Η ελληνική υδατοκαλλιέργεια βρίσκεται ενώπιον άλλης μιας κρίσιμης καμπής. Με 141.000 τόνους παραγωγής το 2024 και σχεδόν 800 εκατ. ευρώ ετήσιο τζίρο, ο κλάδος παραμένει μία από τις πιο εξαγώγιμες βιομηχανίες της χώρας. Πίσω όμως από τα νούμερα τα προβλήματα παραμένουν. Και είναι πολλά και διαχρονικά.
Τα περισσότερα έχουν να κάνουν με τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα του κλάδου στις τράπεζες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Avramar που βρίσκεται στο επίκεντρο μιας κρίσιμης αναδιάρθρωσης. Βλέπετε, μπορεί να είναι 800 εκατομμύρια ο τζίρος, αλλά αν αξιολογήσει κάποιος τα δάνεια που έχουν «κουρευτεί» και αυτά που πρόκειται να «κουρευτούν» μαζί με αυτά που μένουν, θα καταλάβει ότι μέσα από τα «κόκκινα» δάνεια των τραπεζών έχουμε επιδοτήσει κι εμείς οι φορολογούμενοι τις ιχθυοκαλλιέργειες.
Χώρια που μολύνουν –πολλές από αυτές– γραφικούς κόλπους και παρθένες παραλίες και μέρη στην Ελλάδα ένεκα ανυπαρξίας ολοκληρωμένου, σοβαρού πλαισίου, πόσο μάλλον περιβαλλοντικών μελετών. Η Avramar, λοιπόν, η εταιρία που παράγει σχεδόν το 50% της ελληνικής τσιπούρας και του λαβρακιού, ετοιμάζεται να αλλάξει χέρια σε μια συγκυρία που οι τιμές ευνοούν τον κλάδο.
Με νέα γενναία μείωση δανείων… Παρά τη μικρή πτώση του όγκου, οι τιμές βρίσκονται σε υψηλό δεκαετίας (6,14 ευρώ/κιλό για τσιπούρα, 6,47 ευρώ/κιλό για λαβράκι), ενώ το κόστος παραγωγής υποχωρεί χάρη στη μείωση τιμών ιχθυοτροφών και ενέργειας. Οι εξαγωγές, σχεδόν στα 585 εκατ. ευρώ, ενισχύονται. Οπως βέβαια και τα παράπονα τόσο από περιβαλλοντικές οργανώσεις όσο και από μετόχους τραπεζών…
Από τη στήλη παρασπονδίες της δημοκρατίας