Στους λόγους για τους οποίους πλημμύρισε εκ νέου η Μάνδρα παρά τα έργα που είχαν γίνει μετά τη φονική κακοκαιρία του 2017 ανέλυσε ο καθηγητής Γεωλογίας, Ευθύμιος Λέκκας, επισημαίνοντας ότι «τα πλημμυρικά φαινόμενα εκδηλώθηκαν στα ίδια σημεία με το 2017».
«Μεσολάβησαν κάποια έργα την περιοχή αλλά είχα πει ότι κάθε έργο μπορεί να λειτουργήσει και αρνητικά ή όχι πλήρως, όπως συνέβη στη Βαλένθια όταν ένα φαραωνικό έργο συνέβαλε στην πλημμύρα της. Το ρέμα της Αγίας Αικατερίνης είναι μια εικόνα που δείχνει πώς χτίστηκε η Ελλάδα τα τελευταία 70 χρόνια. Η κοίτη του ποταμού αποκόπτεται από τον οικιστικό ιστό. Η φύση λειτουργεί όπως έμαθε εδώ και χιλιάδες χρόνια όταν έχουμε τα σπίτια εγκάρσια στην κοίτη», είπε στον ΣΚΑΙ.
Ο ίδιος τόνισε πως αν και με τα έργα που έγιναν μειώθηκαν οι πιθανότητες για πλημμύρες, ο κίνδυνος εξακολουθεί να υπάρχει όταν συμβούν τα εξής τρία:
– έντονη βροχόπτωση με μεγάλη διάρκεια
– ραγδαιότητα καθώς κατά διαστήματα είχαμε πολύ μεγάλα ύψη βροχής σε μικρό χρονικό διάστημα
– στερεοπαροχή που συμβαίνει όταν το έδαφος διαβρώνεται και παρασύρεται πολύ πιο έντονα όταν έχουμε μεγάλα ποσοστά βροχής και μεγάλη ραγδαιότητα. Ουσιαστικά η δύναμη της βροχής σκάβει το έδαφος
Άλλο μεγάλο μειονέκτημα είναι επίσης η τσιμεντοποίηση. «Το νερό δεν μπορεί να φτάσει στο έδαφος και να αποφύγει την επιφανειακή κυκλοφορίας», λέει ο καθηγητής.
Στο πλαίσιο αυτό αναφέρθηκε στις περισσότερες μεγάλες λεωφόρους που χτίστηκαν εγκάρσια σ περιοχές όπως, για παράδειγμα «η Μιχαλακοπουλου που κάνει μαιανδρισμούς γιατί ακολουθεί την κοίτη του παλαιού ποταμού που ήταν εκεί». «Όταν κάνουμε μεγάλα εγκάρσια έργα σε μια περιοχή αυτό συμβάλλει καθοριστικά στην ανάπτυξη πλημμυρών» κατέληξε ο καθηγητής Γεωλογίας.



