Ώρα μηδέν για την χαλυβουργία: Εκπέμπουν SOS οι εγχώριες βιομηχανίες

Τα στοιχεία-σοκ για τις επιδόσεις του κλάδου στην Ελλάδα, το ευρωπαϊκό πρόβλημα, τα «απόνερα» της κρίσης και η απειλή του ενεργειακού κόστους.

Η χαλυβουργία και η κλωστοϋφαντουργία, για παράδειγμα, αποτελούν δύο από τους κλάδους οι οποίοι όχι μόνο είδαν τα μεγέθη τους να καταρρέουν και οδηγήθηκαν σε ένα σερί λουκέτων, αλλά δεν μπόρεσαν, τελικά, να επουλώσουν τις βαθιές πληγές τους ούτε κατά την περίοδο της υποτιθέμενης ανάπτυξης και ευμάρειας για την εγχώρια οικονομία…

Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Μιχάλη Κοσμετάτου για την εφημερίδα Deal, στα μεγάλα προβλήματα τόσο της κλωστοϋφαντουργίας όσο και σε αυτά των εκκοκκιστικών επιχειρήσεων, που «χτυπήθηκαν» και από την κακοκαιρία «Daniel» το 2023, με αθροιστικές απώλειες εσόδων ύψους 158 εκατ. ευρώ μέσα σε μια χρονιά για τις τρεις μεγαλύτερες από αυτές (σ.σ.: οι ίδιες τις απέδωσαν στις επιπτώσεις των καταστροφών στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλίας, με δραματική συρρίκνωση στην αγροτική παραγωγή και στην παράδοση σύσπορου βαμβακιού).

Επιπλέον προβλήματα δηλαδή, τα οποία έδωσαν, δυστυχώς… συνέχεια στα προϋπάρχοντα για το σύνολο της βιομηχανίας, με τη χαλυβουργία να βρίσκεται «ψηλά» στη «μαύρη λίστα» από τον καιρό της ύφεσης, ως ένας από τους πιο ενεργοβόρους τομείς της.
Από τα τέλη του προηγούμενου έτους, εδώ και μερικούς μήνες, ο κλάδος εκπέμπει νέο «σήμα κινδύνου» σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, με τις ελληνικές βιομηχανίες κάθε άλλο παρά να ανήκουν στις «εξαιρέσεις» ενός κανόνα.

Η Ευρωπαϊκή Ενωση Χάλυβα Eurofer εξέπεμψε, τότε, νέο SOS και προειδοποίησε σε δραματικούς τόνους ότι ο κλάδος έφτασε στο «σημείο μηδέν», επαπειλούμενος με νέα λουκέτα σε εργοστάσια χάλυβα, θέλοντας να αφυπνίσει την Ε.Ε.

Σε ύφεση ένας κρίσιμος κλάδος

Τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι η παραγωγή χάλυβα στην Ευρωπαϊκή Ενωση έπεσε ραγδαία κατά 34 εκατ. τόνους από το 2018, στα 126 εκατ. τόνους το 2023, με τις σχετικές επιδόσεις για το 2024 να μην ξεπερνούν τους 129,6 εκατ. τόνους, με τις εισαγωγές να καλύπτουν το 27%, 100.000 θέσεις εργασίας να έχουν χαθεί σε βάθος 15ετίας και εν τέλει η αξιοποίηση της δυναμικότητας του κλάδου να «πέφτει» στο μη βιώσιμο 60%.

Η δε απασχόληση στον συγκεκριμένο τομέα αγγίζει μόλις τα 1.631 άτομα στην Ελλάδα (2024), αριθμός ίσος μόλις με το 0,5% της Ε.Ε. (σε σύνολο 298.100 ατόμων), και τη χώρα μας να κατατάσσεται 18η, πίσω από Βουλγαρία, Σλοβενία και Λουξεμβούργο!
Τα επικαιροποιημένα στοιχεία της Eurofer (έκθεση για το 2025) εμφανίζουν την Ελλάδα στο… 1% της παραγωγής ακατέργαστου χάλυβα πέρσι.

Καλοκαίρι του 2025, νεότερη έκθεση της Παγκόσμιας Ενωσης Χάλυβα (World Steel Association) αναφέρθηκε σε πτώση 3,8% της παραγωγής σε όλο τον κόσμο (επί 70 χωρών που καταγράφουν τα δεδομένα τους), με την Ε.Ε. να σχεδιάζει, σύμφωνα με πληροφορίες ξένων media, τις τελευταίες ημέρες επιβολή δασμών μεταξύ 25%-50% στον κινεζικό χάλυβα.

Την ίδια ώρα η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, έχει δηλώσει την πρόθεσή της να προτείνει μια νέα μέθοδο για τον περιορισμό των εισαγωγών χάλυβα, καθώς η παγκόσμια πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα ασκεί πίεση στα περιθώρια κέρδους και δυσχεραίνει τις επενδύσεις της ευρωπαϊκής χαλυβουργίας στην απανθρακοποίηση.

Μία διάσωση, πολλά λουκέτα

Τα λουκέτα της κρίσης, πολλά και ηχηρά για την ελληνική χαλυβουργία, με τα «καμπανάκια» να μη σταματούν. Ζημίες εκατομμυρίων συνδυάστηκαν επί σειρά ετών με υψηλές τραπεζικές υποχρεώσεις, με αίσιο τέλος για τις εναπομείνασες ελληνικές χαλυβουργίες, αυτές δηλαδή που… απέμειναν σε λειτουργία.

