Νέα συστήματα, παλαιά προβλήματα: Η πρόκληση της συντήρησης και της μακροχρόνιας επιχειρησιακής ετοιμότητας
Η απόφαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας (ΚΥΣΕΑ) κατά τη συνεδρίαση της Τρίτης 9 Δεκεμβρίου για την προμήθεια μέσω διακρατικής συμφωνίας με το Ισραήλ των Πολλαπλών Εκτοξευτών Πυραύλων (ΠΕΠ) τύπου PULS δεν σηματοδοτεί μόνο την εισαγωγή σε υπηρεσία ενός νέου οπλικού συστήματος, αλλά και τη δρομολόγηση προς τον παροπλισμό των διατιθέμενων, αμερικανικής προέλευσης, ΠΕΠ M270 MLRS, που φέτος συμπληρώνουν 30 χρόνια σε ελληνική υπηρεσία.
- Από τον Περικλή Ζορζοβίλη
Αποτελεί επίσης την επιβεβαίωση μιας πρακτικής που εφαρμόζεται στις ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις τις τελευταίες δεκαετίες. Η λόγω ανεπαρκών πόρων ελλειμματική συντήρηση και μη έγκαιρη υλοποίηση εκσυγχρονισμών οδηγεί σε σταδιακή απαξίωση τα οπλικά συστήματα και τελικά στην αντικατάστασή τους από νέας κατασκευής, τα οποία όμως ακολουθούν την ίδια φθίνουσα πορεία.
Στην περίπτωση των MLRS, το παράδειγμα της Φινλανδίας που από το 2007, οπότε εισήγαγε το σύστημα σε υπηρεσία έχει υλοποιήσει δύο εκσυγχρονισμούς του, το 2011 και το 2023 στην πιο πρόσφατη έκδοση M270A2, με σκοπό να τα διατηρήσει σε υπηρεσία έως το 2050, καθιστά απόλυτα ευκρινή τη διαφορά στην προσέγγιση.
Mεγάλα κόστη
Καθώς όμως το κόστος των νέων οπλικών συστημάτων συνεχώς αυξάνεται, είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν αυτή η πρακτική μπορεί να συνεχιστεί. Παρότι από το 2019 έως σήμερα έχουν συμβασιοποιηθεί ή προγραμματίζεται η συμβασιοποίηση προγραμμάτων ύψους τουλάχιστον 18 δισ. ευρώ, υπάρχει μεγάλη σειρά κύριων οπλικών συστημάτων που βαδίζει στα χνάρια των ΠΕΠ M270 MLRS και των οποίων η αντικατάσταση με νέας κατασκευής, έστω και σε μικρότερους αριθμούς, υπέχει πολύ μεγάλα κόστη.
Τυπικό παράδειγμα, το σύστημα αντιαεροπορικής και αντιπυραυλικής άμυνας Patriot, με έξι πυροβολαρχίες του οποίου επιχειρεί η Πολεμική Αεροπορία (ΠΑ). Το σύστημα έχει ήδη συμπληρώσει 22 χρόνια σε ελληνική υπηρεσία και μέχρι σήμερα δεν έχει υποστεί μείζονα εκσυγχρονισμό, ούτε έχει ανανεωθεί το απόθεμα των πυραύλων που χρησιμοποιεί. Δυστυχώς, στον Μεσοπρόθεσμο Προγραμματισμό Αμυντικών Εξοπλισμών (ΜΠΑΕ) 2025-2036 δεν προβλέπονται πιστώσεις για τον εκσυγχρονισμό ή την προμήθεια πυραύλων.
Μοιραία, λοιπόν, με την πάροδο των ετών και καθώς ο κύριος χρήστης, ο Στρατός των ΗΠΑ, βρίσκεται σε διαδικασία συνεχούς εκσυγχρονισμού του συστήματος εντάσσοντας σε υπηρεσία νέες, αναβαθμισμένες εκδόσεις εκτοξευτών (όπως ο βαθμιδωτής σχεδίασης M903 με δυνατότητα βολής έως 16 πυραύλους σε συνδυασμούς διαφορετικών εκδόσεων), ραντάρ (όπως το ενεργητικής κεραίας ηλεκτρονικής σάρωσης AN/MPQ-65A και το ολοπεριμετρικής, 360 μοιρών -Αισθητήρας Αεροπορικής και Πυραυλικής Αμυνας Χαμηλότερου Επιπέδου- LTAMDS: Lower Tier Air and Missile Defense Sensor) και συστήματα διοίκησης και ελέγχου, η δυνατότητα υποστήριξης των παλαιότερων εκδόσεων θα απομειώνεται συνεχώς, ενώ το κόστος θα αυξάνεται.
