Με ποιό δικαίωμα σκορπούν χρήματα του ελληνικού λαού προς όφελος ιδιωτικού τηλεοπτικού σταθμού;
Με ισχυρές δόσεις υπερβολής και δραματουργίας στον Σκάι αποφάσισαν, παρά το βεβαρημένο ιστορικό τους, να καταγγείλουν ξαφνικά απόπειρα λογοκρισίας και φίμωσης, γεγονός που προκάλεσε, αν μη τι άλλο, εύλογη απορία. H απόφαση του ΕΚΚΟΜΕΔ να ανακαλέσει τη μερική χρηματοδότηση του ντοκιμαντέρ του Αλέξη Παπαχελά με τίτλο «17 Νοέμβρη – Ανοδος και πτώση» έφερε δυσαρέσκεια στο κανάλι του Φαλήρου. Η ανάκληση συνδέθηκε με τη συμμετοχή, στο πλαίσιο του ντοκιμαντέρ, του καταδικασμένου μέλους της τρομοκρατικής οργάνωσης Δημήτρη Κουφοντίνα.
Ο Σκάι δεν είναι ΕΡΤ, δεν είναι δημόσια επιχείρηση, αλλά ιδιωτική. Η ένταση, οι βαρείς χαρακτηρισμοί και η ρητορική περί «προσβολής» και «λογοκρισίας» για μια απόφαση που αφορά αποκλειστικά τη χρηματοδότηση και όχι την προβολή ενός έργου δεν έχουν ουσιαστική βάση και η έκταση της αντίδρασης κρίνεται αν μη τι άλλο δυσανάλογη με το αντικείμενο της διαφωνίας. Η υπόθεση ανέδειξε εκ νέου τη σύνθετη και συχνά αμφίσημη σχέση ανάμεσα στα ιδιωτικά μέσα ενημέρωσης και στους κρατικούς μηχανισμούς χρηματοδότησης, και στον Σκάι δεν δικαιούνται διά να ομιλούν.
Το παρασκήνιο της υπόθεσης ξεκίνησε στις 15 Δεκεμβρίου, όταν το ΕΚΚΟΜΕΔ ανακάλεσε προηγούμενη απόφασή του, της 8ης Δεκεμβρίου, με την οποία είχε εγκρίνει τη μερική χρηματοδότηση του επίμαχου ντοκιμαντέρ. Η αλλαγή στάσης του ΕΚΚΟΜΕΔ ήρθε έπειτα από επιστολή συγγενών θυμάτων της 17 Νοέμβρη, οι οποίοι εξέφρασαν τη διαμαρτυρία τους για το γεγονός ότι η μαρτυρία του δολοφόνου προβάλλεται παράλληλα με τις δικές τους αφηγήσεις. Οπως υποστήριξαν, πρόκειται για έναν αμετανόητο καταδικασμένο τρομοκράτη και η παρουσία του στο ίδιο πλαίσιο συνιστά ηθική προσβολή στη μνήμη των θυμάτων.
Από την πλευρά του Σκάι, ο ιδιοκτήτης του σταθμού Γιάννης Αλαφούζος απέστειλε επιστολή προς το ΕΚΚΟΜΕΔ, στην οποία κάνει λόγο για «προσβλητική απόφαση» και για αυθαίρετη παρέμβαση στο περιεχόμενο ενός έργου «δημοσιογραφικής και ιστορικής καταγραφής».
Τονίζει, μάλιστα, ότι υπήρξε πλήρης και αναλυτική ενημέρωση ήδη από τις 2 Ιουνίου σχετικά με το σύνολο των συνεντεύξεων που θα περιλαμβάνονταν στο ντοκιμαντέρ, συμπεριλαμβανομένης και εκείνης του Δημήτρη Κουφοντίνα. Στην ίδια επιστολή ο κ. Αλαφούζος υποστηρίζει ότι πρώτη φορά το ΕΚΚΟΜΕΔ επιχειρεί να παρέμβει «με αυθαίρετο τρόπο» στο περιεχόμενο μιας δημοσιογραφικής δουλειάς, μιλώντας ουσιαστικά για επιβολή «προληπτικής λογοκρισίας».
Παράλληλα, εξήρε το έργο του Αλέξη Παπαχελά, σημειώνοντας ότι τα ντοκιμαντέρ του προσεγγίζουν την ιστορική αλήθεια με αντικειμενικότητα και ότι ο ίδιος υπήρξε από τους πρώτους δημοσιογράφους που ανέδειξαν τη φωνή των συγγενών των θυμάτων της τρομοκρατίας. Από κυβερνητικής πλευράς, ο Παύλος Μαρινάκης διευκρίνισε ότι δεν τίθεται ζήτημα λογοκρισίας, καθώς η απόφαση αφορά αποκλειστικά τη χρηματοδότηση και όχι την προβολή ή το περιεχόμενο του ντοκιμαντέρ. Οπως εξήγησε, η αλλαγή της απόφασης του ΕΚΚΟΜΕΔ σχετίζεται άμεσα με την επιστολή των συγγενών των θυμάτων, οι οποίοι διαμαρτυρήθηκαν ότι «δεν μπορεί να προβάλλεται μαζί με εμάς ο δολοφόνος του πατέρα μας, του αδερφού μας, του παιδιού μας».
Παρά τις διευκρινίσεις αυτές, ο Σκάι ανακοίνωσε ότι δεν επιθυμεί να διατηρήσει οποιαδήποτε σχέση με το ΕΚΚΟΜΕΔ και προχώρησε στην απόσυρση και δεύτερου αιτήματος χρηματοδότησης, που αφορά το ντοκιμαντέρ «Τελευταία μπλόφα», βασισμένο στο βιβλίο της Ελένης Βαρβιτσιώτη και της Βικτώριας Δενδρινού για τα γεγονότα πριν από το δημοψήφισμα του 2015. Στο ήδη φορτισμένο κλίμα σημειώθηκε και η απουσία της Σίας Κοσσιώνη από το κεντρικό δελτίο ειδήσεων της επόμενης ημέρας, ένα στοιχείο που σχολιάστηκε παρασκηνιακά.