«Φορτωμένη» με χρέη εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ «έσβησε τα καμίνια» της η Χαλυβουργική, της οικογένειας Αγγελόπουλου, στα τέλη της περασμένης δεκαετίας. Το εργοστάσιο, επίσης, της Χαλυβουργίας Ελλάδος στην Ελευσίνα, συμφερόντων της οικογένειας Μάνεση, ουσιαστικά υπολειτουργούσε από το 2011, αλλά το 2014 έβαλε λουκέτο και επισήμως.

Ακολούθησε, ωστόσο, μερικά χρόνια αργότερα, τέλη του 2023, η συμφωνία εξυγίανσης για την αντιμετώπιση του υπέρογκου δανεισμού του ομίλου, με την ΑΝΚΟ Συμμετοχών να γίνεται μέτοχός της με ποσοστό 35%.

Φθινόπωρο του 2024 δημοσιεύτηκαν ο τελευταίος, χρονικά, ισολογισμός της εταιρίας για την ετήσια χρήση του 2023, με κάθετη πτώση του κύκλου εργασιών της από 333,346 εκατ. ευρώ το 2022 σε 265,329 εκατ. ευρώ.

Οπως σημειώνεται, ωστόσο, στα σημαντικά γεγονότα από τη λήξη της χρήσης 2023, με την υλοποίηση της συμφωνίας εξυγίανσης με τους πιστωτές της, η εταιρία μεταβίβασε το ακίνητό της στον Ασπρόπυργο και παράλληλα αναδιάρθρωσε το σύνολο του τραπεζικού δανεισμού της.

Από την ανωτέρω αναδιάρθρωση ποσό 52 εκατ. ευρώ αναλήφθηκε από τη συνδεδεμένη εταιρία ΑΝΚΟ Συμμετοχών Α.Ε., με κεφαλαιοποίηση της αντίστοιχης απαίτησης της δεύτερης, όπως προβλέπεται στη συμφωνία εξυγίανσης. Την 31η Δεκεμβρίου 2023 το εν λόγω ποσό εμφανίζεται στα ποσά προοριζόμενα για αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, ενώ εντός του 2024 ολοκληρώθηκαν η έκδοση των μετοχών και η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου.

Υπογραμμίζεται ακόμα ότι «η σταθερή πορεία της εταιρίας συνεχίστηκε και στο έτος 2024 μέχρι και την υποβολή της έκθεσης αυτής. Επιπλέον η εταιρία έχει επαρκή ταμειακά διαθέσιμα για τις τρέχουσες ανάγκες της.

Προ δεκαετίας, περίπου, το 2014 είχε τεθεί σε καθεστώς εκκαθάρισης και η χαλυβουργία Hellenic Steel, θυγατρική της ιταλικής Ilva, και νωρίτερα, το 2011, η Arcelor Mittal, ιδιοκτήτης της Konti Steel στο Βελεστίνο, προχωρούσε στο κλείσιμο του εργοστασίου της.

Η κίνηση του Σπ. Θεοδωρόπουλου και η απαίτηση για «λύση τώρα»

«Τάραξε τα λιμνάζοντα ύδατα» ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Σπύρος Θεοδωρόπουλος, με τη δήλωσή του για τον σοβαρό κίνδυνο που διατρέχουν δύο «βαριά» ονόματα της ελληνικής βιομηχανίας για νέα λουκέτα εργοστασίων, χωρίς ωστόσο να αναφέρει λεπτομέρειες.
Αν και φέρεται ότι ερωτήθηκε και κατ’ ιδίαν από διάφορα πρόσωπα, απέφυγε, σύμφωνα με πληροφορίες, να δώσει κάθε άλλη απάντηση.

Πηγές με γνώση των εξελίξεων σχολίασαν: «Με αυτή την κίνησή του ο κ. Θεοδωρόπουλος έβαλε το πρόβλημα στο τραπέζι και το ιδανικό θα είναι να λυθεί, δίχως να μάθει τελικά κανείς ποιες είναι οι βιομηχανίες που εννοούσε».

Οι ίδιες πηγές υποστηρίζουν ότι, εκτός από το υψηλό ενεργειακό κόστος που αντιμετωπίζει ο βιομηχανικός κλάδος στην Ελλάδα, οι όμιλοι που τον εκπροσωπούν έχουν απέναντί τους και την ακρίβεια, όπως συμβαίνει για τα νοικοκυριά και «με όλον τον κόσμο».

Διότι ναι μεν οι βιομηχανίες δεν έχουν τα… ψώνια στο σούπερ μάρκετ που θα τους κοστίζουν «δύο φορές πάνω», όπως χαρακτηριστικά μεταφέρουν προς την «DEALnews» με έναν πολύ παραστατικό τρόπο, αλλά ισχύει κάτι παρόμοιο για αυτές με τις αυξημένες τιμές των πρώτων υλών.

Η κυβέρνηση δέχεται πίεση για φθηνότερο ρεύμα στη βιομηχανία και δεσμεύτηκε να μελετήσει την εφαρμογή του λεγόμενου «ιταλικού μοντέλου», τη στιγμή που τα ενεργειακά κόστη αποτελούν το Νο 1 πρόβλημα του κλάδου και φτάνουν έως και το 60% των συνολικών, εντείνοντας το ζήτημα του αυξανόμενου χάσματος ανταγωνιστικότητας έναντι ευρωπαϊκών και τρίτων χωρών.













spot_img

Ροή ειδήσεων

spot_img

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