Οπως στα ΠΕΠ M270 MLRS, και σε αυτή την περίπτωση προκρίθηκε να αποδοθεί προτεραιότητα στην προμήθεια νέας κατασκευής συστημάτων, οπότε το μέλλον των Patriot σε ελληνική υπηρεσία είναι αβέβαιο. Εξίσου αβέβαιο είναι και το μέλλον του Αεροφερόμενου Συστήματος Εγκαιρης Προειδοποίησης και Ελέγχου (ΑΣΕΠΕ) Erieye EMB-145H AEW&C, μιας εναέριας πλατφόρμας Διοίκησης και Ελέγχου (C2: Command & Control) με δυνατότητα υποστήριξης αεροπορικών και ναυτικών επιχειρήσεων και η οποία αποτελεί πολλαπλασιαστή ισχύος.
Η ΠΑ επιχειρεί με τέσσερα αεροσκάφη Erieye με την 380 Μοίρα ΑΣΕΠΕ που επιχειρεί από την αεροπορική βάση Ελευσίνας. Το Erieye εντάχθηκε σε ελληνική υπηρεσία τον Φεβρουάριο του 2009 και από τότε μέχρι σήμερα, 16 χρόνια μετά, ουδέποτε έχει ανατεθεί σύμβαση Εν-Συνεχεία-Υποστήριξης (Ε-Σ-Υ), με συνέπεια να επηρεάζεται η διαθεσιμότητα. Ούτε στο ΜΠΑΕ 2025-2036 υφίσταται πρόβλεψη για τον εκσυγχρονισμό του, παρά το γεγονός ότι βρίσκεται στο μέσο περίπου του επιχειρησιακού του βίου.
Από τον Μάρτιο του 2020, οπότε έγινε η ενεργοποίηση του σχετικού υποπρογράμματος, έως και σήμερα καρκινοβατεί η ανάθεση της ύψους 83.106.036 ευρώ σύμβασης Ε-Σ-Υ για το σύστημα αποστολής του Erieye. Εάν η εκκρεμότητα στην υποστήριξη παραταθεί, τότε σε συνδυασμό με την εξέλιξη της τεχνολογίας των ηλεκτρονικών και της απειλής, η επιχειρησιακή αξία του Erieye θα φθίνει και μοιραία θα οδηγηθεί στον παροπλισμό. Κατά πληροφορίες η καθυστέρηση στην ανάθεση της Ε-Σ-Υ αποδίδεται στην πρόθεση του ΓΕΑ να καλύψει την επιχειρησιακή απαίτηση με μη επανδρωμένα αεροσκάφη. Επιλογή που με βάση τις υφιστάμενες τεχνολογικές δυνατότητες εμπεριέχει ρίσκο παρόμοιο της επιλογής της αεροπορίας των ΗΠΑ να αντικαταστήσει τα επανδρωμένα αεροσκάφη εναέριας έγκαιρης προειδοποίησης και ελέγχου από διαστημικά συστήματα.
Προβληματικό είναι και το μέλλον του ελληνικού αρματικού δυναμικού και ιδιαίτερα των 170 Leopard 2HEL και 183 Leopard 2A4, που είναι εξοπλισμένα με πυροβόλο διαμετρήματος 120 χλστ. και σχεδιαστικά αποτελούν τα πιο σύγχρονα. Τα μεν Leopard 2A4, προερχόμενα από τα αποθέματα του στρατού της Γερμανίας, εντάχθηκαν σε υπηρεσία το 2005, ενώ τα νέας κατασκευής Leopard 2HEL τον Μάιο του 2008. Εκτοτε ουδέποτε έχει ανατεθεί σύμβαση Ε-Σ-Υ, ούτε έχει υλοποιηθεί πρόγραμμα εκσυγχρονισμού πρωτίστως για τα Leopard 2A4.
