Η Ευρώπη χάνει έδαφος σε εμπορικό και νομισματικό επίπεδο απέναντι σε ΗΠΑ και Κίνα
Η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο φαίνεται πως δεν προκάλεσε μόνο πολιτικές αναταράξεις, αλλά και μια νέα ισορροπία δυνάμεων στο παγκόσμιο οικονομικό πεδίο.
Έξι μήνες μετά την έναρξη της νέας αμερικανικής πολιτικής δασμών, το ευρώ έχει ενισχυθεί κατά περίπου 13% έναντι του δολαρίου, ενώ έναντι του κινεζικού γιουάν η άνοδος φτάνει το 16,4%. Η ισοτιμία αυτή, υψηλότερη των τελευταίων τεσσάρων ετών, δημιουργεί έντονη ανησυχία στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και στους εξαγωγείς, καθώς απειλεί να υπονομεύσει την ήδη εύθραυστη ανάπτυξη της Ευρωζώνης.
Το φαινόμενο δεν είναι καινούριο. Από τις πρώτες ημέρες μετά την εκλογή Τραμπ, οι διεθνείς αγορές προέβλεπαν πως οι «πατριωτικές» οικονομικές πολιτικές του θα ενίσχυαν τον προστατευτισμό των ΗΠΑ, οδηγώντας σε νομισματικές αναταράξεις. Αυτό που ίσως δεν είχαν υπολογίσει οι Ευρωπαίοι είναι ότι ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου θα μετατρεπόταν ταυτόχρονα σε νομισματικό πόλεμο εις βάρος της Ευρώπης.
Πλήγμα για τις εξαγωγές το ισχυρό ευρώ
Σήμερα, ΗΠΑ και Κίνα χρησιμοποιούν ενεργά τα εθνικά τους νομίσματα ως εργαλείο γεωοικονομικής ισχύος. Η Ουάσιγκτον επιδιώκει ένα σχετικά ασθενές δολάριο για να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα των αμερικανικών προϊόντων, ενώ το Πεκίνο προσαρμόζει μεθοδικά το γιουάν ώστε να διατηρεί τις εξαγωγές του ελκυστικές. Αντίθετα, η Ευρώπη, χωρίς ενιαία δημοσιονομική στρατηγική και με τις εθνικές οικονομίες να κινούνται με διαφορετικούς ρυθμούς, παρακολουθεί αμήχανη την αποδυνάμωση της ανταγωνιστικότητάς της.
Η κατάσταση θυμίζει, σε ορισμένους οικονομολόγους, τη δεκαετία του 1980, όταν οι ισχυρές νομισματικές διακυμάνσεις απείλησαν την παγκόσμια ανάπτυξη. Μόνο που τώρα η Ευρώπη δεν διαθέτει το ίδιο πολιτικό βάρος για να επιβάλει ισορροπίες. Έτσι, η ευθύνη πέφτει ξανά στους ώμους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία όμως δείχνει απρόθυμη να αντιδράσει.
Η ΕΚΤ φαίνεται να αποδέχεται, αν όχι να επιδιώκει, ένα ισχυρό ευρώ, θεωρώντας ότι η σταθερότητα και η αξιοπιστία του ενισχύουν τη θέση του ως διεθνούς αποθετικού νομίσματος. Ωστόσο, η επιλογή αυτή έχει κόστος: τα ευρωπαϊκά προϊόντα γίνονται ακριβότερα στο εξωτερικό, οι εξαγωγές πιέζονται και η ανάπτυξη κινδυνεύει να επιβραδυνθεί.
Αυτή τη στιγμή, το βλέμμα της Φρανκφούρτης δεν είναι στραμμένο στο δολάριο, αλλά στο Παρίσι. Η πολιτική και δημοσιονομική αστάθεια της Γαλλίας –της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης– μπορεί να αποτελέσει καταλύτη για το μέλλον της ισοτιμίας του ευρώ. Αν η Γαλλία βυθιστεί σε κρίση εμπιστοσύνης, το ευρώ ενδέχεται να δεχθεί νέα πίεση, προσφέροντας προσωρινή ανακούφιση στους εξαγωγείς, αλλά ταυτόχρονα αυξάνοντας τους κινδύνους για τη συνοχή της Ευρωζώνης.
Στο μεταξύ, οι Ευρωπαίοι πολιτικοί ηγέτες συνεχίζουν να συζητούν για «στρατηγική αυτονομία», ενώ στην πράξη η ήπειρος παραμένει εξαρτημένη τόσο από τις νομισματικές κινήσεις της Ουάσιγκτον όσο και από τις αποφάσεις του Πεκίνου. Και όσο η ΕΚΤ επιλέγει τη στάση της αναμονής, η Ευρώπη κινδυνεύει να χάσει οριστικά όχι μόνο τον εμπορικό, αλλά και τον νομισματικό πόλεμο του 21ου αιώνα.
Με στοιχεία από ρεπορτάζ της Ναυτεμπορικής