασισμένη στη λογική, στην πρόληψη και την κοινή λογική, και όχι στον παραλογισμό της κλιμάκωσης που θα καταλήξει σε πόλεμο.
Από τη στήλη «Η θέση μας» της «Δημοκρατίας»