Σταδιακή απαξίωσή
Αυτή η κατάσταση που διατηρείται σχεδόν 20 χρόνια και η οποία εν μέρει οφείλεται στην ύπαρξη ανοιχτών θεμάτων από την υλοποίηση των αντίστοιχων συμβάσεων, προφανώς επηρεάζει τη διαθεσιμότητα των αρμάτων, έχει προκαλέσει την εμφάνιση προβλημάτων απαρχαίωσης (ιδιαίτερα στα Leopard 2A4) και οδηγεί στη σταδιακή απαξίωσή τους με τελική κατάληξη τον παροπλισμό. Η αντικατάστασή τους υπέχει αστρονομικό κόστος. Το 2003, όταν έγινε η προμήθεια των 170 Leopard 2HEL, το μέσο μοναδιαίο κόστος ήταν 10 εκατ. ευρώ, ενώ σήμερα το κόστος της πιο πρόσφατης έκδοσης Leopard 2A8, εξοπλισμένης με σύστημα ενεργητικής προστασίας, κυμαίνεται από 23 έως 25 εκατ. ευρώ.
Σε παραπλήσια κατάσταση βρίσκεται και το συμβατικό Πυροβολικό Μάχης του Ελληνικού Στρατού. Σύμφωνα με ανοιχτές πηγές, διαθέτει 445 αυτοκινούμενα (Α/Κ) οβιδοβόλα (24 PzH-2000GR, 51 M109A1B, 84 M109A2, 51 M109A3GEA1, 223 M109A3GEA2 και 12 M109A5) διαμετρήματος 155 χλστ., από τους μεγαλύτερους στόλους παγκοσμίως. Τα PzH-2000GR, που έχουν συμπληρώσει περισσότερα από 20 έτη σε υπηρεσία, αποκτήθηκαν καινούργια, ενώ τα 421 M109 στη συντριπτική τους πλειονότητα μεταχειρισμένα, από τα αποθέματα ΗΠΑ και Γερμανίας. Και για τους δύο τύπους ουδέποτε έχει ανατεθεί σύμβαση Ε-Σ-Υ ή εφαρμόστηκε πρόγραμμα εκσυγχρονισμού.
Ομως ο εκσυγχρονισμός των PzH-2000GR και η μετατροπή των M109 σε αυτόνομες μονάδες πυρός με την προσθήκη συστήματος αυτόματης τάξης και προσανατολισμού, σε συνδυασμό με προμήθεια νέας τεχνολογίας πυρομαχικών, προωθητικών γεμισμάτων και πυροσωλήνων, θα τα καταστήσει επιχειρησιακά επίκαιρα.
Δύσκολος γρίφος η βιώσιμη εθνική άμυνα
Σε όλα τα παραπάνω παραδείγματα η επιλογή εκσυγχρονισμού ή παροπλισμού και προμήθειας νέου συστήματος θα πρέπει να γίνεται στη βάση μιας λεπτομερούς Ανάλυσης των Εναλλακτικών (AoA: Analysis of Alternatives), μιας μεθοδολογίας που εφαρμόζει το υπουργείο Πολέμου των ΗΠΑ.
Πρόκειται για μια αναλυτική σύγκριση της επιχειρησιακής αποτελεσματικότητας, της καταλληλότητας και του Κόστους Κύκλου Ζωής – ΚΚΖ (περιλαμβάνει τα κόστη συμμετοχής στην ανάπτυξη, προμήθειας, λειτουργίας – υποστήριξης και απόσυρσης) εναλλακτικών λύσεων που ικανοποιούν τις διατυπωμένες ανάγκες σε επιχειρησιακές δυνατότητες.
Συγκρίνει πιθανές λύσεις (προμήθεια νέων συστημάτων ή εκσυγχρονισμοί) έναντι των επιχειρησιακών απαιτήσεων, εξισορροπώντας κόστος, απόδοση, χρονοδιάγραμμα και ανάληψη κινδύνου για να επιλέξει τις πιο αποτελεσματικές, οικονομικά προσιτές και κατάλληλες επιλογές. Στην περίπτωση της χώρας μας ο ακριβής υπολογισμός του ΚΚΖ και η Ανάλυση των Εναλλακτικών μπορούν να βοηθήσουν στην εύρεση της χρυσής τομής, για μια βιώσιμη εθνική άμυνα.